Τα στοιχεία της έρευνας του Νοεμβρίου υπέδειξαν ταχύτερη βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα, σημειώνει η Markit σε ανακοίνωσή της. Η συνολική ανάπτυξη υποστηρίχθηκε από τις έντονες αυξήσεις της παραγωγής και των νέων παραγγελιών.
Η ισχυρότερη ζήτηση από τους πελάτες του εσωτερικού και του εξωτερικού οδήγησε σε ταχύτερη αύξηση του εργατικού δυναμικού και σε υψηλότερο βαθμό επιχειρηματικής εμπιστοσύνης. Εν τω μεταξύ, οι εταιρείες κατέγραψαν εκ νέου αύξηση των τιμών εκροών, καθώς ο ρυθμός αύξησης των χρεώσεων ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Σεπτέμβριο του 2018.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index – PMI) -ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας- έκλεισε στις 54,1 μονάδες τον Νοέμβριο, τιμή υψηλότερη από τις 53,5 μονάδες του Οκτωβρίου, και υπέδειξε την ταχύτερη βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών. Ο ρυθμός συνολικής ανάπτυξης ήταν ισχυρός και μεταξύ των εντονότερων που έχουν καταγραφεί κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.
Κύριος παράγοντας της βελτίωσης των λειτουργικών συνθηκών ήταν η ταχύτερη αύξηση της παραγωγής κατά τη διάρκεια του Νοεμβρίου. Η άνοδος της παραγωγής ήταν έντονη και η ταχύτερη που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο.
Ανεπιβεβαίωτα στοιχεία υπέδειξαν ότι η αύξηση ήταν αποτέλεσμα της μεγαλύτερης ζήτησης των πελατών από το εσωτερικό και το εξωτερικό. Συγχρόνως, οι εταιρείες του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα ανέφεραν ταχύτερη αύξηση των νέων εργασιών στα μέσα του τελευταίου τριμήνου του 2019. Η αύξηση ήταν, σε γενικές γραμμές, έντονη και συνδέθηκε γενικά με την απόκτηση νέων πελατών και την κυκλοφορία νέων σειρών προϊόντων. Η ζήτηση από το εξωτερικό βελτιώθηκε επίσης, καθώς ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών εξαγωγών επιταχύνθηκε καταγράφοντας υψηλό έξι μηνών.
Κατ’ αναλογία με την εντονότερη αύξηση των νέων παραγγελιών, οι κατασκευαστές υπέδειξαν εκ νέου αύξηση των τιμών εργοστασίου τον Νοέμβριο. Παρότι οριακός, ο ρυθμός αύξησης ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους και αποδόθηκε στη μερική μετακύλιση της υψηλότερης επιβάρυνσης κόστους. Εν τω μεταξύ, οι τιμές εισροών αυξήθηκαν με δριμύτερο ρυθμό, καθώς ο ρυθμός αύξησης επιταχύνθηκε και ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο, λόγω των υψηλότερων τιμών πρώτων υλών και του υψηλότερου κόστους από την πλευρά των προμηθευτών.
Λόγω του μεγαλύτερου όγκου νέων παραγγελιών, οι Έλληνες κατασκευαστές αύξησαν τον αριθμό εργαζομένων με ραγδαίο ρυθμό, ο οποίος ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί σε διάστημα επτά μηνών. Τα αυξημένα επίπεδα προσωπικού συνέτειναν στη μείωση των πιέσεων στο παραγωγικό δυναμικό, καθώς ο όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο.
Παρ’ όλ’ αυτά, ο βαθμός επιχειρηματικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε κατά τη διάρκεια του Νοεμβρίου, καθώς οι εταιρείες συνέχισαν να αναμένουν αύξηση της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος. Η αισιοδοξία συνδέθηκε γενικά με τις ευνοϊκότερες οικονομικές συνθήκες στο εσωτερικό και με τις νέες ευκαιρίες για εξαγωγές.
Τέλος, οι εταιρείες αύξησαν τις αγορές εισροών τους με έντονο ρυθμό τον Νοέμβριο, κατ’ αντιστοιχία με τη μεγαλύτερη ζήτηση των πελατών.
Η αύξηση των αγορών ήταν η εντονότερη που έχει καταγραφεί από τον Μάιο, ενώ οι αγορές προμηθειών μειώθηκαν, καθώς ορισμένοι κατασκευαστές ανέφεραν ότι διεκπεραίωσαν τις νέες παραγγελίες τους χρησιμοποιώντας τα υφιστάμενα αποθέματα. Η μεγαλύτερη ζήτηση για πρώτες ύλες οδήγησε επίσης σε αύξηση της πίεσης στο εργατικό δυναμικό των προμηθευτών, των οποίων η απόδοση επιδεινώθηκε.
Η Siân Jones, οικονομολόγος στην IHS Markit, η οποία καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI, είπε: «Η εντονότερη ζήτηση από το εσωτερικό και το εξωτερικό συνέτεινε στην ταχύτερη βελτίωση της υγείας του μεταποιητικού τομέα της Ελλάδας τον Νοέμβριο. Σύμφωνα με αναφορές, η αύξηση της παραγωγής ήταν αποτέλεσμα της απόκτησης νέων πελατών και του μεγαλύτερου όγκου νέων παραγγελιών, καθώς η Ελλάδα παρέμεινε το αισιόδοξο σημείο αναφοράς της μεταποιητικής οικονομίας της Ευρωζώνης.
»Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων τους με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα επτά μηνών, καθώς η εμπιστοσύνη σχετικά με τις προοπτικές για την παραγωγή επίσης βελτιώθηκε ακολουθώντας τις ευνοϊκότερες οικονομικές συνθήκες στο εσωτερικό. Οι τελευταίες προβλέψεις μας επικεντρώνονται στην ταχύτερη ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής μέσα στο 2020, καθώς ο ρυθμός αύξησης αναμένεται να ανέλθει στο 1,1% σε ετήσια βάση.
»Εν τω μεταξύ, οι τιμολογιακές πιέσεις εντάθηκαν, καθώς η επιβάρυνση κόστους αυξήθηκε με εντονότερο ρυθμό. Παρ’ όλ’ αυτά, οι εταιρείες υπέδειξαν νέα αύξηση των τιμών εργοστασίου, καθώς ήταν περισσότερο σε θέση να προστατέψουν τα περιθώρια κέρδους λόγω της μεγαλύτερης ζήτησης από την πλευρά των πελατών».