Με σταθερά βήματα προχωρά μπροστά η ελληνική οικονομία, όπως φανερώνουν σχεδόν όλα τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, της Τράπεζας της Ελλάδος, της Κομισιόν και άλλων φορέων.
Το ΑΕΠ αυξάνεται, με ρυθμό υψηλότερο της ευρωζώνης, η βιομηχανική παραγωγή και οι εξαγωγές αυξάνονται, ο τουρισμός ανθεί, η ανεργία μειώνεται, τα εισοδήματα και οι καταθέσεις αυξάνονται, ενώ ο προϋπολογισμός εδώ και μια τριετία, έχει περάσει στην παραγωγή υψηλών πρωτογενών υπερπλεονασμάτων.
Παράλληλα, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το δημόσιο χρέος διώχνουν την αβεβαιότητα και οδηγούν σε αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων, που επιτρέπουν την επιστροφή της χώρας στις αγορές.
Ωστόσο, η οικονομική ανάκαμψη φρενάρει από την κακή κατάσταση των τραπεζών, που έχουν να διαχειριστούν το θέμα των κόκκινων δανείων και μέχρι τώρα οι επιδόσεις των διοικήσεών τους είναι απογοητευτικές.
Το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και όσο παραμένει άλυτο, εμποδίζει τις τράπεζες να ασκήσουν τη βασική τους δραστηριότητα, που δεν είναι άλλη, από την παροχή δανείων. Σήμερα δεν μπορούν να χορηγήσουν νέα δάνεια, πλην εκείνων που παρέχονται μέσα από προγράμματα της ΕΤΕΠ, του ΕΣΠΑ ή άλλων εθνικών προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να φρενάρει η ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα.
Η πιστοποίηση της ανάκαμψης
Αναλυτικότερα, οι θετικές επιδόσεις της οικονομίας και των επιχειρήσεων, οι οποίες αντανακλώνται επίσης στην εξέλιξη της απασχόλησης, στην πορεία των βασικών δημοσιονομικών μεγεθών και στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
Το στοίχημα για την κυβέρνηση είναι να μπορέσει να διατηρήσει και να ενισχύσει αυτή τη δυναμική που διαμορφώνεται στην οικονομία, να εμφυσήσει αισιοδοξία στην κοινωνία και να δημιουργήσει προσδοκίες που θα “μεταφρασθούν” σε καταναλωτική εμπιστοσύνη, επιστροφή αποταμιεύσεων στις τράπεζες και αυξανόμενη ροή επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Ειδικότερα:
Ανάκαμψη του ΑΕΠ: Η χώρα είναι σε ανάπτυξη για έκτο διαδοχικό τρίμηνο και πιθανότατα πάει για έβδομο. Συγκεκριμένα από το πρώτο τρίμηνο του 2017 όταν το ΑΕΠ παρουσίασε μηδενική μεταβολής, έκτοτε, στα επόμενα τρίμηνα παρουσιάζει αυξήσεις. Άνοδο θα παρουσιάσει και στο δ΄ τρίμηνο του 2018, αλλά τα στοιχεία θα δημοσιοποιηθούν την 1η Μαρτίου. Η Κομισιόν εκτιμά ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2% το 2018 ενώ για το 2019, αναθεώρησε προς τα πάνω την πρόβλεψή της, στο 2,2%.
Βιομηχανική παραγωγή: Κατέγραψε νέα άνοδο τον Δεκέμβριο και συνολικά για το 2018, το πρόσημο είναι θετικό. Ειδικότερα τον Δεκέμβριο παρουσίασε ετήσια αύξηση 1,1%, ενώ κατά 1% αυξήθηκε στη διάρκεια του 2018, σε σύγκριση με το 2017. Ο δείκτης διαμορφώθηκε τον Δεκέμβριο στις 94,16 μονάδες, από 93,18 μονάδες το 2017 και 91,98 μονάδες το 2016.
Εξαγωγές αγαθών: Η αξίας των ελληνικών εξαγωγών εκτοξεύτηκε το 2018, σε επίπεδο ρεκόρ καθώς έφτασε σε 33,4 δις. ευρώ, που είναι το υψηλότερο ποσό διαχρονικά. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ η συνολική αξία των εξαγωγών το 2018 ανήλθε στο ποσό των 33.417,9 εκατ. ευρώ, έναντι 28.877,4 εκατ. ευρώ το 2017, παρουσιάζοντας αύξηση 15,7%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 2.141,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 10,7% και η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 2.112,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή 10,6%. Η επίδοση αυτή είναι η καλύτερη των τελευταίων 15 ετών, ακόμα και από την προ-μνημονιακή περίοδο.
