Η έκδοση δεκαετούς ομολόγου αξιολογείται θετικά από τον γερμανικό Τύπο. Β.Σόιμπλε: «Ζήτησα πολλά από τους ‘Ελληνες, αλλά οι μεταρρυθμίσεις ήταν προς το συμφέρον των Ελλήνων εφόσον ήθελαν να παραμείνουν στην ευρωζώνη».
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, ο γερμανικός Τύπος, τόσο στην έντυπη όσο και στην ηλεκτρονική μορφή του, χαιρετίζει την εξαγγελία ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει στην έκδοση δεκαετούς ομολόγου. Θεωρεί την εξέλιξη ως ένδειξη ότι μπορεί να χρηματοδοτείται πλέον στηριζόμενη σε δικές της δυνάμεις μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων βοήθειας.
«Να ευχαριστήσει τη Moody’s»
«Για πρώτη φορά μετά το 2010 η Ελλάδα τολμά την έκδοση δεκαετούς ομολόγου» γράφει η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Με την έκδοση του νέου τίτλου η Αθήνα φιλοδοξεί να αντλήσει 2 με 3 δις ευρώ. Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα νοιώθει τον ούριο άνεμο από τις διεθνείς χρηματαγορές δεδομένου ότι η απόδοση του 3,63% είναι η χαμηλότερη των τελευταίων 13 χρόνων» επισημαίνει ο αρθρογράφος της. Και το Spiegel στη διαδικτυακή του έκδοση υπενθυμίζει ότι την τελευταία φορά που η Αθήνα προχώρησε στην έκδοση δεκαετούς ομολόγου ήταν τον Μάρτιο του 2010 καταφέρνοντας να συγκεντρώσει 5 δις ευρώ με ένα επιτόκιο του 6,25%, αλλά μερικές εβδομάδες αργότερα ζήτησε τη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για να μην χρεοκοπήσει. «Για δεύτερη φορά μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου η Ελλάδα δοκιμάζει μέσω δεκαετούς ομολόγους αυτήν τη φορά τις αγορές» επισημαίνει η Zeit. «Η πρώτη ήταν τον Ιανουάριο, η χώρα εξέδωσε 5ετές ομόλογο και άντλησε 2,5 δις ευρώ… Έκδοση μακροχρόνιων ομολόγων καθώς και οι αποδόσεις τους θεωρούνται μέσο σύγκρισης για την δανειοληπτική αξιοπιστία μιας χώρας. Για παράδειγμα η Γερμανία χαίρει μεγαλύτερης αξιοπιστίας στις αγορές και μπορεί να δανειστεί με πολύ μικρότερο επιτόκιο».
Η διαδικτυακή Finanzmarktwelt γράφει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ευχαριστήσει τον οίκο αξιολόγησης Moody’s. «Μόλις την περασμένη Παρασκευή προχώρησε σε διπλή αναβάθμιση του αξιόχρεού της και την επόμενη Δευτέρα, εντελώς τυχαία, η χώρα ανακοίνωσε την έκδοσης δεκαετούς ομολόγου. Οποία σύμπτωση!» παρατηρεί με δόση ειρωνείας ο αναλυτής της. «Μια τέτοια στήριξη από τη Moody’s κάνει καλό;» διερωτάται, υποστηρίζοντας ότι η αναβάθμιση του αξιόχρεου δεν φαίνεται ότι θα επηρεάσει ιδιαίτερα την απόδοση του ομολόγου.
«Δεν αρκεί μια φιλική οικονομικά κυβέρνηση»
Η Neue Zürchner Zeitung αποκαλεί «ορόσημο» τον στόχο έκδοσης δεκαετούς ομολόγου, αποδίδει και εκείνη τη θετική εξέλιξη στην Moody´s και επισημαίνει ότι «η Ελλάδα αντιμετωπίζεται πλέον πιο θετικά από τους επενδυτές». Και συνεχίζει: «Για την ώρα η Ελλάδα δεν χρειάζεται άμεσα νέα χρηματοδότηση. Τέλος του 2018 διέθετε αποθέματα ύψους 14,5% του ΑΕΠ της, δηλαδή 26,8 δις ευρώ. Πολύ πιο σημαντικό είναι το μήνυμα της σταθεροποίησης που βγαίνει από την έκδοση του ομολόγου. Αρχικά ο Αλέξης Τσίπρας σχεδίαζε την έκδοση αμέσως μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου αλλά λόγω της αύξησης των αποδόσεων που προκάλεσαν οι αναταραχές στην ιταλική αγορά ομολόγων, αναγκάστηκε να την αναβάλει».
