Το εισόδημα θα κρίνει τον αριθμό και το ύψος των δόσεων
Οι πολυαναμενόμενες ρυθμίσεις των 120 δόσεων για χρέη στην Εφορία και στα Ταμεία φθάνουν επιτέλους -και εκτός απροόπτου- στη Βουλή μετά το Πάσχα.
Πιο πολύπλοκη με αυστηρά περιουσιακά κριτήρια είναι η ρύθμιση που αφορά την Εφορία, με το εισόδημα να κρίνει τον αριθμό, κατ’ επέκταση και το ύψος των δόσεων.
Κατά διαβολική σύμπτωση αυτό είχαν απαιτήσει εξαρχής οι εκπρόσωποι των δανειστών και ας ψελλίζει η κυβέρνηση ότι στη μεταμνημονιακή εποχή δεν χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη της τρόικας για να εφαρμοστούν ευνοϊκές ρυθμίσεις.
Οι 120 δόσεις δεν είναι θέμα συζήτησης με τους θεσμούς, δήλωνε την προηγούμενη εβδομάδα η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου, όταν πριν από δύο εβδομάδες ο ειδικός γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Φώτης Κουρμούσης σε συνάντησή του με τη διοίκηση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών αποκάλυπτε ότι συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις κυβέρνησης-θεσμών για τη ρύθμιση των χρεών στην εφορία.
Απόδειξη δε ότι κάποιο κόλλημα υπήρχε είναι και ότι οι δύο ρυθμίσεις για τις 120 δόσεις φθάνουν να κατατεθούν στη Βουλή μετά το Πάσχα.
Σε κάθε περίπτωση μετά τις κυβερνητικές παλινωδίες και τα σβήσε γράψε όλα δείχνουν ότι διαμορφώθηκε το τελικό πλαίσιο το οποίο θα κατατεθεί στη Βουλή αυτή την εβδομάδα, ώστε μαζί με τη ρύθμιση των 120 δόσεων για χρέη στα Ταμεία, να ψηφιστούν από την Ολομέλεια μετά τις 6 Μαΐου.
Το χρονοδιάγραμμα αυτό θα εξυπηρετούσε και τους πολιτικούς στόχους της κυβέρνησης εν όψει εκλογών, καθώς θα καθίστατο δυνατό να λειτουργήσει η ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας θα κατατεθούν οι αιτήσεις πριν τις ευρωεκλογές.
Θα διευκόλυνε όμως και τους οικονομικούς στόχους, αφού -όπως αναμένεται- θα εισρεύσουν αρκετά χρήματα στα κρατικά ταμεία, ανατρέποντας ίσως την αυξητική τάση των χρεών προς την Εφορία.
Τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) δείχνουν ότι το συνολικό ληξιπρόθεσμο χρέος, μαζί με τις συσσωρευμένες οφειλές των προηγούμενων ετών, διαμορφώθηκε τον Φεβρουάριο σε 104,652 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 18,251 δισ. έχουν ήδη χαρακτηριστεί «ανεπίδεκτα είσπραξης». Επί της ουσίας, το εισπράξιμο ποσό ανέρχεται σε 86,4 δισ. ευρώ.
Μόνο τα «φρέσκα» χρέη ξεπερνούν στο πρώτο δίμηνο του 2019 τα 2 δισ., γεγονός που οι ειδικοί συνδέουν και με την προσδοκία των οφειλετών για τη νέα ρύθμιση των χρεών.
Βάσει εισοδήματος ο αριθμός των δόσεων
Όλα τα οφέλη της ρύθμισης, εξάντληση του αριθμού των 120 δόσεων και χαμηλή δόση εξασφαλίζουν οι οφειλέτες του Δημοσίου που έχουν ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ, σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά.
Το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης εξετάζεται να οριστεί στο χαμηλό επίπεδο των 20 ευρώ μηνιαίως, ενώ ο κατώτερος αριθμός δόσεων στις 18 δόσεις.
Τα οφέλη περιορίζονται όσο ανεβαίνουμε εισοδηματική τάξη, με τον αριθμό των δόσεων για όσους δηλώνουν εισόδημα πάνω από 10.000 ευρώ να προκύπτει από μαθηματική πράξη.
Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη του νομοσχεδίου, για εισοδήματα από 10.000 ευρώ και πάνω θα εφαρμόζεται συγκεκριμένος «αλγόριθμος» ανά 5.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, οι μηνιαίες δόσεις δεν θα είναι κατώτερες από 18 που θα είναι το «κατώφλι» με τις ευκολίες αποπληρωμής.
Ποιοι μπορούν να ενταχθούν
Πρόσβαση στη νέα ρύθμιση θα έχουν μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενοι, υπό την προϋπόθεση ότι οι τελευταίοι έχουν κλείσει τα βιβλία τους διακόπτοντας έτσι την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Επίσης, θα μπορούν να υπαχθούν και όσοι είναι σήμερα ενταγμένοι στη ρύθμιση των 12 δόσεων, καθώς θα προβλέπεται η υπαγωγή του υπολοιπόμενου ποσού οφειλής που έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ, με απώλεια των διευκολύνσεων των προηγούμενων ρυθμίσεων.
Αντίθετα, εκτός ρύθμισης μένουν φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμα χρέη, οι οποίοι έχουν ήδη ενταχθεί στο εξωδικαστικό μηχανισμό και στον νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (Ν. 3869/2010), αλλά και όσοι οφειλέτες είχαν υπαχθεί στη ρύθμιση των 100 δόσεων του 2015.
Το τελικό σχέδιο
Οι βασικές προβλέψεις του τελικού σχεδίου για τις 120 δόσεις στην Εφορία, όπως τις σχηματοποιεί η Εφημερίδα των Συντακτών