Τι ισχύει στα άλλα Ταμεία
Σύμφωνα με εκτιμήσεις το επόμενο διάστημα αναμένεται να καταγραφεί ένα νέο κύμα φυγής στη σύνταξη με άγνωστες επιπτώσεις για το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, καθώς θα μετρά αντίστροφα ο χρόνος προς την πλήρη κατάργηση των μεταβατικών διατάξεων σύμφωνα με «Τα Νέα», που επιτρέπουν την πρόωρη έξοδο πριν από τα 67 έτη ή τα 62 με 40 χρόνια ασφάλισης.
Το καθεστώς των μεταβατικών διατάξεων λήγει σε δυόμισι χρόνια, από την 1/1/2023, διάστημα στο οποίο εκτιμάται ότι θα υπάρξουν νέες πιέσεις στα ασφαλιστικά ταμεία που ήδη δέχονται ισχυρό πλήγμα από τις επιπτώσεις της πανδημίας στην απασχόληση και την οικονομία.
Σύμφωνα με τα ισχύοντα, τα μεταβατικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης για όλους τους ασφαλισμένους θα εφαρμοστούν σταδιακά έως το 2022, έτσι ώστε από το 2023 και μετά να μην υπάρχει καμία δυνατότητα συνταξιοδότησης πριν από τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας ή των 62 με 40 έτη ασφάλισης. Αυτό σημαίνει ότι εγκλωβίζονται στο νέο καθεστώς εκατοντάδες χιλιάδες ήδη εργαζόμενοι οι οποίοι θα υποστούν την οδυνηρή παραμονή τους στην απασχόληση με πενιχρούς μισθούς, μεγάλη εργασιακή ανασφάλεια και χαμηλές συντάξεις.
Σήμερα τα όρια ηλικίας διαμορφώνονται ως εξής:
– Στο Δημόσιο το δικαίωμα συνταξιοδότησης θεμελιώνεται στη χρονιά που ο υπάλληλος συμπληρώνει 25ετία.
– Στο πρώην ΙΚΑ η έξοδος για σύνταξη προϋποθέτει να έχουν οι παλαιοί ασφαλισμένοι 35 έτη έως το 2012 και οι μητέρες με ανήλικο και 5.500 ένσημα έως το 2012 για να κατοχυρώσουν πλήρη ή μειωμένη σύνταξη.
– Στα ταμεία ΔΕΚΟ και Τραπεζών απαιτούνται 35 έτη για σύνταξη μετά τα 58,5 όσον αφορά στους πιο παλαιούς ασφαλισμένους, πριν από το 1983. Για τους πριν από το 1993 απαιτούνται 35 έτη (με εξαγορές) έως το 2012 για να αποφύγουν τα 40 έτη και τα 62 ή τα 67. Οι μητέρες θα πρέπει να έχουν 25ετία έως το 2012 με ανήλικο για πλήρη ή μειωμένη σύνταξη πριν από τα 60.
– Στον ΟΑΕΕ απαιτούνται 35 έτη έως το 2012 για σύνταξη από 60,3 έως 62 ετών, αλλιώς στα 67 ή στα 62 με 40 έτη. Δεν δίδεται μειωμένη για όσους ασφαλίστηκαν πριν από το 1993, ενώ σε νέους μετά το 1993 ασφαλισμένους δίδεται και μειωμένη σύνταξη στα 62 με τουλάχιστον 15 χρόνια.
Νέα αύξηση ορίων
Την ίδια ώρα με νέα μελλοντική αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης απειλεί το μείγμα γήρανσης του πληθυσμού, υπογεννητικότητας και έκρηξης των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, με σενάρια να υπάρξει σταδιακή αύξηση ώστε το 2024 να αυξηθεί το όριο ηλικίας στα 68 έτη και το 2066 στα 72 έτη. Το μαύρο σενάριο αύξησης του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ελλάδα, στα 72, «φωτογραφίζει» η αναλογιστική μελέτη που συνοδεύει την ασφαλιστική μεταρρύθμιση (νόμος Βρούτση). Η αρχή μάλιστα προβλέπεται να γίνει εντός της επόμενης πενταετίας, με το όριο να αυξάνεται στα 68 έτη, μέσα στο 2024.
Η πρόβλεψη αυτή στηρίζεται στη διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου, που δεν καταργήθηκε και προβλέπει ότι «τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των ασφαλισμένων θα ανακαθορίζονται σύμφωνα με τη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής του πληθυσμού της χώρας». Οπως μάλιστα επισημαίνουν οι συντάκτες της μελέτης, σημείο αναφοράς είναι η ηλικία των 65 ετών, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις της Eurostat. Και η έναρξη της διάταξης βρίσκει εφαρμογή στις αναλογιστικές προβολές, το έτος 2024.
Το 2036, το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα ανεβεί περαιτέρω, στα 69 έτη, και θα αυξάνεται κατά ένα ακέραιο έτος, το 2045, φθάνοντας τα 70, το 2057 (στα 71) και το 2066 που θα φθάσει τελικά το 72ο έτος ηλικίας των ασφαλισμένων. Στην ίδια αναλογιστική μελέτη αναφέρεται ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας από 10,729 εκατομμύρια το 2018 μειώνεται σε 8,453 εκατομμύρια το 2070. Επιπλέον, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων σχεδόν διπλασιάζεται σε 30 χρόνια και συγκεκριμένα αυξάνεται από 34,4 το 2018, σε 63,4 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται σε 58,4 το 2070. Επίσης το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση, για τους άνδρες, αναμένεται να αυξηθεί από 79,0 το 2018 σε 86,3 το 2070 και για τις γυναίκες από 84,1 το 2018 σε 90,1 το 2070.
Το προσδόκιμο ζωής της ηλικίας 65 ετών των ανδρών αναμένεται να αυξηθεί από 18,7 το έτος βάσης σε 23,7 στο τέλος της περιόδου προβολής, ενώ για τις γυναίκες από 21,5, σε 26,4. Το προσδόκιμο ζωής των 65 ετών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τις αναλογιστικές προβολές, καθώς η νομοθετημένη ηλικία συνταξιοδότησης συνδέεται αυτόματα με το πόσα χρόνια εκτιμάται ότι θα καταβάλλεται η συνταξιοδοτική παροχή.