Ανεργία: Σημαντική είναι η αποκλιμάκωση της ανεργίας γεγονός που προκαλεί και τα θετικά σχόλια του γερμανικού τύπου. Τον περασμένο Νοέμβριο σημειώθηκε νέα μείωση της ανεργίας, με το ποσοστό να διαμορφώνεται στο 18,5%, από 21,1% που ήταν τον αντίστοιχο μήνα του 2017. Το ποσοστό είναι το χαμηλότερο, από το 2010, όταν η οικονομία μπήκε βαθειά στην κρίση, ενώ το 2013 είχε φτάσει σε επίπεδο ρεκόρ στο 27,9% (Σεπτέμβριος). Επίσης οι άνεργοι από 1.350.000 άτομα το 2013, έχουν μειωθεί σε 875.195 άτομα τον Νοέμβριο του 2018.
Απασχόληση: Οι απασχολούμενοι, αυξήθηκαν κατά 138.566 άτομα σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2017 με το ποσοστό της αύξησης να διαμορφώνεται στο 3,7%.
Κατανάλωση: Η κατανάλωση έχει ενισχυθεί σημαντικά στους τελευταίους μήνες. Ο Γενικός Δείκτης Κύκλου Εργασιών τον μήνα Νοέμβριο 2018, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Νοεμβρίου 2017, παρουσίασε αύξηση 4,0%, ενώ ο όγκος των λιανικών πωλήσεων παρουσίασε αύξηση 3,2% και σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Οκτωβρίου 2018.
Οικοδομική δραστηριότητα: Η οικοδομή από το 2017 έχει επανέλθει σε ανοδικούς ρυθμούς. Τον περασμένο Οκτώβριο παρουσίασε αύξηση κατά 23,2% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών, κατά 33,7% στην επιφάνεια και κατά 38,9% στον όγκο, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017.
Οι τραπεζικές καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων αυξάνονται, ενώ εξαφανίστηκε ο ELA, δηλαδή η «ακριβή» χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ. Τον περασμένο Δεκέμβριο οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων παρουσίασαν αύξηση κατά 3,5 δισ. ευρώ και το υπόλοιπό τους διαμορφώθηκε σε 134,5 δισ. ευρώ. Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι το ύψος τους υπολείπεται σημαντικά του επιπέδου που βρισκόταν τον Δεκέμβριο του 2009, όταν είχαν διαμορφωθεί στα 237,5 δισ. ευρώ.
Τουρισμός: Πρόκειται για την ατμομηχανή της οικονομίας. Το 2018 οι αφίξεις τουριστών έπιασαν τα 30 εκατ., ενώ θετικές για περαιτέρω αύξηση είναι και οι προοπτικές για το 2019. Τον Νοέμβριο του 2018, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 42,4% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017 και διαμορφώθηκαν στα 175 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά στην περίοδο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2018, εμφάνισαν αύξηση κατά 9,7% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017 και διαμορφώθηκαν στα 15.847 εκατ. ευρώ.
Επενδύσεις: Σε ότι αφορά στην πορεία των επενδύσεων, η εικόνα τους «θολώνει» από τις αγοραπωλησίες πλοίων από τους Έλληνες εφοπλιστές. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, οι επενδύσεις το 2018, σε πάγια εμφανίζουν αρνητική μεταβολή (-6,2%) κυρίως λόγω της επίδρασης βάσης μετά τη μεγάλη αύξηση των εισαγωγών πλοίων το 2017. Εκτιμάται ότι, εξαιρουμένων των εισαγωγών πλοίων, οι επενδύσεις σε πάγια κατά το 9μηνο του 2018 αυξήθηκαν κατά +2%, συμβάλλοντας θετικά (+0,2 π.μ.) στην αύξηση του ΑΕΠ.
Κρατικός Προϋπολογισμός: Το 2018 κατέγραψε υπερ-πλεόνασμα, το οποίο επέτρεψε τη διανομή ξανά, για τρίτη διαδοχική χρονιά, κοινωνικού μερίσματος, αλλά και την κάλυψη του μνημονιακού στόχου για πλεόνασμα ύψους 3,5%του ΑΕΠ.