Ακόμα δεν έχουν φανεί σε πλήρη έκταση οι επιπτώσεις από την πτώχευση της Thomas Cook στην ελληνική οικονομία, αλλά και στην “ραχοκοκαλιά” της τουριστικής βιομηχανίας, τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που είχαν συνδεθεί με τα δίκτυα του δεύτερου μεγαλύτερου διοργανωτή ταξιδιών στον κόσμο.
Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Συνδέσμου των Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος – αφού σημειώνει ότι από την πρώτη στιγμή ο σύνδεσμος εστίασε στην ακριβή αποτύπωση της ζημίας- τονίζει ότι το ζήτημα αυτό είναι συστημικό που επηρεάζει ευρύτερα την ελληνική οικονομία.
Την ίδια στιγμή, αναφέρει ότι στον διάλογο με τα αρμόδια υπουργεία για την “επούλωση των πληγών” των επιχειρήσεων που είχαν συνεργασία με τον Τhomas Cook, «δεν ζητήθηκε να ληφθούν μέτρα εις βάρος των φορολογουμένων. Εμείς δεν ζητήσαμε να επιδοτηθούμε από τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου» λέει και προσθέτει: «Ποτέ δεν ζητήσαμε να πάρουμε χρήματα, τα οποία δεν θα πληρώνονταν από την εταιρεία που πτώχευσε. Αντίθετα ζητήσαμε μια παρέμβαση απαλλαγής της καταβολής του ΦΠΑ για τα τιμολόγια που δεν θα εισέπρατταν ποτέ οι τουριστικές επιχειρήσεις».
Εστιάζοντας στον αντίκτυπο της παύσης των εργασιών του Thomas Cook στην ελληνική τουριστική βιομηχανία, ο κ. Ρέτσος επανέλαβε ότι το πρόβλημα είναι συστημικό, γεγονός που εντείνεται από τη χρονική στιγμή που ανακοινώθηκε η πτώχευση του διοργανωτή ταξιδιών, δηλαδή το τρίτο τρίμηνο του έτους, το πλέον παραγωγικό για την τουριστική βιομηχανία, όπου οι επιχειρήσεις πετυχαίνουν και τα μεγαλύτερα έσοδα.
Αυτό και μόνο, όπως σημειώνει ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, γεννάει προβληματισμό, αν τελικά οι επιχειρήσεις που είχαν “έκθεση” στην Thomas Cook, θα είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, προς τους προμηθευτές κλπ. «Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ο πολλαπλασιαστής του τουρισμού για την οικονομία (είναι από 2,1 έως 2,5), αυτό δυνητικά θα μπορούσε να είναι μια μεγάλη ζημιά για την ελληνική οικονομία, κάτι που θα φανεί το επόμενο διάστημα», εκτιμά ο κ. Ρέτσος.
Παραμένοντας στο ντόμινο των συνεπειών της πτώχευσης, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ εστιάζει και στις ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις και στο τι μέλλει γενέσθαι με τις υποχρεώσεις τους προς τρίτους. Τι θα γίνει παράλληλα με τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις, τους εκσυγχρονισμούς των μονάδων και αν τελικά θα υπάρχει δυνατότητα για υλοποίησή τους. Από το μικροσκόπιο του ΣΕΤΕ περνάνε και οι τουριστικές επιχειρήσεις που έχουν δανεισμό, και αν αυτές, με αφορμή το λουκέτο του Thomas Cook, θα περάσουν την κόκκινη γραμμή.
Ειδικά για το σκέλος του δανεισμού, ο κ. Ρέτσος ανάφερε ότι υπάρχει επικοινωνία με την Ένωση των Ελληνικών Τραπεζών, ώστε να διαπιστωθεί η έκθεσή τους στον τραπεζικό δανεισμό. Ανοιχτό, εξάλλου, παραμένει για τον ΣΕΤΕ και το ζήτημα του κλεισίματος των ισολογισμών των εν λόγω τουριστικών επιχειρήσεων την εφετινή χρονιά, με κύριο αίτημα προς την ΑΑΔΕ να αφαιρεθούν από το συνολικό τζίρο τους τα ανείσπρακτα ποσά. Στο παρελθόν έχει υπάρξει αντίστοιχη ρύθμιση μέσω ΠΟΛ και χωρίς δικαστική απόφαση, όπως αναφέρθηκε.
Το στοίχημα για τον ελληνικό τουρισμό, την επομένη του λουκέτου της Thomas Cook, δεν είναι διαφορετικό από αυτό που έχει θέσει ο ΣΕΤΕ τα τελευταία χρόνια και δεν είναι άλλο από αυτό της έμφασης στην ποιότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, που περνάει μέσα από την διαχείριση των προορισμών, όπως αναφέρθηκε. «Η πρόκληση για τον τομέα δεν είναι πως τα 33 εκατομμύρια θα γίνουν 35 ή 40, αλλά πως θα ωριμάσει το ελληνικό τουριστικό προϊόν. Πως δηλαδή θα βελτιωθούν οι υποδομές των προορισμών και πως ο κλάδος συνολικά θα στρέψει το βλέμμα στις διεθνείς τάσεις της παγκόσμιας τουριστικής σκηνής», υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, ο κ. Ρέτσος.
Σημαντική παράμετρος παραμένει εξάλλου και σε τι ποσοστό θα αναπληρωθεί το νούμερο των τουριστών που έφερνε στην Ελλάδα η Thomas Cook, με τον κ. Ρέτσο να σημειώνει ότι δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι αυτό θα καλυφτεί σε ποσοστό 100% από άλλους «τουρ οπερέιτορς», αλλά ούτε ότι αυτό θα γίνει απαραίτητα με τις τιμές της Thomas Cook. «Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει πίεση για χαμηλότερη τιμή. Ακόμα και ο ίδιος αριθμός τουριστών να έλθει, τα έσοδα θα είναι μικρότερα για την ελληνική οικονομία», αναφέρει ο κ. Ρέτσος.
Σε ό,τι αφορά τα ακριβή νούμερα των τουριστών που έφερνε στην Ελλάδα η Thomas Cook, ο κ. Ρέτσος σημειώνει ότι αυτός παραμένει αδιευκρίνιστος. Από τις αγορές της Αγγλίας, της Σκανδιναβίας και της Γερμανίας οι τουρίστες ανέρχονται σε 1,2 εκατομμύρια. Την ίδια στιγμή διακινούσε κόσμο και από 11 επιπλέον χώρες, όπως τονίζεται. Σε κάθε περίπτωση, όπως εξηγεί ο κ. Ρέτσος «δεν μπορεί o αριθμός των τουριστών που έφταναν στην Ελλάδα μέσω του Thomas Cook να έφταναν τα 2,5 εκατομμύρια, αλλά δε μπορούμε να μιλάμε και για 1 εκατομμύριο επισκέπτες».