Ο σχολιαστής της ελβετικής εφημερίδας ωστόσο επισημαίνει την διστακτικότητα της Moody’s να προχωρήσει σε υψηλότερη αξιολόγηση της Ελλάδας και αναφέρει ότι για να γίνει αυτό χρειάζεται μεταξύ άλλων να βελτιωθεί σημαντικά η αποδοτικότητα των θεσμών κάτι που θα χρειαστεί πολλά χρόνια για να γίνει. «Σύμφωνα με παρατηρητές είναι πιθανόν στις εκτιμήσεις τους οι οίκοι αξιολόγησης να έχουν συμπεριλάβει πιθανή κυβερνητική αλλαγή. Το αργότερο τον Οκτώβριο θα γίνουν εκλογές και η ΝΔ προηγείται σε τέτοιο βαθμό που εκλογική της νίκη θεωρείται το πιο πιθανό σενάριο. Η Moody’s όμως κάνει σαφές ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από μια φιλική προς την οικονομία κυβέρνηση. Μόνο μια συνεκτική και αποφασιστική μεταρρυθμιστική και αναπτυξιακή πολιτική θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια επαναξιολόγηση».
«Ζήτησα πολλά από τους Έλληνες, αλλά…»
Συνέντευξη στην Berliner Morgenpost παραχώρησε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ως πρόεδρος της Βουλής εκφράζει την ανησυχία του για τις ευρωεκλογές και την ανάγκη η ΕΕ να ξαναβρεί τη λειτουργικότητά της. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο αρθρογράφος τον ρωτά για την ευρωκρίση και κατά πόσο έχει παρέλθει ο κίνδυνος. «Ο κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης έχει ξεπεραστεί» απαντά, «πείσαμε τους σκεπτικιστές, που νόμισαν ότι το ευρώ δεν θα μπορούσε να γίνει και πάλι λειτουργικό. Αλλά δεν έχουμε επιλύσει τα βασικά προβλήματα της νομισματικής ένωσης, γιατί ένα κοινό νόμισμα χρειάζεται κοινή δημοσιονομική, οικονομική και εργασιακή πολιτική. Οι διαφορές στην ανταγωνιστικότητα ανάμεσα στις χώρες έχουν γίνει μεγαλύτερες και για να λυθεί αυτό δεν αρκούν τα εργαλεία που διαθέτει αυτήν τη στιγμή η ΕΕ. Τα προβλήματα πρέπει να λυθούν σε κάθε μια από τις χώρες της ΕΕ». Και εδώ ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναφέρει την Ελλάδα, θυμίζοντας ότι «ως υπουργός Οικονομικών ζήτησε πολλά από τους Έλληνες, αλλά οι μεταρρυθμίσεις ήταν προς το συμφέρον των Ελλήνων εφόσον ήθελαν να παραμείνουν στην ευρωζώνη».
Σε άλλη ερώτηση απορρίπτει νέα μελέτη της δεξαμενής σκέψης «Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής» με έδρα το Φράιμπουργκ, σύμφωνα με την οποία η Γερμανία είναι ο καθαρός νικητής του κοινού νομίσματος και οι Γάλλοι αλλά κυρίως είναι οι Ιταλοί οι ηττημένοι. «Είναι λάθος» αντιτείνει ο Σόιμπλε. «Η πλειονότητα των οικονομολόγων το βλέπουν διαφορετικά. Φυσικά η σχετικά ισχυρή οικονομίας της Γερμανία επωφελήθηκε από την κοινή αγορά και το κοινό νόμισμα. Χώρες όπως η Ιταλία είχαν επίσης όφελος, όπως χαμηλά επιτόκια. Για τη Γαλλία θα πρέπει να δει κανείς την κατάσταση διαφοροποιημένα. Αλλά δεν νομίζω ότι η Γαλλία με τη νομισματική ένωση βρέθηκε σε μεγάλη μειονεκτική θέση» καταλήγει.