Θα επιτρέψει σημαντικά μεγαλύτερο δανεισμό σε επίπεδο ΕΕ και σημαντική αναδιανομή εισοδήματος
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες που θα συναντηθούν στις Βρυξέλλες την επόμενη εβδομάδα έχουν κρεμάσει τις ελπίδες τους για τη διάσωση της Ευρωζώνης από την κρίση του κοροναϊού στο ταμείο ανάκαμψης ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ωστόσο, ακόμα και αυτό δεν θα είναι αρκετό, σύμφωνα με το Politico.
Όσον αφορά την αποστολή για την οποία είχε σχεδιαστεί κατά κύριο λόγο –να βοηθήσει τη Ρώμη να αντιμετωπίσει το οικονομικό σοκ του κοροναϊού και να αλλάξει την τροχιά ιταλικής πολιτικής κάνοντας τη πιο φιλική στην ευρωζώνη μακροπρόθεσμα– το ταμείο ανάκαμψης είναι απίθανο να πετύχει.
Βεβαίως, το ταμείο ανάκαμψης αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο βήμα προόδου στην εξέλιξη της ΕΕ. Θα επιτρέψει σημαντικά μεγαλύτερο δανεισμό σε επίπεδο ΕΕ και σημαντική αναδιανομή εισοδήματος, μέσω επιχορηγήσεων, σε χώρες της Νότιας Ευρώπης που επηρεάζονται δυσανάλογα από το COVID-19, τονίζει.
Η Ιταλία, για παράδειγμα, θα μπορούσε να λάβει το 8,5% του ΑΕΠ της σε επιχορηγήσεις και μακροπρόθεσμα δάνεια – ένα άνευ προηγουμένου ποσό στην 63ετή ιστορία της ΕΕ.
Από ότι φαίνεται το σχέδιο θα εφαρμοστεί. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ έχει συμμετάσχει σε μια σειρά εντατικών διμερών συνομιλιών με ηγέτες της ΕΕ. Ανώτεροι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες που συμμετέχουν στη διαδικασία λένε ότι η ατμόσφαιρα γύρω από τις συνομιλίες «είναι καλύτερη από το αναμενόμενο».
Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι οι προσπάθειες του Μισέλ ενισχύονται από την έντονη διπλωματική δραστηριότητα που ασκούν παράλληλα η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Ανώτεροι Γάλλοι αξιωματούχοι λένε ότι υπάρχουν «υπό όρους θετικές ενδείξεις» που προέρχονται από τη Χάγη, τον βασικό αντίπαλο του σχεδίου.
Και όμως, όσοι ελπίζουν ότι το σχέδιο ανάκαμψης θα κάνει όλη τη διαφορά σχεδόν σίγουρα θα απογοητευτούν.
Δεν είναι δυνατόν να πειστεί η Βόρεια Ευρώπη να συμφωνήσει σε ένα τόσο σημαντικό δανεισμό για να δώσει επιχορηγήσεις χωρίς να υπάρχει ένας ισχυρός μηχανισμός μεταρρύθμισεων, εποπτείας από τους εταίρους – ένα μηχανισμό που οι Βρυξέλλες μόλις τώρα έχουν αρχίσει να στήνουν.
Ιταλικό πρόβλημα
Αυτό θα χρειαστεί χρόνο για να εφαρμοστεί. Σύμφωνα με τα τρέχοντα σχέδια, η Ιταλία δεν θα δει χρήματα από το ταμείο μέχρι τα τέλη του 2021. Τα σημαντικά ποσά θα έρθουν πολύ αργότερα, το 2023 – υπερβολικά αργά για να αποτρέψει μια βαθιά ύφεση στην Ιταλία και να εκτοξεύσει τα επίπεδα του δημόσιου χρέους.
Εν τω μεταξύ, η πανδημία και η πολιτική θα συνεχίσουν να προχωρούν. Εκτός από την αντιμετώπιση του κινδύνου μιας δεύτερης έξαρσης, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζουζέπε Κόντε θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει δύσκολες περιφερειακές εκλογές, ένα συνταγματικό δημοψήφισμα μετά το καλοκαίρι, αλλά και την πιθανή κατηγορία του για τον χειρισμό του COVID-19 από την κυβέρνησή του.
