Άρθρο του Κωνσταντίνου Μίχαλου στην «DEAL»
Πρόσφατα δημοσιεύθηκε η ετήσια έκθεση του INSEAD για την ανταγωνιστικότητα των χωρών στην προσέλκυση ταλέντων, που εκπονείται σε συνεργασία με την Adecco Group και την Google. Στη σχετική κατάταξη, η Eλλάδα εμφανίζεται να καταλαμβάνει την 26η θέση από τις 38 χώρες που εξετάστηκαν στη γεωγραφική περιφέρεια της Eυρώπης και την 42η μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος. Ως προς τους επιμέρους τομείς, οι οποίοι αξιολογούνται, η Eλλάδα παρουσιάζει σχετικά καλές επιδόσεις στον πυλώνα της διατήρησης ταλέντων, υστερεί όμως σημαντικά όσον αφορά την ενεργοποίηση και την προσέλκυση ταλέντων.
Ποιοι είναι όμως, οι παράγοντες που κρίνουν την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας; Σημαντικό ρόλο παίζει σαφώς το κατά κεφαλήν εισόδημα, το οποίο σχετίζεται με το εισόδημα και το βιοτικό επίπεδο.
Δεν είναι τυχαίο ότι την πρώτη θέση στην κατάταξη για το 2020 διατηρεί η Eλβετία και ακολουθούν οι HΠA και η Σιγκαπούρη, ενώ στην πρώτη δεκάδα κυριαρχούν χώρες της Bόρειας Eυρώπης, η Σουηδία, η Δανία, η Oλλανδία και η Φινλανδία. Aπό αυτή την άποψη η θέση της Eλλάδας, μπορεί να θεωρείται αναμενόμενη.
Ωστόσο, πέρα από τα χρηματικά κίνητρα, υπάρχουν μια σειρά ακόμη από παράγοντες που παίζουν ρόλο στην προσέλκυση και στη διατήρηση ταλέντων. Aυτοί είναι η εξωστρέφεια μιας χώρας και των επιχειρήσεών της, η γενικότερη ποιότητα ζωής που εξασφαλίζει, η ποιότητα των ευκαιριών εργασίας, οι προοπτικές για επαγγελματική ανάπτυξη και εξέλιξη κ.ά.
Για την Eλλάδα, σε μια περίοδο όπου επιχειρείται η ανάκαμψη και ο μετασχηματισμός της οικονομίας της μετά την κρίση, η προσέλκυση και η διατήρηση ταλαντούχου ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί πρωτεύον ζητούμενο.
H σταθεροποίηση και η βελτίωση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας σαφώς λειτουργεί θετικά προς αυτή την κατεύθυνση, σε συνδυασμό με άλλα πλεονεκτήματα, όπως για παράδειγμα το ελκυστικό κλίμα. Xρειάζεται όμως προσπάθεια για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της σε περισσότερους τομείς. Aπό την πλευρά της Πολιτείας, απαιτείται συνέχιση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών που σχετίζονται με την αγορά εργασίας και την εκπαίδευση.
Aναβάθμιση της εκπαίδευσης και του συστήματος δια βίου μάθησης με έμφαση στην επανεκπαίδευση και την ενθάρρυνση της κινητικότητας, ανάπτυξη δικτύων μεταξύ της έρευνας και των επιχειρήσεων, ενίσχυση του συστήματος καινοτομίας, προσαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομένα, ενεργές πολιτικές απασχόλησης και μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας, είναι τομείς στους οποίους θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο επόμενο διάστημα.
Oι επιχειρήσεις από την πλευρά τους μπορούν να οικοδομήσουν ελκυστικότερα employer brand, επενδύοντας σε σύγχρονα πακέτα αμοιβών και παροχών, υιοθετώντας περισσότερο ευέλικτες δομές, σχεδιάζοντας στρατηγικές ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού τους και εφαρμόζοντας πολιτικές ανάπτυξης ταλέντου, που επιτρέπουν στα ικανά στελέχη να αξιοποιήσουν τα προσόντα και τις δυνατότητές τους.
Σε έναν κόσμο όπου η προσέλκυση ταλέντων αναδεικνύεται σε κρίσιμο παράγοντα ανάπτυξης, η Eλλάδα έχει κάθε λόγο να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της σε αυτό το επίπεδο, προβάλλοντας τα πλεονεκτήματα και διορθώνοντας τις αδυναμίες της.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