Αποδείξεις ζητεί η ΑΑΔΕ από τράπεζες για στοιχεία συναλλαγών με κάρτες

Οι φορολογούμενοι που δεν έχουν καλύψει το εισόδημά τους με το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων θα πληρώσουν έξτρα φόρο 22% στο ποσό που λείπει

 

Προθεσμία πέντε ημερών έχουν τα πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να αποστείλουν στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) τις συναλλαγές (αποδείξεις) των φορολογουμένων για το έτος 2018 καθώς και τις συναλλαγές που είχαν με όσους είναι υπόχρεοι σε τήρηση επαγγελματικών λογαριασμών (γιατροί, δικηγόροι κ.λπ.).

 

Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να προστεθούν τόσο στο βασικό έντυπο της φορολογικής δήλωσης (Ε1) όσο και στο έντυπο Ε3 που συμπληρώνουν οι επιτηδευματίες.

 

Σύμφωνα με την kathimerini.gr σημειώνεται ότι οι κωδικοί 049-050 (Δαπάνη αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών) είναι προσυμπληρωμένοι από την εφορία. Ωστόσο, στην περίπτωση που οι φορολογούμενοι διαφωνούν με τα αναγραφόμενα ποσά μπορούν να τα τροποποιήσουν.

 

Οι κωδικοί συμπληρώνονται από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών που πλήρωσαν το 2018 με πλαστικό χρήμα ή e-banking ή μέσω ηλεκτρονικού πορτοφολιού για τη διατήρηση της μείωσης φόρου των 1.900-2.100 ευρώ, η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 8.636-9.545 ευρώ. Το ελάχιστο συνολικό ποσό των δαπανών που κατοχυρώνουν την έκπτωση φόρου προσδιορίζεται ως ποσοστό επί του ατομικού –δηλωθέντος ή τεκμαρτού– φορολογητέου εισοδήματος, ως εξής:

 

• 10%, εφόσον το εισόδημα αυτό ανέρχεται έως 10.000 ευρώ.

 

• 15% για εισόδημα από 10.001 έως 30.000 ευρώ.

 

• 20% επί του υπερβάλλοντος ποσού, εφόσον το εισόδημα ξεπερνάει τις 30.000 ευρώ.

 

Οι φορολογούμενοι που δεν έχουν καλύψει το εισόδημά τους με το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων θα πληρώσουν έξτρα φόρο 22% στο ποσό που λείπει. Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το τεκμαρτό εισόδημα, δηλαδή αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος και η επιπλέον διαφορά δεν καλύπτεται από τον φορολογούμενο, το ύψος της ετήσιας δαπάνης για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πρέπει να έχει εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής για να κατοχυρωθεί η έκπτωση φόρου θα προσδιορίζεται ως ποσοστό επί του (υψηλότερου) τεκμαρτού και όχι επί του (χαμηλότερου) δηλωθέντος εισοδήματος.

 

Στο μεταξύ, μέχρι χθες είχαν υποβληθεί 418.916 φορολογικές δηλώσεις που ισοδυναμούν σε 566.317 εκκαθαριστικά σημειώματα. Η διαφορά αυτή (στις υποβληθείσες δηλώσεις και τα εκκαθαριστικά) οφείλεται στο ότι φέτος για πρώτη φορά τα ζευγάρια θα έχουν ξεχωριστά εκκαθαριστικά σημειώματα. Από την επεξεργασία των εκκαθαριστικών προκύπτουν τα εξής στοιχεία:

 

• Το 22,93% των φορολογουμένων καλείται να πληρώσει επιπλέον φόρο για τα εισοδήματα που απέκτησε το προηγούμενο έτος. Συγκεκριμένα, για 29.883 δηλώσεις το αποτέλεσμα της εκκαθάρισης είναι χρεωστικό με το συνολικό ποσό του φόρου να ανέρχεται σε 69,13 εκατ. ευρώ. Ο μέσος φόρος για τις δηλώσεις αυτές ανέρχεται στα 532 ευρώ.

 

Οι φορολογούμενοι με χρεωστικό σημείωμα καλούνται να πληρώσουν τον φόρο σε τρεις ίσες διμηνιαίες δόσεις εκ των οποίων η πρώτη λήγει στις 31 Ιουλίου, η δεύτερη στις 30 Σεπτεμβρίου και η τρίτη στις 29 Νοεμβρίου. Εκτός από τον φόρο εισοδήματος στα εκκαθαριστικά ενσωματώνονται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, το τέλος επιτηδεύματος, η προκαταβολή φόρου για το επόμενο έτος και το τέλος επιτηδεύματος.

 

• Το 65,36% των φορολογουμένων δεν πληρώνει επιπλέον φόρο στο ελληνικό Δημόσιο. Σε σύνολο 566.317 εκκαθαριστικών σημειωμάτων τα 370.146 είναι μηδενικά.

 

• Για το 11,71% των φορολογουμένων ή 66.278 φυσικά πρόσωπα προέκυψε επιστροφή φόρου που κατά μέσον όρο φθάνει τα 292 ευρώ. Συνολικά το ποσό που θα επιστρέψει ή θα συμψηφίσει το Δημόσιο με άλλες οφειλές των φορολογουμένων ανέρχεται σε 18,7 εκατ.

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