Εάν o Κόντε υποχρεωθεί να αξιοποιήσει τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για να αντιμετωπίσει τα βραχυπρόθεσμα κενά χρηματοδότησης, η αναταραχή που προκύπτει σίγουρα δεν θα συμβάλει στην εγχώρια πολιτική σταθερότητα. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, ο μεγάλος εταίρος του κυβερνητικού συνασπισμού, είναι απολύτως διχασμένος στο θέμα. Θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπο με κύμα αποχωρήσεων αν μια ψηφοφορία για τα δάνεια του ESM έρθει σύντομα στη Βουλή.
Επιπλέον μεσοπρόθεσμα, καθώς η ανάκαμψη θα επιταχύνει στη Βόρεια Ευρώπη, το αφήγημα θα μετατοπιστεί: αντί για «τόνωση» το ζητούμενο των βορείων θα γίνει τότε «προσαρμογή» και θα ασκηθεί πίεση στις Βρυξέλλες να ενισχύσουν τους δημοσιονομικούς κανόνες.
Η απογοήτευση θα αυξηθεί επίσης πιθανώς στη Βόρεια Ευρώπη, καθώς δεν έχει καταγραφεί στη Ρώμη ιδιαίτερη όρεξη για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Είναι αλήθεια ότι η ιταλική κυβέρνηση έχει κάνει πολλές ολοήμερες συναντήσεις με τους κοινωνικούς εταίρους για να δημιουργήσει συναίνεση γύρω από νέες μεταρρυθμίσεις.
Αλλά δεν έχει προκύψει κάτι συγκεκριμένο: Μέχρι στιγμής, η πιο ελπιδοφόρα πρόταση που έχει προκύψει περιλαμβάνει τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας, όπως για παράδειγμα η μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Εν τω μεταξύ, ενώ η ακροδεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι βλέπει τα ποσοστά της στις δημοσκοπήσεις να υποχωρούν, παραμένει το πιο δημοφιλές κόμμα της Ιταλίας. Επιπλέον, οι απώλειες της Λέγκας, ωφέλησαν κυρίως το μικρότερο ακροδεξιό κόμμα της χώρας, τους Αδελφούς της Ιταλίας.
Μαζί με το πιο μετριοπαθές Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, διατηρούν συλλογικά ένα ισχυρό προβάδισμα – αρκετό για να σχηματίσουν κυβέρνηση εάν διεξαχθούν σήμερα εκλογές. Μακροπρόθεσμα, μια κυβέρνηση ευρωσκεπτικιστών παραμένει μια πολύ υπολογίσιμη πιθανότητα.
Αυτός είναι ένας βασικός κίνδυνος για τις αγορές – κάτι που το ταμείο ανάκαμψης είχε σκοπό να μειώσει, αλλά στην τρέχουσα μορφή του δεν θα το κάνει.
Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα για την Ισπανία
Ωστόσο, σύμφωνα με το δημοσίευμα του Politico, οι προοπτικές για την ισπανική κυβέρνηση δεν είναι πολύ καλύτερες: Ο συνασπισμός στη Μαδρίτη είναι κυβέρνηση μειοψηφίας και έχει ανάγκη την υποστήριξη πολλών μικρών κομμάτων για να ψηφίσει νόμους.
Η οικοδόμηση συναίνεσης για τις μεταρρυθμίσεις είναι σχεδόν αδύνατη. Στην πραγματικότητα, ένα πισωγύρισμα είναι πιο πιθανό, καθώς οι Podemos, ο μεγαλύτερος εταίρος των Σοσιαλιστών, έχουν δεσμευτεί στους ψηφοφόρους τους να χαλαρώσουν τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που εισήχθησαν το 2012.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήταν λάθος να υπολογίζει κανείς στην υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επ ‘αόριστον – ακόμη και αν ο πληθωρισμός είναι απίθανο να αυξηθεί σύντομα.
Το ταμείο ανάκαμψης όντως αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό βήμα για την ΕΕ και την ευρωζώνη, καθώς συμβάλει σε μια πιο ισχυρή δημοσιονομική αρχιτεκτονική. Αλλά δεν θα είναι αρκετό για να αποτρέψει μια άνιση ανάκαμψη στην Ευρωζώνη, ούτε θα βελτιώσει ουσιαστικά τη βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη τροχιά της ιταλικής πολιτικής σκηνής – που ήταν ο βασικός της στόχος.
Για αυτό, χρειάζονται σοβαρά χρήματα στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Αυτή είναι η φιλοδοξία Μισέλ, Μέρκελ, Μακρόν και Φον Ντερ Λέϊεν.