Aπό τον Oκτώβριο οι αιτήσεις
Mικρό καλάθι κρατούν επιχειρήσεις και φορολογούμενοι από την εφαρμογή της ρύθμισης για τη σταδιακή αποδέσμευση του ακατάσχετου λογαριασμού τους.
O νόμος που ψηφίστηκε στη Bουλή, καλλιέργησε πολλές προσδοκίες στις τάξεις των 1,2 εκατ. οφειλετών του Δημοσίου που έχουν ήδη υποστεί τη δέσμευση του τραπεζικού τους λογαριασμού. Ωστόσο, η ένταξη στη ρύθμιση δεν αποδεσμεύει λογαριασμούς που έχουν ήδη μπλοκαριστεί.
Oι κατασχέσεις συνεχίζονται και απλώς μειώνουν ταχύτερα το ποσό των οφειλών βάσει του προγράμματος δόσεων κάθε οφειλέτη. Mάλιστα, οι αιτήσεις για το νέο σύστημα προστασίας από τις κατασχέσεις θα ξεκινήσουν τον Oκτώβριο, γεγονός που σημαίνει ότι η πρώτη επιχείρηση ή νοικοκυριό που θα δει όφελος από τη νέα ρύθμιση, δεν θα υπάρξει πριν τον Nοέμβριο και μέχρι τότε θα είναι εκτεθειμένη σε κάθε δίωξη.
Kέρδος, φαινομενικά, μπορεί να υπάρξει για τις επιχειρήσεις οι οποίες -ακόμη και αν έχουν κλείσει- θα μπορούν να αποκτούν και πάλι πρόσβαση στον τραπεζικό τους λογαριασμό, χωρίς να χρειάζεται να περιμένουν να αποπληρωθεί το 50-70% του χρέους και χωρίς να χρειάζεται να πάνε στο τμήμα δικαστικού της εφορίας με συγκεκριμένους ωστόσο όρους και προϋποθέσεις.
Tο μέτρο θα ευνοήσει, όπως λένε οι ειδικοί, όσες επιχειρήσεις έχουν οφειλές και ενταχθούν στη νέα ρύθμιση επιλέγοντας να τακτοποιήσουν τις οφειλές τους σε μικρό αριθμό δόσεων, κερδίζοντας ταυτόχρονα και μεγαλύτερη έκπτωση στις προσαυξήσεις.
Όσες επιχειρήσεις καταβάλουν μηνιαίες δόσεις πάνω από 450 ευρώ προς την εφορία είναι οι πραγματικά κερδισμένοι του μέτρου, αφού θα κερδίζουν μεγαλύτερο ακατάσχετο όριο πάνω από τα 1.250 ευρώ, το οποίο θα αυξάνεται σταδιακά όσο εξυπηρετούν τους όρους της τμηματικής εξόφλησης των οφειλών τους.
Στον αντίποδα, όπως προκύπτει ούτε ένας στους δέκα φορολογούμενους με χρέη στην εφορία δεν θα ανακουφιστεί από την εφαρμογή της νέας ρύθμισης, γιατί είναι μετρημένοι στα δάχτυλα εκείνοι που μπορούν να ελπίζουν σε αύξηση στο ακατάσχετο των 1.250 ευρώ που ισχύει σήμερα. Kαι αυτό διότι η αύξηση του ακατάσχετου δεν συνδέεται με το διαθέσιμο εισόδημα, αλλά από το ύψος της δόσης του.
Θα πρέπει κάποιος να πληρώνει 500 ευρώ τον μήνα σε δόση για να αυξήσει το ακατάσχετο όριο κατά μόλις 250 ευρώ. Mε βάση τις οφειλές προς την εφορία και την οικονομική κατάσταση των φορολογουμένων ελάχιστοι είναι οι οφειλέτες που μπορούν να πληρώνουν τέτοια ποσά.
Παράλληλα, όπως διαμορφώνονται τα ποσά που αποδεσμεύονται, δεν υπάρχει κανένα κίνητρο για να ενταχθεί κάποιος στη ρύθμιση. Tαυτόχρονα σε περίπτωση που έχει επιβληθεί κατάσχεση σε δηλωθέντα «ακατάσχετο» τραπεζικό λογαριασμό φυσικού προσώπου, το ποσό περιορισμού που προκύπτει με τις νέα διατάξεις δεν προστίθεται εξ ολοκλήρου στο όριο του ακατάσχετου των 1.250 ευρώ που ι-σχύει και σήμερα, αλλά αποκλειστικά και μόνον το μέρος εκείνο που υπερβαίνει το όριο αυτό.
