Υπό το πρίσμα της αθροιστικής ζήτησης, οι ελληνικές εξαγωγές, δηλαδή οι δαπάνες φορέων της αλλοδαπής για αγορές αγαθών και υπηρεσιών που παρήχθησαν εντός της χώρας, είχαν την υψηλότερη συνεισφορά στον ετήσιο ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το 2018.
Παρά ταύτα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των περισσοτέρων επίσημων οργανισμών (π.χ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Τράπεζα της Ελλάδος κ.α.), ο ρυθμός ενίσχυσης των εξαγωγών στην Ελλάδα αναμένεται να επιβραδυνθεί το 2019. Επί παραδείγματι, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Μάιος 2019), ο πραγματικός ρυθμός μεταβολής των ελληνικών εξαγωγών εκτιμάται στο 4,7% το 2019 από 8,7% το 2018. Στην περίπτωση που επαληθευτεί αυτό το σενάριο, τότε η συνεισφορά των εξαγωγών στον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης θα συρρικνωθεί στις 1,6 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ) από 2,8 ΠΜ πέρυσι.
Ο κύριος ερμηνευτικός παράγοντας για την προβλεπόμενη μείωση του ρυθμού αύξησης των ελληνικών εξαγωγών είναι η εκτιμώμενη πτώση του ρυθμού ενίσχυσης των εισοδημάτων σε χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει στενές εμπορικές σχέσεις (π.χ. το 2018 η ΕΕ-28 απορρόφησε το 52,8% των ελληνικών εξαγωγών εμπορευμάτων ή το 67,7% εξαιρουμένων των κατηγοριών των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών και των πλοίων, πλοιαρίων και πλωτών κατασκευών).
Ποια είναι η εικόνα που διαμορφώνεται για την πορεία των ελληνικών εξαγωγών το 1ο τρίμηνο 2019; Επαληθεύεται το σενάριο της επιβράδυνσης; Για τον τομέα των αγαθών η απάντηση είναι καταφατική. Σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορευματικών συναλλαγών (commercial transactions) της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών εμπορευμάτων – εξαιρουμένων των κατηγοριών των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών και των πλοίων, πλοιαρίων και πλωτών κατασκευών – ενισχύθηκε σε ετήσια βάση κατά 3,6% ή €190,6 εκατ. το 1ο τρίμηνο 2019 από 7,8% ή €418,1 εκατ. το 4ο τρίμηνο 2018. Η εν λόγω επιβράδυνση προήλθε κυρίως από τις κατηγορίες εμπορευμάτων όπως λάδια και λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης, βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη και μηχανήματα και υλικό μεταφορών.
Στην πλευρά της χρέωσης των εμπορευματικών συναλλαγών, δηλαδή των εισαγωγών, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής μειώθηκε στο 5,8% ή €770,0 εκατ. το 1ο τρίμηνο 2019 από 7,9% ή €1.029,8 εκατ. το 4ο τρίμηνο 2018. Ως εκ τούτου το εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε σε ετήσια βάση κατά €283,8 εκατ. Τέλος, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών και των πλοίων, πλοιαρίων και πλωτών κατασκευών, η ετήσια αύξηση του εμπορικού ελλείμματος (σύνολο εμπορευμάτων) ανήλθε στα €643,1 εκατ. (από €5.320,2 εκατ. το 1ο τρίμηνο 2018 στα 5.963,4 εκατ. το 1ο τρίμηνο 2019).
Επιβραδύνθηκε ο ρυθμός αύξησης του δείκτη βιομηχανικής παραγωγής το 1ο τρίμηνο 2019
Ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 1,3% το 1ο τρίμηνο 2019 από 1,7% το προηγούμενο τρίμηνο. Η εν λόγω επιβράδυνση προήλθε από την επίδοση των τομέων των μεταποιητικών βιομηχανιών και των ορυχείων και λατομείων. Στον μεν πρώτο, ο ετήσιος ρυθμός ενίσχυσης της παραγωγής μειώθηκε στο 1,7% το 1ο τρίμηνο 2019 από 2,1% το 4ο τρίμηνο 2018, στον δε δεύτερο, ο ρυθμός μείωσης της παραγωγής ενισχύθηκε στο -9,0% από -3,9% το προηγούμενο τρίμηνο
Σε όρους τριμηνιαίας μεταβολής, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής ενισχύθηκε κατά 0,3% το 1ο τρίμηνο 2019 από 0,7% το 4ο τρίμηνο 2018. Η προαναφερθείσα επιβράδυνση ήταν
αποτέλεσμα της μείωσης της παραγωγής στους τομείς των ορυχείων και λατομείων και του ηλεκτρισμού κατά -4,5% και -1,5% αντίστοιχα. Αντισταθμιστικό ρόλο στα παραπάνω αρνητικά αποτελέσματα διαδραμάτισε ο δείκτης παραγωγής στη μεταποίηση παρουσιάζοντας ενίσχυση 1,6% από 0,2% το προηγούμενο τρίμηνο.
Πτωτικά κινήθηκε σε ετήσια βάση ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2019
Οι πωλήσεις – σε σταθερές τιμές – στον τομέα του λιανικού εμπορίου κινήθηκαν πτωτικά το 1ο δίμηνο του τρέχοντος έτους. Συγκεκριμένα, ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο μειώθηκε σε ετήσια βάση κατά -2,9%. Επιπρόσθετα, σε σύγκριση με το δίμηνο Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου 2018 ο δείκτης όγκου στο λιανικό εμπόριο συρρικνώθηκε κατά -2,3%. Η εν λόγω αρνητική επίδοση προήλθε κυρίως από τις κατηγορίες καταστημάτων όπως μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets), πολυκαταστήματα, τρόφιμα, ποτά και καπνός, φαρμακευτικά και καλλυντικά και ένδυση και υπόδηση.