Κατέγραψε τη μεγαλύτερη προσαρμογή, με το επίπεδο δανεισμού της να συγκλίνει με εκείνο των άλλων χωρών
Σε ένα περιβάλλον γενικευμένης μείωσης των αποδόσεων των ομολόγων στην Ευρωζώνη τον τελευταίο χρόνο, λόγω της επιβράδυνσης της οικονομίας της και των νέων μέτρων στήριξης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη προσαρμογή, με το επίπεδο δανεισμού της να συγκλίνει με εκείνο των άλλων χωρών.
Πιο χαρακτηριστική ένδειξη του μεγέθους της προσαρμογής που έγινε ήταν το αρνητικό επιτόκιο (-0,02%) της έκδοσης τρίμηνων έντοκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου στις 9 Οκτωβρίου.
Πολύ μεγάλη είναι, όμως, η πτώση του κόστους δανεισμού και για τα 10ετή ομόλογα, όπως και για τις υπόλοιπες διάρκειες των τίτλων που έχει εκδώσει η Ελλάδα, δηλαδή τα 7ετή και 3ετή ομόλογα. Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, η απόδοση των 10ετών ομολόγων διαμορφώθηκε στις 23 Οκτωβρίου στο 1,25% από 4,26% που ήταν ένα χρόνο πριν, δηλαδή μειώθηκε περισσότερο από τρεις ποσοστιαίες μονάδες (301 μονάδες βάσης).
Την ίδια περίοδο, η απόδοση των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων, που αποτελούν τον δείκτη αναφοράς για την Ευρωζώνη, μειώθηκε κατά 79 μονάδες βάσης στο 0,40%, των ισπανικών μειώθηκε κατά 138 μονάδες βάσης στο 0,24%, των πορτογαλικών κατά 178 μονάδες βάσης στο 0,19% και των ιταλικών κατά 267 μονάδες βάσης στο 0,93%.
Η μεγαλύτερη μείωση των αποδόσεων των ελληνικών 10ετών ομολόγων είχε ως αποτέλεσμα και τη σημαντική μείωση των spread, δηλαδή των διαφορών στις αποδόσεις τους σε σχέση με εκείνες των άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Το spread με τα γερμανικά ομόλογα μειώθηκε στις 165 μονάδες βάσης (1,65 ποσοστιαίες μονάδες) από 387 πριν από ένα χρόνο, ενώ το spread με τα πορτογαλικά ομόλογα μειώθηκε στις 106 μονάδες βάσης από 229 και με τα ιταλικά ομόλογα στις 32 μονάδες βάσης.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το κόστος με το οποίο μπορεί να δανειστεί η Ελλάδα από τις αγορές, με βάση τις τρέχουσες αποδόσεις των ομολόγων, είναι χαμηλότερο από το κόστος εξυπηρέτησης του συσσωρευμένου χρέους της.
Και αυτό δεν αφορά μόνο τα πιο ακριβά δάνεια του ΔΝΤ, που για ένα σημαντικό μέρος τους υπερβαίνει το 5% ( και για αυτό η Ελλάδα έχει υποβάλει αίτημα πρόωρης αποπληρωμής τους) ή τα ομόλογα που είχε εκδώσει την τελευταία πενταετία και αυτά που είχαν δοθεί με το PSI, αλλά και τα δάνεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) που αντιστοιχούν στο 53,6% του συνολικού ελληνικού χρέους.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ESM, το επιτόκιο με το οποίο δανείζει αυτός την Ελλάδα διαμορφώθηκε φέτος κοντά στο 1,4%, ενώ λίγο χαμηλότερο είναι το επιτόκιο για τα δάνεια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) που ήταν ο πρόδρομος του ESM. Αυτό θα έχει προφανώς θετική επίδραση στη εξέλιξη του χρέους και για τον λόγο αυτό η κυβέρνηση θεωρεί ότι θα υπάρξει μία νέα ανάλυση της βιωσιμότητάς του.
Η μείωση του κόστους δανεισμού της Ελλάδας, που βασίσθηκε στην προσδοκία των επενδυτών ότι η χώρα δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα αποπληρωμής των ομολόγων της έως τουλάχιστον το 2032 λόγω των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσής του, επιταχύνθηκε μετά τις εκλογές, εξέλιξη στην οποία συνέβαλαν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που εξήγγειλε η κυβέρνηση και το «πράσινο φως» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σχέδιο Ηρακλής για την επιτάχυνση της μείωσης των κόκκινων δανείων.
Τον τελευταίο μήνα (από τις 23 Σεπτεμβρίου), η απόδοση των ελληνικών 10ετών ομολόγων μειώθηκε κατά 6 μονάδες βάσης, ενώ των γερμανικών αυξήθηκε κατά 21 μονάδες βάσης, των ισπανικών κατά 13 μονάδες βάσης και των ιταλικών κατά 10 μονάδες βάσης.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