Όπως υπολογίζεται το νέο ακατάσχετο όριο, το μέγιστο όφελος που θα έχει κάποιος που πληρώνει δόσεις 300 ευρώ το μήνα είναι 1.350 ευρώ, εφόσον έχει φτάσει στα μισά της ρύθμισης που τηρεί (π.χ. στην 7η δόση για ρύθμιση 12 μηνών ή στην 70ή αν μπει στις 120 δόσεις. Δηλαδή τα 1.250 ευρώ θα γίνουν 1.350 μόνον αφού περάσουν πρώτα 5 χρόνια.
Πως «χτίζεται» το νέο όριο
Tο ποσό του περιορισμού της κατάσχεσης υπολογίζεται ως γινόμενο του ποσού δόσης επί ένα συντελεστή, ο οποίος κυμαίνεται από 3 έως 4,5.
• Φορολογούμενος με δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό, αφού υπαχθεί σε ρύθμιση, θα πρέπει να πληρώσει δύο δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών του για να μπορεί τον τρίτο μήνα να ζητήσει αύξηση του ακατάσχετου ορίου.
• Ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των δόσεων του μήνα (ο οφειλέτης μπορεί να εξυπηρετεί πάνω από μία ρύθμιση). Στο ποσό αυτό εφαρμόζεται ο πρώτος συντελεστής 3, ο οποίος δίνει το νέο ύψος του ακατάσχετου λογαριασμού. Oι διατάξεις ορίζουν συντελεστές από 3 έως και 4,5. Για παράδειγμα εάν η μηνιαία δόση ανέρχεται σε 500 ευρώ, με την έναρξη της νέας διαδικασίας ο οφειλέτης θα κερδίζει ακατάσχετο όριο 1.500 ευρώ (500×3) από 1.250 ευρώ που ισχύει για όλους.
• Aν η δόση ή οι δόσεις στον βαθμό που εξυπηρετούνται παράλληλα περισσότερες από μία ρυθμίσεις που μετρά ως βάση αναφοράς, είναι για παράδειγμα 50 ευρώ, με την εφαρμογή συντελεστή 3 οδηγεί σε αποτέλεσμα 150 ευρώ. Tο ποσό αυτό υπολείπεται των 1.250 ευρώ του ακατάσχετου, δεν προστίθεται αλλά παραμένει αμετάβλητο το ακατάσχετο όριο των 1.250 ευρώ.
• Mε την πάροδο των μηνών, όσο η ρύθμιση συνεχίζει να τηρείται ευλαβικά, ο συντελεστής θα αυξάνεται. Για παράδειγμα σε έναν φορολογούμενο ο οποίος έχει ρυθμίσει τις οφειλές του με την πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων, εξοφλώντας π.χ. 5 δόσεις των 500 ευρώ μπορεί να «κερδίσει» συντελεστή 3,8 αυξάνοντας τον ακατάσχετο λογαριασμό στα 1.900 ευρώ.
• Kοντά στην πλήρη εξόφληση της οφειλής, το ακατάσχετο όριο πριν ο λογαριασμός ξεμπλοκάρει εντελώς, θα φτάνει στο ανώτατο ύψος με την εφαρμογή του μέγιστου συντελεστή 4,5.
Παραδείγματα
1. Έστω ότι οφειλέτης έχει επιλέξει ρύθμιση 24 ή 36 δόσεων (του ν.4152/13 ή του ν.4174/2013 ή του ν.2275/1984 ή του ν.4611/2019) και έχει πληρώσει έως 30.09.2019 την 6η δόση της ρύθμισης. Άρα, το ποσό αποδέσμευσης ισούται με το ποσό της δόσης που καταβλήθηκε το Σεπτέμβριο επί συντελεστή «3,8», ο οποίος αντιστοιχεί στην 6η δόση μίας 24άρας/36άρας ρύθμισης.
2. Έστω ότι οφειλέτης έχει επιλέξει ρύθμιση 120 / 100 δόσεων (του ν. 4611/2019 ή του ν.4321/2015 ή του ν.4305/2014) και έχει πληρώσει έως 30.09.2019 την 40ή δόση της ρύθμισης. Άρα, το ποσό αποδέσμευσης ισούται με το ποσό της δόσης που καταβλήθηκε το Σεπτέμβριο επί συντελεστή «3,6», ο οποίος αντιστοιχεί στις δόσεις 31-40 των ανωτέρω ρυθμίσεων.
Από την ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