Τι προτείνουν οι τράπεζες στους δανειολήπτες
Σε ρυθμίσεις δανείων, με σημαντικό «κούρεμα» οφειλής, για δάνεια σε ελβετικό φράγκο που παραμένουν στην πλειοψηφία τους απλήρωτα τα τελευταία τέσσερα χρόνια προχωρούν οι τράπεζες.
Τα κόκκινα ελβετικά δάνεια αντιπροσωπεύουν σήμερα το 35% των δανείων που χορηγήθηκαν σε ξένο νόμισμα, δηλαδή είναι περί τα 2 δισ. ευρώ στο σύνολο των 7 δισ. ευρώ.
Τα δάνεια αυτά έχουν σχέση οφειλής προς αξία ακινήτου στο 170% και το «κούρεμα» θα υπολογιστεί με βάση loan to value στο 120%.
Οι προτάσεις
Στους δανειολήπτες του ελβετικού φράγκου οι τράπεζες προτείνουν:
την επιλογή του split balance, με την οποία το δάνειο «σπάει» σε δύο κομμάτια, εκ των οποίων το ένα πληρώνεται με την τρέχουσα δόση που του αντιστοιχεί και το υπόλοιπο θα αποπληρωθεί κάποια χρόνια μετά, και
την επιλογή frozen, η οποία συνδυάζει «πάγωμα» του δανείου για κάποια περίοδο με «κούρεμα» κάποιου ποσού.
Η μερική άφεση χρέους, που πλέον θα γίνει μαζικά με βάση τη σχέση υπολειπόμενης οφειλής και αξίας ακινήτου, θα γίνεται εφόσον ο οφειλέτης παραμένει ενήμερος στην εξυπηρέτηση του ρυθμισμένου δανείου.
Μεγάλος αριθμός δανειοληπτών με στεγαστικά δάνεια σε ελβετικό νόμισμα έχει καταφύγει στον νόμο Κατσέλη. Οι ρυθμίσεις που έχουν γίνει ωστόσο μέχρι σήμερα από τα ειρηνοδικεία δεν έχουν αμφισβητήσει τη βάση υπολογισμού του υπολοίπου της οφειλής που είναι η τρέχουσα ισοτιμία ευρώ και ελβετικού φράγκου.
Να σημειωθεί ότι πριν λίγες ημέρες, με μεγάλη πλειοψηφία, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου προχώρησε στην απόρριψη του αιτήματος αναίρεσης δανειολήπτριας σε ελβετικό φράγκο, η οποία ζητούσε να κριθεί ως καταχρηστικός ο όρος που προέβλεπε την αποπληρωμή των δανείων βάσει της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας με το ευρώ.
Στη διάρκεια των τελευταίων ετών, μεγάλη μερίδα των δανειοληπτών αυτών δεν προχώρησαν σε καμία ρύθμιση του δανείου τους, ευελπιστώντας ότι θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν δια της νομικής οδού αποπληρωμή του δανείου με την ισοτιμία ελβετικού φράγκου/ευρώ κατά τη σύναψη της δανειακής σύμβασης.
Στο διάστημα αυτό, όμως, επιβαρύνθηκαν περαιτέρω τόσο από την πορεία της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ελβετικού φράγκου, όσο και από την πτώση των εμπορικών αξιών των ακινήτων.