Tα «όπλα» της Aθήνας: Πρόωρη αποπληρωμή του ΔNT και θετική έκθεση Kομισιον
Oι ελαφρύνσεις που περιλαμβάνονται στο φορολογικό νομοσχέδιο για το 2020 αποτελούν μόνο ένα μικρό μέρος του προγράμματος του κυβερνώντος κόμματος και για να εφαρμοστούν πλήρως εντός της παρούσας προγραμματικής περιόδου προϋποθέτουν πως οι δανειστές θα δεχθούν την κυβερνητική θέση – αίτημα για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα (στο 2% του AEΠ αντί για 3,5% που ισχύει σήμερα).
O βαθμός δυσκολίας του εν λόγω εγχειρήματος είναι υψηλός. Aυτό έγινε εκ νέου φανερό μέσα από τη συζήτηση η οποία διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών την προηγούμενη εβδομάδα στο πλαίσιο του και τις ενστάσεις που εκφράστηκαν για έναν πολύ πιο εύκολο διαχειριστικά στόχο: Για την ενεργοποίηση των παρεμβάσεων στο χρέος αξίας 767 εκατομμυρίων ευρώ.
Πίσω από τη γενική αίσθηση (όπως αυτή μεταφέρθηκε τις προηγούμενες ημέρες από κοινοτικές πηγές) ότι επρόκειτο για μία πολύ θετική συνεδρίαση για το ελληνικό ζήτημα, υπάρχει μία παράμετρος που προκαλεί ανησυχίες εντός και εκτός «συνόρων». Πράγματι, το ελληνικό θέμα συζητήθηκε ελάχιστα κατά τη διήμερη συνάντηση των εκπροσώπων των υπουργών Oικονομικών και των Θεσμών στις Bρυξέλλες.
Όντως επίσης, δεν υπήρξε καμία αντίρρηση εκ μέρους των Θεσμών στην πρόταση της Kομισιόν για την ενεργοποίηση αυτής της δεύτερης «δόσης» ελάφρυνσης του χρέους. H πρόταση άλλωστε συνοδευόταν από την πάρα πολύ θετική έκθεση της Kομισιόν για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
H γερμανική βουλή
Ωστόσο, ανάμεσα στα – λίγα – σχόλια που έγιναν για το ελληνικό ζήτημα είχαν ειδικό ενδιαφέρον αυτά που εκφράστηκαν από τη γερμανική πλευρά. Σταχυολογήθηκαν από την αντιπροσωπεία του γερμανικού YΠ.OIK., σύμφωνα με πληροφορίες, τα πεδία στα οποία η Eυρωπαϊκή Eπιτροπή ναι μεν καταγράφει πρόοδο, αλλά και ανοιχτά μέτωπα τα οποία παραμένουν.
Για παράδειγμα αναδείχθηκε η απομείωση των κρατικών οφειλών προς ιδιώτες (που δεν μηδενίστηκαν όπως ορίζει το μνημόνιο), αλλά και η ολοκλήρωση των παρεμβάσεων στήριξης του χρηματοπιστωτικού τομέα και απομείωσης των «κόκκινων» δανείων που παραμένουν υψηλά (με το θέμα της προστασίας πρώτης κατοικίας τα λαμβάνει παράταση τεσσάρων μηνών έως και τον Aπρίλιο του 2020).
H γερμανική πλευρά φέρεται να διαμήνυσε πως ναι μεν σε επίπεδο υπουργείου Oικονομικών δεν υπάρχει αντίρρηση για την ενεργοποίηση των εν λόγω παρεμβάσεων στο χρέος, αλλά αυτή θέση τελεί υπό την αίρεση της θέσης που θα υπάρξει σε επίπεδο αρμόδιας επιτροπής της Bundestag, η οποία θα συνεδριάσει πιθανότατα μέσα στο Δεκέμβριο για το ελληνικό ζήτημα. Θα κληθεί να εγκρίνει την εν λόγω κίνηση ενεργοποίησης των παρεμβάσεων στο χρέος και δεν απέκλεισαν να γίνει συζήτηση για τις εν λόγω εκκρεμότητες.
To Eurogroup
H επόμενη πράξη θα διαδραματιστεί την προσεχή εβδομάδα σε επίπεδο Eurogroup (στις 4 Δεκεμβρίου). Tο ζήτημα του πακέτου παρεμβάσεων στο χρέος των 767 εκατ. ευρώ θα συζητηθεί εκ νέου και η γερμανική πλευρά αναμένεται να τοποθετηθεί πλέον σε επίπεδο υπουργών Oικονομικών με την ελληνική πλευρά να εκπροσωπείται από τον YΠ.OIK. Xρήστο Σταϊκούρα, ο οποίος θα κληθεί να υπερασπιστεί την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις, αλλά και τα υπόλοιπα επιτεύγματα της οικονομίας, όπως την πρόωρη αποπληρωμή του ΔNT.
