Στην οικονομική κρίση που προκαλείται εξαιτίας της εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοιού αναφέρθηκε ο ΣΕΒ σε ανάλυσή του ενώ τόνισε πως ” Η λύση του Ευρωομολόγου θα ήταν μια φθηνότερη λύση έναντι του κρατικού δανεισμού, αλλά δεν υπάρχει -ακόμα τουλάχιστον- συμφωνία σε επίπεδο Ευρωζώνης. Σε κάθε περίπτωση, εάν η κυβέρνηση σχεδιάζει να προβεί σε δανεισμό, η τωρινή συγκυρία είναι ευνοϊκή, δεδομένου του χαμηλού ύψους των επιτοκίων, σε αντίθεση με κάποια άλλη μελλοντική φάση, όταν περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη προσφύγουν στις αγορές, ωθώντας τα επιτόκια σε υψηλότερα επίπεδα”.
Η κυβέρνηση έχει εισάγει δέσμες μέτρων (Πλαίσιο προστασίας των επιχειρήσεων, εργαζομένων και αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών μηνός Μαρτίου και Απριλίου). Αποκλειστικός σκοπός είναι η στήριξη των επιχειρήσεων που αναστέλλεται πλήρως ή εν μέρει η λειτουργία τους, και η διατήρηση της απασχόλησης των εργαζομένων τους. Σύμφωνα με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, η αποζημίωση ειδικού σκοπού των €800 αφορά σε 1,7 εκατ. εργαζομένους (81% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα). Τα μέτρα ανακούφισης/διευκόλυνσης των επιχειρήσεων καλύπτουν περίπου 800.000 επιχειρήσεις (76% του συνόλου). Καλύπτονται, επίσης, 700.000 ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων (ή 75% του συνόλου).
Αυτό είναι συνοπτικά το πλαίσιο στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας, για όσο διαρκεί η κρίση, λόγω των αναγκαστικών μέτρων αντιμετώπισης του κορωνοϊού. Το όλο πρόγραμμα θα απαιτήσει ταμειακά πρόσθετες δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού ύψους €6,8 δισ., ή 3,5% του ΑΕΠ, όπως το ΑΕΠ προβλεπόταν πριν την κρίση. Η αναστολή των φορολογικών υποχρεώσεων υπολογίζεται σε €2,1 δισ., η αναστολή των ασφαλιστικών υποχρεώσεων σε €1,6 δισ., η οικονομική ενίσχυση ειδικού σκοπού σε €1,4 δισ., η «επιστρεπτέα προκαταβολή» σε €1 δισ. και τα υπόλοιπα μέτρα (€0,7 δισ.) αφορούν σε πρόσθετες δαπάνες υγείας, σε ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα (€150 εκατ.), σε καταβολή του Δώρου Πάσχα (που αναλογεί στην περίοδο αναστολής της εργασιακής σχέσης), και σε έκτακτη οικονομική ενίσχυση των εργαζομένων του δημοσίου στη δημόσια υγεία και πολιτική προστασία.
Η ταμειακή αυτή επιβάρυνση δεν σημαίνει απαραίτητα και ισόποση δημοσιονομική επιβάρυνση. Γεγονός είναι, πάντως, ότι οι μισθοί των εργαζομένων και οι πωλήσεις των επιχειρήσεων που χάνονται στη διάρκεια των μέτρων αποφυγής του συγχρωτισμού, χάνονται, σε μεγάλο βαθμό για πάντα. Συνεπώς, τα έσοδα του κράτους και των τραπεζών, που μειώνονται λόγω αναστολών πληρωμής φορολογικών, ασφαλιστικών και τραπεζικών υποχρεώσεων αντιστοίχως, είναι βέβαιο ότι θα υποστούν μείωση.
