Τις προσδοκίες της για την ελληνική οικονομία ρίχνει η επενδυτική τράπεζα Morgan Stanley η οποία σε έκθεσή της προβλέπει ανάπτυξη 1,3% για την Ελλάδα το 2019, ενώ εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να ανακάμπτει την επόμενη διετία, επισημαίνοντας παράλληλα τον καταλυτικό ρόλο των εκλογών.
Ειδικότερα, στην έκθεσή της η επενδυτική τράπεζα εκτιμά ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,7% τη διετία 2019-2020. Η μειωμένη πρόβλεψη σε σχέση με προηγούμενες εκτιμήσεις της σχετίζεται κυρίως με την αδυναμία που παρουσιάστηκε το τέταρτο τρίμηνο του 2018, σημειώνει.
Η τράπεζα αναφέρει ότι η ήπια διόρθωση που καταγράφηκε το τέταρτο τρίμηνο ήταν μια «ανατάραξη». «Τα στοιχεία στην Ελλάδα τείνουν να είναι ευμετάβλητα, οπότε δεν μας προβληματίζει, ιδιαίτερα δεδομένης της δυναμικής των προηγούμενων τριμήνων», αναφέρει η έκθεση.
Παράλληλα, σημειώνει ότι πιθανότατα η ανάπτυξη το πρώτο τρίμηνο του 2019 είναι καλύτερη, αλλά αναμένεται να διατηρηθεί ένα επίπεδο αδυναμίας. Πιο αξιοσημείωτη επιτάχυνση αναμένεται να λάβει χώρα από το δεύτερο τρίμηνο και μετά, καθώς βελτιώνεται το κλίμα από τα συνεχιζόμενα θετικά βήματα εξόδου από τα μνημόνια.
Η αισιοδοξία των αγορών για την οικονομία θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω εάν η επόμενη βουλή επικεντρωθεί στη δημιουργία ενός φιλικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις, τονίζει η Morgan Stanley, επισημαίνοντας το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας στις δημοσκοπήσεις για τις εθνικές εκλογές.
Η τράπεζα προσθέτει: «Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ λάβει “σινιάλα”, για παράδειγμα στις ευρωεκλογές, ότι το προβάρισμα της ΝΔ είναι χαμηλότερο των δημοσκοπήσεων, θα μπορούσε να ενισχυθεί η αβεβαιότητα βραχυπρόθεσμα.
Ένα βασικό ρίσκο για την Ελλάδα σχετίζεται με ενδεχόμενη σημαντική σύσφιξη των χρηματοδοτικών συνθηκών για τις αναδυόμενες αγορές, ίσως μετά από μια παρατεταμένη κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Στον αντίποδα, εάν βρεθεί σύντομα λύση στο μέτωπο του μεγάλου ύψους των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει τις αναπτυξιακές προοπτικές.