”Τα μέτρα του προϋπολογισμού δεν έχουν διαρθρωτικό χαρακτήρα κι επομένως δεν εξυπηρετούν μεσοπρόθεσμους ή/και μακροχρόνιους στόχους. Εξυπηρετούν απλώς μια εσπευσμένη και αποσπασματική προσπάθεια κάλυψης του ελλείμματος, όπως ακριβώς συνέβη -για παράδειγμα- με την περαίωση το 2010”. Αυτό αναφέρει η Εταιρία Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων (ΕΑΣΕ) σε ανακοίνωσή της σχετικά με τις θέσεις της για τον προϋπολογισμό και σημειώνει ότι τεράστια είναι και τα ποσά που υπολογίζεται ότι θα εισπραχθούν από την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη γενικότερη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, προκαλώντας απορία για το πώς σε διάστημα λίγων μηνών μπορεί να αναταχθεί ο σχετικός κρατικός μηχανισμός, χωρίς προηγούμενες ριζοσπαστικές κινήσεις. ”Τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν έχει συντελεστεί πραγματική πρόοδος στην είσπραξη βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων του Δημοσίου, γεγονός που συνεχίζει να επιβεβαιώνει την εξαιρετικά δυσμενή κατάσταση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού”.
Η ΕΑΣΕ εκτιμά στο σημείο αυτό ότι χρειάζεται μια μάλλον ριζοσπαστικά διαφορετική προσέγγιση στον τομέα της είσπραξης φορολογικών εσόδων και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που θα περιλαμβάνει τη συμμετοχή στις σχετικές διαδικασίες τόσο ειδικευμένων εταιριών όσο και στελεχών του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας.
Η ΕΑΣΕ επισημαίνει επίσης ότι εάν, όπως φαίνεται, συνεχιστεί η επιβάρυνση των συνεπών φορολογουμένων, αλλά και ταυτόχρονα των σκληρά εργαζομένων, στελεχών και παραγωγικών επιχειρήσεων, θα χαθεί στο τέλος το κίνητρο για παραγωγική εργασία νομικών και φυσικών προσώπων με αποτέλεσμα να εκμηδενιστούν οι δυνατότητες εξόδου της χώρας από την παρούσα κρίση. Ιδιαιτέρως για το θέμα της περαίωσης, η ΕΑΣΕ επισημαίνει αυτό που παρατηρείται προσφάτως εμπειρικά στην αγορά και αποδεικνύει τη λανθασμένη εφαρμογή του μέτρου. Οι συνεπείς φορολογούμενοι καλούνται να πληρώσουν ένα ποσό ενδεικτικό για να αποφύγουν έναν έλεγχο που λόγω του δαιδαλώδους συστήματος και της φορολογικής αυθαιρεσίας θα τους επιβαρύνει με πρόστιμα παρά το ότι σε γενικές γραμμές ενήργησαν τυπικά και νόμιμα. Αντιθέτως, οι φοροκλέπτοντες και φοροδιαφεύγοντες, που εντοπίζονται κυρίως στα ελεύθερα επαγγέλματα, φαίνεται να σπεύδουν να κλείσουν τα βιβλία και να αποφύγουν έναν έλεγχο ο οποίος εάν γινόταν θα μπορούσε να αποδώσει πολλά δις στο κράτος. Πρόκειται για κλασική περίπτωση στρέβλωσης κινήτρων, που το μόνο που αποφέρει είναι μια εσπευσμένη και κοντόφθαλμη αύξηση εσόδων. Κατά την ΕΑΣΕ, το κλείσιμο των βιβλίων θα έπρεπε να απαιτεί ως προϋπόθεση την προσκόμιση από τον φορολογούμενο και το συνυπολογισμό της εισοδηματικής του κατάστασης, Ε1 και Ε9, ώστε η σύγκριση των δύο αυτών εντύπων να δικαιολογεί το κλείσιμο των βιβλίων.
Σε ότι αφορά τις δαπάνες, περιλαμβάνονται κι εδώ, όπως εκτιμά, μάλλον εξωπραγματικές “εξοικονομήσεις”, για παράδειγμα, ΔΕΚΟ (-5.9%) και ιδίως επιχορηγήσεις ασφαλιστικών ταμείων (-4.2%). Η ΕΑΣΕ επισημαίνει ότι η κυβέρνηση καθυστερεί αδικαιολόγητα τις όποιες αλλαγές στις ΔΕΚΟ. Το νομοσχέδιο που προβλέπει μειώσεις και πλαφόν μισθών δεν είναι αρκούντως ριζοσπαστικό, με την έννοια ότι δεν περιλαμβάνει δυναμικά μέτρα που να εμπλέκουν την καθοριστική συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, και ιδίως των στελεχών του, στη διοίκηση των δημοσίων αυτών επιχειρήσεων, ενώ βασίζεται αδικαιολόγητα στις λεγόμενες “μετατάξεις”. Επισημαίνεται ότι μόνο οι καταπτώσεις εγγυήσεων για τις επιχειρήσεις αυτές φτάνουν το ύψος 2.16 δις (2011), δηλαδή πλησιάζουν το 1% του Α.Ε.Π. στον προϋπολογισμό του 2011.
Τέλος, η ΕΑΣΕ επισημαίνει την τραγική καθυστέρηση επιστροφής Φ.Π.Α. στις επιχειρήσεις που, σε τόσο αντίξοες συνθήκες, συνεχίζουν να παράγουν και να κερδίζουν στις διεθνείς αγορές, με αποτέλεσμα οι ελληνικές εξαγωγές να “αντέχουν” και να αυξάνονται 2% περίπου στο 9μηνο του 2010.
Γενικώς, η ΕΑΣΕ πιστεύει ότι ο προϋπολογισμός 2011 αναπαράγει στην ουσία μια σειρά παθογενειών που αντίκεινται στην εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας και ιδίως του δημόσιου τομέα:
– Φορολογική απλοποίηση δεν σημειώνεται. Το γραφειοκρατικό κόστος του πολύπλοκου φορολογικού συστήματος παρεμποδίζει την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας.
– Η απλοποίηση των αδειοδοτήσεων και της επιχειρηματικότητας έχει μείνει στα χαρτιά.
– Ο ευρύτερος δημόσιος τομέας συνεχίζει να απασχολεί σε ηγετικές διοικητικές θέσεις κομματικά στελέχη παρά ταλαντούχους και έμπειρους μάνατζερ οι οποίοι θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην εξυγίανση των επιχειρήσεων αυτών.
– Θα πρέπει μεσοπρόθεσμα να ενισχυθούν με κίνητρα, ή τουλάχιστον να επιβαρύνονται λιγότερο φορολογικά, εκείνοι που επιθυμούν να εργαστούν περισσότερο. Η υψηλή φορολόγηση των φυσικών προσώπων αποθαρρύνει αυτούς που επιθυμούν να εργαστούν περισσότερο, καθώς γνωρίζουν πια ότι σχετικά πολύ λίγο θα αυξηθεί το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημά τους με κάθε επιπλέον ώρα εργασίας τους.
– Η δημιουργική απορρόφηση του ΕΣΠΑ (μέχρι σήμερα απορρόφηση μόλις 13% περίπου) αποτελεί πλέον επείγουσα εθνική ανάγκη ώστε να ξεπεράσουμε το 30% στο τέλος του 2011 (3.8 δις το 2011), και να ενισχυθούν οι επενδύσεις.