Τη δική του απάντηση στην ομιλία του Πολ Τόμσεν στο London School of Economics όπου μεταξύ άλλων ανέφερε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε την πολιτική των υπερπλεονασμάτων, έδωσε ο πρώην υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Στην ανακοίνωσή του ο κ Τσακαλώτος αναφέρει:
1) Ότι δεν «συμφωνήσαμε» υψηλά πλεονάσματα οικειοθελώς, αλλά κάτω από την πίεση των πιστωτών. Και παρά την πίεση αυτή ήταν σαφώς χαμηλότερα από αυτά που είχαν συμφωνήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
2) Ότι η υπέρβαση των συμφωνημένων στόχων δεν ήταν επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης αλλά αποτέλεσμα των συστηματικών αστοχιών στις «επιστημονικές» προβλέψεις των στελεχών του ΔΝΤ, που οδηγούσαν στην επιβολή περισσότερων μέτρων.
3) Ότι η παρέμβαση του ΔΝΤ ήταν πάντα ασύμμετρη, και πήρε την απόφασή του να μη συμμετέχει στο πρόγραμμα την τελευταία στιγμή. Μέχρι το τέλος του προγράμματος «συμβούλευε» τους πιστωτές να μειώσουν τα πλεονάσματα και να κάνουν περισσότερα για το χρέος, αλλά ποτέ αυτή η πίεση δεν είχε δόντια -δεν υπήρχε απειλή ότι αυτό πρέπει να γίνει έγκαιρα, για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του ΔΝΤ.
4) Ότι αντιθέτως, η απειλή σε μας ήταν συστηματική, με κορυφαίο παράδειγμά το 2017, με την επιβολή νομοθετικής παρέμβασης μείωσης των συντάξεων και του αφορολόγητου, που τελικά καταφέραμε να αποτρέψουμε το 2018.
5) Ότι η εμμονή του κ. Τόμσεν για χαμηλότερες συντάξεις και χαμηλότερο αφορολόγητο έκανε και κάτι ακόμα. Ζημίωσε το επιστημονικό κύρος του ΔΝΤ. Με προβλέψεις για ανάπτυξη και πλεονάσματα που δεν στηρίζονταν στα πραγματικά δεδομένα της οικονομίας, αλλά χρησιμοποιούνταν για άσκηση πίεσης για αντιλαϊκές πολιτικές. Ακόμα και στις αρχές του 2018 προέβλεπαν πρωτογενές πλεόνασμα 1%.
6) Κι ένα τελευταίο. Ας αποφασίσει κάποτε το ΔΝΤ αν το αφήγημα στο υψηλό επίπεδο για inclusive growth και άμβλυνση των ανισοτήτων είναι μόνο για το θεαθήναι. Γιατί η πίεση της ομάδας του κ. Τόμσεν την περίοδο 2015-2018 μόνο το inclusive growth και τη μείωση των ανισοτήτων δεν εξυπηρετούσαν.