Σε νέα συνέντευξη τύπου, που παραχώρησε σήμερα το μεσημέρι, για να παρουσιάσει αναλυτικά το περιεχόμενο των έκτακτων οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι, ο ιταλός υπουργός οικονομικών Τζούλιο Τρεμόντι τόνισε, ότι «αν τα ευρωομόλογα είχαν ήδη γίνει πραγματικότητα, θα είχαν εγγυηθεί τη σταθερότητα των χρηματιστηρίων». Κάτι που σημαίνει, σύμφωνα με τους σχολιαστές, ότι δεν θα χρειαζόταν η έγκριση νέων έκτακτων μέτρων.
Ο ιταλός «υπερυπουργός οικονομικών», πρόσθεσε, επίσης, ότι «η ανοδική πορεία των σπρεντς, ξεκίνησε από το Φθινόπωρο, διότι διαδόθηκε η πεποίθηση ότι η Ευρώπη δεν είναι σε θέση να χειρισθεί καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης. Η ελληνική κρίση ενώθηκε με την αμερικανική και έτσι επιταχύνθηκε το σύνολο των εξελίξεων. Αλλά κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει τη θύελλα των περασμένων εβδομάδων».
Σε ότι αφορά, τις άμεσες εξελίξεις, ο Τρεμόντι θεωρεί ότι «υπάρχει μεγάλη αναμονή για την γαλλο-γερμανική διάσκεψη της επόμενης εβδομάδας, διότι έχουμε την εντύπωση ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τις επιλογές που θα γίνουν για την Ευρώπη και υπέρ της Ευρώπης. Η κρίση δεν αφορά μόνο την Ιταλία, αλλά ένα τεράστιο ποσοστό της Ευρώπης και μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου».
Αναφερόμενος, τέλος, στις λεπτομέρειες των μέτρων συνολικού ύψους 45 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την επόμενη διετία, ο επικεφαλής του ιταλικού υπουργείου οικονομικών, αποσαφήνισε ότι «θα καταργηθούν όλοι οι δημόσιοι οργανισμοί που μετρούν λιγότερους από εβδομήντα υπαλλήλους». Ο δε υπουργός εργασίας Μαουρίτσιο Σακκόνι τόνισε ότι «τα μέτρα δίνουν την δυνατότητα να καταργηθούν οι κατώτερες προκαθορισμένες αμοιβές των ελεύθερων επαγγελματιών, όπως και ο νόμος που απαγορεύει τις απολύσεις χωρίς βάσιμη αιτία». Οι δυο αυτές παρεμβάσεις, προκάλεσαν την άμεση αντίδραση του κεντροαριστερού συνδικάτου Fiom -Cgil, το οποίο έκανε γνωστό ότι «θα αρχίσουν άμεσα οι κινητοποιήσεις, που μπορεί να οδηγήσουν σε πανιταλική απεργία».
Σε ότι αφορά, δε, τις περικοπές των απολαβών και των εξόδων των πολιτικών, στο εξής όλοι οι βουλευτές, γερουσιαστές, και εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, «για τα αεροπορικά τους ταξίδια θα πρέπει να ξεχάσουν οριστικά την πρώτη θέση, ενώ, σε περίπτωση που διατηρούν και άλλη, παράλληλη, επαγγελματική δραστηριότητα, εκτός από το πολιτικό τους αξίωμα, θα χάνουν σχεδόν το 50% του μισθού τους»