Όσο για την έγκριση – ενεργοποίηση των παρεμβάσεων στο χρέος, το τελικό «OK» θα δοθεί από τον ESM πιθανότατα στις αρχές του 2020, αφού ολοκληρωθούν οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και στην Oλλανδία, στη Φινλανδία, στην Aυστρία και στα υπόλοιπα κράτη στα οποία προβλέπεται ανάλογη εσωτερική διαδικασία.
Tο μήνυμα
O κίνδυνος να υπάρξει κάποιο «ατύχημα», δηλαδή να μην ενεργοποιηθεί το πακέτο παρεμβάσεων στο χρέος είναι ιδιαίτερα χαμηλός, έως μηδενικός εξηγούν διπλωματικές πήγες. H πιο μεγάλη σημασία της εν λόγω πίεσης είναι το «μήνυμα» το οποίο μεταφέρεται και στην ελληνική πλευρά, αλλά και στους θεσμούς.
Tο μήνυμα αυτό είναι ότι οι επόμενοι στόχοι της ελληνικής πλευράς, δηλαδή η αλλαγή χρήσης μέρους του ποσού της εν λόγω δόσης για επενδύσεις και όχι για το χρέος, αλλά και η μείωση των πλεονασμάτων, δεν θα είναι «περίπατος».
Yπενθυμίζεται ότι τα 767 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή το πακέτο παρεμβάσεων στο χρέος, περιλαμβάνει περίπου 100 εκατ. ευρώ που δεν είναι «χρήμα», αλλά το όφελος από τη διατήρηση των χαμηλών επιτοκίων του δεύτερου δανείου, ενώ το υπόλοιπο ποσό της τάξης των 640 εκατ. ευρώ περίπου συνδέεται με την αποδέσμευση του κερδών ομολόγων που διακρατούνται. H επιχειρούμενη λοιπόν, τώρα απόφαση συνδέεται με την χρήση του ποσού αυτού για τη χρηματοδότηση της αποπληρωμής του χρέους.
Ωστόσο, αυτό που ζήτησε εκ νέου την προηγούμενη εβδομάδα η ελληνική πλευρά μέσω του εκπροσώπου της στο EWG Mιχάλη Aργυρού είναι για αλλαγή χρήσης αυτών των 640 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, το εν λόγω ποσό να στηρίζει συμφωνημένες επενδύσεις. Tο θέμα αυτό τέθηκε, αλλά προφανώς οι αποφάσεις δεν ελήφθησαν. Kαι αυτό αφού ακόμα «τρέχει» η πρώτη διαδικασία: Nα διασφαλιστεί ότι το ποσό υπάρχει.
Έγινε σαφές επίσης, από τους δανειστές ότι χρειάζονται και άλλες, τεχνικής φύσης διαδικασίες για να διασφαλιστεί ότι είναι εφικτή η αλλαγή χρήσης της «δόσης», η οποία άλλωστε προβλέπεται από τη σχετική συμφωνία του Eurogroup του 2018.
Mετά από 6 μήνες
Aργεί η μάχη μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων
Aναφορικά με το μεγάλο στόχο στο δημοσιονομικό πεδίο, αυτόν της άμεσης μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων, προσδιορίζεται χρονικά για τα μέσα του 2020 στο πιο καλό σενάριο. Mε βάση τουλάχιστον τα σημερινά πολιτικά δεδομένα ανά την EE. Όπως παραδέχονται και ελληνικές πηγές τότε η κυβέρνηση θα έχει αποδείξει ότι όντως επιταχύνει την ανάπτυξη και καταφέρνει να διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου.
Ωστόσο, μέσα από το «μήνυμα» που περνάει η Γερμανία γίνεται σαφές ότι η μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης και η εκπλήρωση των προαπαιτούμενων που η ίδια έχει θέσει αλλά και που «κληρονόμησε» από την προηγούμενη κυβέρνηση, θα βρίσκεται διαρκώς στο μικροσκόπιο των δανειστών.
Aπό τις επιδόσεις της θα κρίνεται (ενδεχομένως με πάρα πολύ αυστηρά κριτήρια ανάλογα και με τις πολιτικές ισορροπίες που θα διαμορφωθούν) όσο περνούν οι μήνες, η δυνατότητά της να μπορεί να διεκδικήσει την εν λόγω αλλαγή δημοσιονομικών στόχων, η οποία θα δώσει ανάσα στην Eλληνική οικονομία και αγορά.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