Οι Έλληνες κατασκευαστές εξακολούθησαν να υποδεικνύουν σταθερή βελτίωση της υγείας του μεταποιητικού τομέα κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου, παρότι ο κύριος δείκτης PMI έκλεισε στη χαμηλότερη τιμή που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Ιούνιο.
Μολονότι η αύξηση της παραγωγής και των νέων εργασιών εξασθένησε, παρέμεινε σημαντική στο πλαίσιο της ιστορίας της έρευνας. Ωστόσο, η ζήτηση από τους πελάτες του εξωτερικού αυξήθηκε και οδήγησε σε ταχύτερη αύξηση των νέων εργασιών από το εξωτερικό.
Ως εκ τούτου, οι εταιρείες κατέγραψαν δριμύτερη αύξηση του αριθμού των εργαζομένων, καθώς ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας ήταν ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Απρίλιο.
Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παρέμεινε επίσης έντονη, καθώς οι κατασκευαστές ανέφεραν ευνοϊκότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και μεγαλύτερη ζήτηση. Παράλληλα, οι εταιρείες μείωσαν τις τιμές χρέωσης για πρώτη φορά από τον περασμένο Ιούνιο, λόγω των εντονότερων ανταγωνιστικών πιέσεων.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) –ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– έκλεισε στις 53.5 μονάδες τον Οκτώβριο, τιμή ελαφρώς χαμηλότερη από τις 53.6 μονάδες του Σεπτεμβρίου, και υπέδειξε σταθερή βελτίωση της υγείας του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα στο ξεκίνημα του τελευταίου τριμήνου του 2019.
Παρότι η τιμή του κύριου δείκτη PMI υποχώρησε καταγράφοντας χαμηλό τεσσάρων μηνών, παρέμεινε αισθητά πάνω από τη μέση τιμή που επί μακρόν καταγράφεται στην ιστορία της έρευνας, τις 49.8 μονάδες.
Ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής εξασθένησε για δεύτερο συνεχή μήνα τον Οκτώβριο, παραμένοντας ωστόσο σταθερός. Μέλη του πάνελ ανέφεραν ότι στην πρόσφατη άνοδο οδήγησε η συνεχής αύξηση του όγκου νέων παραγγελιών.
Οι νέες εργασίες που έλαβαν οι εταιρείες του μεταποιητικού τομέα αυξήθηκαν με έντονο ρυθμό τον Οκτώβριο, λόγω της μεγαλύτερης ζήτησης των πελατών από το εσωτερικό και από το εξωτερικό.
Παρότι το σύνολο των νέων παραγγελιών αυξήθηκε με ελαφρώς βραδύτερο ρυθμό, ο ρυθμός αύξησης των νέων εργασιών από το εξωτερικό επιταχύνθηκε σε σύγκριση με τον αντίστοιχο που παρατηρήθηκε τον Σεπτέμβριο και ήταν, σε γενικές γραμμές, μέτριος.
Σύμφωνα με αναφορές, οι εξαγωγές αυξήθηκαν μετά την απόκτηση νέων πελατών. Σε αντιστοιχία με τη συνεχή αύξηση των νέων εργασιών, οι εταιρείες αύξησαν περαιτέρω τον αριθμό των εργαζομένων.
Ο ρυθμός αύξησης των θέσεων εργασίας ήταν ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον περασμένο Απρίλιο, καθώς οι εταιρείες επιδίωξαν να μειώσουν την πίεση που δεχόταν το εργατικό δυναμικό, η οποία ήταν αποτέλεσμα των αυξημένων απαιτήσεων της παραγωγής.
Παράλληλα, ο όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών μειώθηκε με οριακό ρυθμό, ο οποίος ήταν ο βραδύτερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα τεσσάρων μηνών.
Η έντονη ζήτηση των πελατών και οι ευνοϊκότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες συνέχισαν να ενισχύουν την επιχειρηματική εμπιστοσύνη τον Οκτώβριο, καθώς οι εταιρείες του μεταποιητικού τομέα ανέφεραν ενισχυμένα επίπεδα αισιοδοξίας σχετικά με την αύξηση της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος.
Εν τω μεταξύ, οι τιμές εισροών αυξήθηκαν με πρωτοφανή για την έρευνα υποτονικό ρυθμό. Ορισμένοι κατασκευαστές ανέφεραν ότι οι χαμηλότερες τιμές των μετάλλων μείωσαν την πίεση στην επιβάρυνση κόστους.
Παρά το υψηλότερο κόστος εισροών, οι εταιρείες μείωσαν τις τιμές χρέωσης για πρώτη φορά σε διάστημα τεσσάρων μηνών, καθώς αύξησαν τις προσπάθειές τους να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Τέλος, η αγοραστική δραστηριότητα εξακολούθησε να αυξάνεται λόγω του μεγαλύτερου όγκου νέων παραγγελιών, ενώ τα αποθέματα πρώτων υλών και ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν περαιτέρω, καθώς οι εταιρείες κάλυψαν τις παραγγελίες με τα υπάρχοντα αποθέματα.
Η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, η οποία καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI, είπε:
«Ο μεταποιητικός τομέας της Ελλάδας συνέχισε με σταθερό ρυθμό ανάπτυξης τον Οκτώβριο. Παρότι η συνολική βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών εξασθένησε, υποστηρίχθηκε από τη σταθερή αύξηση της παραγωγής και των νέων εργασιών.
Αξιοσημείωτη ήταν η άνοδος της ζήτησης από το εξωτερικό, ενώ οι νέες παραγγελίες εξαγωγών αυξήθηκαν με εντονότερο ρυθμό.
Οι εταιρείες ενισχύθηκαν από τις σταθερές συνθήκες ζήτησης και, ως εκ τούτου, αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων τους με έντονο και ταχύτερο ρυθμό. Η αισιοδοξία ως προς τα μελλοντικά επίπεδα παραγωγής ήταν επίσης εμφανής στις προοπτικές, οι οποίες παρέμειναν θετικές λόγω των ευνοϊκότερων χρηματοοικονομικών συνθηκών.
Ωστόσο, οι συνθήκες από το εξωτερικό άρχισαν να επηρεάζουν τους Έλληνες παραγωγούς αγαθών, καθώς οι τιμές χρέωσης μειώθηκαν για πρώτη φορά σε διάστημα τεσσάρων μηνών, λόγω των προσπαθειών τους να παραμείνουν ανταγωνιστικοί στις αγορές τόσο του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού».