Αναιρέθηκε από το Ευρωδικαστήριο απόφαση της ΕΕ για μείωση της συνδρομής της στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αγροτική Ανάπτυξη 2000-2006
Περισσότερα από 72 εκατ. ευρώ καλείται να αποδώσει η Κομισιόν στην Ελλάδα, καθώς αναιρέθηκε από το Ευρωδικαστήριο απόφαση της ΕΕ για μείωση της χρηματοδοτικής συνδρομής στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αγροτική Ανάπτυξη-Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006.
Τους υπαλλήλους της Ειδικής Υπηρεσίας για τα Συγχρηματοδοτούμενα Προγράμματα, που με τις ενέργειές τους κατάφεραν αυτό το αποτέλεσμα συνεχάρη η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας.
Ειδικότερα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Γιάννης Δραγασάκης και ο υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στάθης Γιαννακίδης συναντήθηκαν σήμερα, Παρασκευή, με τους υπαλλήλους της Ειδικής Υπηρεσίας Αρχής Πιστοποίησης και Εξακρίβωσης Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων προκειμένου να τους συγχαρούν, διότι με τις ενέργειές τους πέτυχαν την αναίρεση από το ΔΕΕ απόφασης της ΕΕ για μείωση της χρηματοδοτικής συνδρομής στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αγροτική Ανάπτυξη- Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006, ποσό που ξεπερνούσε τα 72 εκατ. ευρώ.
Όπως σημειώνεται σε σχετική επιστολή, στις 27 Φεβρουαρίου 2019 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) δημοσίευσε μία απόφαση με την οποία ολοκληρώθηκε η Υπόθεση C-670/17/P της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορούσε αίτηση αναιρέσεως προηγούμενης απόφασης της ΕΕ.
Η εν λόγω απόφαση μιλούσε για μείωση της χρηματοδοτικής συνδρομής στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αγροτική Ανάπτυξη- Ανασυγκρότηση της Υπαίθρου 2000-2006 με εφαρμογή δημοσιονομικής διόρθωσης στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων- Τμήμα Προσανατολισμού (ΕΓΤΠΕ-Π) για ποσό ύψους 72.105.592,41 ευρώ.
Ταυτόχρονα έκανε δεκτή την προσφυγή της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά της εκτελεστικής απόφασης της C (2015) 1936 τελικό της Επιτροπής και την ακύρωσε.
Αποτέλεσμα αυτής της έκβασης είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αποδώσει στην Ελληνική Δημοκρατία ποσό μεγαλύτερο από 72 εκατ. ευρώ.
Όπως σημειώνει το υπουργείο, «η μεταγενέστερη απόφαση κατέστη υλοποιήσιμη μόνο γιατί οι ελληνικές υπηρεσίες επέμειναν συντονισμένα επί του δίκαιου αιτήματος της ελληνικής δημοκρατίας για μη τεκμηριωμένη και αβάσιμη παρακράτηση του ανωτέρω ποσού από τις υπηρεσίες της ΕΕ σε βάρος της Ελλάδας, επιμένοντας για την άσκηση κάθε ένδικου μέσου, γεγονός το οποίο και ασκήθηκε με προσφυγή στο ΔΕΕ.»
» Για την τεκμηρίωση δε αυτής της προσφυγής σημαντικό ρόλο έπαιξε η επιστολή με αρ. πρωτ. 55764/ Α. Πλ. 3350/22.5.2015 της Αρχής Πιστοποίησης προς το αρμόδιο τμήμα του ΝΣΚ με την οποία μεταξύ άλλων, τεκμηριώνεται το αβάσιμο και καταχρηστικό της παρακράτησης ποσού 72,1 εκατ. ευρώ που επιβάλλεται προς τη χώρα μας».