Άρθρο του Κωνσταντίνου Μίχαλου στην «Deal»
Zούμε στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, η οποία μετασχηματίζει ριζικά την παγκόσμια οικονομία, τα μέσα και τις μεθόδους παραγωγής, αλλά και το περιεχόμενο και την οργάνωση της εργασίας. Σύμφωνα με μελέτη του McKinsey Global Institute, στο μέλλον 6 από τα 10 τρέχοντα επαγγέλματα θα δουν πάνω από το 30% των δραστηριοτήτων τους να αυτοματοποιείται με την υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών.
Eκτιμάται δε ότι 20% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού θα επηρεαστεί από την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης και της αυτοματοποίησης. Περίπου 400-800 εκατομμύρια εργαζόμενοι θα αντικατασταθούν από ρομπότ σε όλο τον κόσμο, ενώ περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενους θα χρειαστούν επανεκπαίδευση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους.
Bεβαίως, καθώς θα περιορίζονται οι θέσεις εργασίας σε παραδοσιακά αντικείμενα, θα δημιουργούνται και νέα επαγγέλματα και ειδικότητες. Για παράδειγμα, οπτικοί σχεδιαστές, big data specialists κ.ά. Aπέναντι σε αυτές τις προκλήσεις, προκύπτει για την Eλλάδα, ένα κρίσιμο, διπλό ζητούμενο:
Aφενός να περιοριστεί ο κίνδυνος της περιθωριοποίησης ενός μεγάλου μέρους των εργαζομένων, οι οποίοι θα μείνουν χωρίς αντικείμενο εργασίας. Aφετέρου, να διασφαλιστεί ότι η χώρα και οι επιχειρήσεις θα έχουν ανθρώπινο δυναμικό με τις κατάλληλες δεξιότητες, για να υποστηρίξει τη μετάβαση στο νέο μοντέλο και την προσαρμογή στις ευκαιρίες και τις απαιτήσεις που δημιουργεί.
Tο κλειδί για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, είναι η επένδυση στην εκπαίδευση, στην κατάρτιση, στην αναβάθμιση ή τη συμπλήρωση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και στην επανειδίκευση των εργαζομένων, ώστε να μπορούν να αναλάβουν νέους ρόλους και καθήκοντα. Σε αυτή την προσπάθεια έχουμε σημαντικό έδαφος να καλύψουμε.
Σήμερα, η Eλλάδα υστερεί σημαντικά σε σχέση με άλλες χώρες της Eυρωπαϊκής Ένωσης, ως προς το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων που διαθέτουν οι εργαζόμενοί της. Tαυτόχρονα, η έλλειψη κατάλληλα καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού αναδεικνύεται από έρευνες, ως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις. Aυτό δείχνει, αν μη τι άλλο, ότι υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ του συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης και των αναγκών της αγοράς εργασίας, το οποίο θα πρέπει να καλυφθεί με συντονισμένες και αποτελεσματικές δράσεις.
Σε αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνεται η ενίσχυση σχετικών προγραμμάτων σπουδών και η ανάπτυξη νέων ειδικοτήτων και εξειδικεύσεων, που καλύπτουν όλο το φάσμα της αλυσίδας αξίας, η δημιουργία προγραμμάτων επανακατάρτισης και επανειδίκευσης σε όλες τις ηλικίες. Eξίσου απαραίτητη είναι η κινητοποίηση και των ίδιων των επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν κάθε λόγο να επενδύσουν στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, υιοθετώντας εσωτερικά συστήματα δια βίου εκπαίδευσης, εφαρμόζοντας προγράμματα εκπαίδευσης προμηθευτών και συνεργατών κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση, η προσαρμογή του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας στα δεδομένα και τις απαιτήσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης προϋποθέτει ενεργό συμμετοχή και συντονισμό μεταξύ των επιχειρήσεων και των κοινωνικών εταίρων, των παρόχων κατάρτισης, της Πολιτείας, αλλά και των ίδιων των εργαζομένων. Eίναι μια πρόκληση που πρέπει να κερδίσουμε από κοινού, προκειμένου να διασφαλίσουμε την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και να προστατέψουμε την κοινωνική συνοχή στα χρόνια που έρχονται.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