Οι «επιστρεπτέες προκαταβολές» έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να επιστραφούν, αν και το όλο χρηματοδοτικό σχήμα δημιουργεί κινδύνους επισφάλειας. Οι πληρωμές του δημοσίου για αποζημιώσεις ειδικού σκοπού, για ασφαλιστικές υποχρεώσεις ατόμων που αμείβονται τοιουτοτρόπως, και όλες οι δαπάνες στον τομέα της υγείας και πολιτικής προστασίας, είναι βεβαίως δαπάνες, που αυξάνουν προσωρινά το δημοσιονομικό έλλειμμα. Με άλλα λόγια, το έλλειμμα φέτος φαίνεται να αυξάνει κατά τεκμήριο κατά €3,5 δισ. το μήνα περίπου (50% Χ €6,8 δισ.) λόγω των μέτρων, και κατά €2,5 δισ. το μήνα (υπολογίζεται μια μείωση των μηνιαίων εσόδων, που συνήθως είναι €6,5 δισ., κατά 40% περίπου) λόγω της μείωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων από την απώλεια οικονομικής δραστηριότητας. Δηλαδή η επιβάρυνση του προϋπολογισμού φαίνεται να είναι γύρω στα €6 δισ. το μήνα ή περίπου 3% του παλαιού ΑΕΠ. Συνεπώς, η επιβάρυνση του ετήσιου ελλείμματος είναι 6 π.μ. του ΑΕΠ για 2 μήνες, 9 π.μ. του ΑΕΠ, για 3 μήνες, κ.ο.κ.
Η επιβάρυνση αυτή μπορεί να καλυφθεί ισόποσα από κάποιο συνδυασμό έκτακτου δανεισμού, και ανάληψης πόρων από τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους, που ανέρχονται σε €37 δισ. Σημειώνεται ότι τα €16 δισ. από αυτά είναι το απόθεμα που η χρήση του απαιτεί συναίνεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), καθώς τηρείται ως εξασφάλιση εξυπηρέτησης του υπέρογκου ελληνικού χρέους που είναι στην κατοχή του ESM.
Τα υπόλοιπα είναι το εθνικό απόθεμα που, με βάση τους προηγηθέντες υπολογισμούς είναι διαθέσιμο να χρηματοδοτήσει, εάν χρειασθεί, τον προϋπολογισμό για 3 μήνες περίπου. Βεβαίως, υπάρχουν και άλλα κονδύλια (ΕΣΠΑ, νέα Ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία, κλπ.) που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε επείγουσες περιπτώσεις, επεκτείνοντας το παραπάνω διάστημα, ενδεχομένως, σε 6 μήνες.
Η λύση του Ευρωομολόγου θα ήταν μια φθηνότερη λύση έναντι του κρατικού δανεισμού, αλλά δεν υπάρχει -ακόμα τουλάχιστον- συμφωνία σε επίπεδο Ευρωζώνης. Σε κάθε περίπτωση, εάν η κυβέρνηση σχεδιάζει να προβεί σε δανεισμό, η τωρινή συγκυρία είναι ευνοϊκή, δεδομένου του χαμηλού ύψους των επιτοκίων, σε αντίθεση με κάποια άλλη μελλοντική φάση, όταν περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη προσφύγουν στις αγορές, ωθώντας τα επιτόκια σε υψηλότερα επίπεδα.
Επίσης, αξίζει τον κόπο να επιχειρήσει η ελληνική κυβέρνηση να επαναδιαπραγματευθεί μια μετακύλιση των πληρωμών του χρέους προς το μέλλον, ώστε να αξιοποιηθεί ο αντίστοιχος δημοσιονομικός χώρος.
Όσον αφορά σε μέτρα τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, θα πρέπει να εξετασθεί, συμπληρωματικά, η αύξηση των πιστωτικών γραμμών στους ενήμερους πελάτες των τραπεζών, με το κράτος να αναλαμβάνει την εξυπηρέτησή ή την εγγύησή τους, για σύντομο χρονικό διάστημα.
Τέλος, θα πρέπει να εξετασθεί κατά πόσον μπορεί να βοηθήσει τυχόν σημαντική αύξηση, και επιμήκυνση του χρόνου καταβολής, του επιδόματος ανεργίας, για εργαζόμενους που θα βρεθούν στο δρόμο, εάν κλείσουν οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται.
Τέλος, υπάρχει θέμα και με τους ανθρώπους που απασχολούνται στην παραοικονομία που παράγουν το ¼ περίπου του ΑΕΠ της χώρας, χωρίς να καταγράφεται.