Μεγάλη ανταπόκριση από δανειολήπτες με την έναρξη του προγράμματος για τα κόκκινα δάνεια
Πάνω από 14.000 δανειολήπτες εισήλθαν στην σχετική ηλεκτρονική πλατφόρμα, ενώ σχεδόν 4.000 ολοκλήρωσαν την αίτηση από την πρώτη ημέρα λειτουργίας της.
Έντονο είναι το ενδιαφέρον των δανειοληπτών για την ηλεκτρονική πλατφόρμα του προγράμματος «ΓΕΦΥΡΑ», το οποίο αφορά την επιδότηση δανείων με υποθήκη στην Α΄ κατοικία όσων επλήγησαν οικονομικά από τις δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας του κοροναϊού, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) του υπουργείου Οικονομικών, κατά την πρώτη ημέρα λειτουργίας του, 14.884 φορολογούμενοι εισήλθαν στην πλατφόρμα, εκ των οποίων οι 13.178 συναίνεσαν στην άρση του απορρήτου τους και ξεκίνησαν τη διαδικασία υποβολής της αίτησης.
Μάλιστα, οι 3.988 από αυτούς προχώρησαν ήδη στην οριστική υποβολή της αίτησης, μέσω της ιστοσελίδας της ΕΓΔΙΧ (www.keyd.gov.gr).
Σημειώνεται ότι μόλις 0,7% των αιτήσεων κρίθηκαν ως μη επιλέξιμες, λόγω υπέρβασης των ανώτατων ορίων οικογενειακού εισοδήματος και 0,1% λόγω υπέρβασης του ανώτατου ορίου αξίας κύριας κατοικίας.
«Τα στοιχεία αυτά αποδεικνύουν ότι η σημαντικά διευρυμένη περίμετρος κάλυψης των δανειοληπτών που παρέχει το νέο πλαίσιο, σε σύγκριση με το προηγούμενο καθεστώς, καθώς και η απλή και φιλική για τον χρήστη διαδικασία υποβολής της αίτησης, χωρίς να απαιτείται κανένα απολύτως δικαιολογητικό, επιτυγχάνουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών.
Στην ανακοίνωσή του το υπουργείο επισημαίνει ότι «στο παλιό πρόγραμμα επιδότησης δανείων του ν.4605/2019, που ψηφίστηκε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, την πρώτη ημέρα λειτουργίας της ηλεκτρονικής πλατφόρμας (1 Ιουλίου 2019) εισήλθαν 7.554 χρήστες (δηλαδή, οι μισοί, συγκριτικά με το νέο πρόγραμμα), εκ των οποίων οι 3.475 (σχεδόν το 1/4, συγκριτικά με το νέο πρόγραμμα) ξεκίνησαν τη διαδικασία υποβολής της αίτησης. Ωστόσο, από αυτούς, μόλις 262 έφθασαν μέχρι το στάδιο της άντλησης στοιχείων, χωρίς να ολοκληρωθεί η υποβολή καμίας αίτησης».
«Χρειάστηκαν τέσσερις εβδομάδες για να υποβληθούν οριστικά οι δύο πρώτες αιτήσεις, καθώς η σχετική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα και απαιτούσε την προσκόμιση δικαιολογητικών που οι πολίτες δυσκολεύονταν ή αδυνατούσαν να λάβουν (π.χ. πιστοποιητικά βαρών από τα Υποθηκοφυλακεία), ενώ όσον αφορά στις υποβληθείσες αιτήσεις, το παλιό πρόγραμμα του ν. 4605/2019 κατάφερε να αγγίξει τον αριθμό των 3.988 αιτήσεων, στις οποίες έφτασε το σημερινό πλαίσιο κατά την πρώτη ημέρα λειτουργίας του, μετά από 8,5 μήνες, δηλαδή στα μέσα Μαΐου του 2020. Γίνεται, επομένως, αντιληπτή η αποτελεσματικότητα του νέου προγράμματος» προσθέτει το υπουργείο Οικονομικών.
Μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου οι αιτήσεις
Οι δικαιούχοι του προγράμματος «ΓΕΦΥΡΑ» μπορούν να υποβάλουν ηλεκτρονικά αίτηση έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2020 στην ψηφιακή πλατφόρμα της ΕΓΔΙΧ, www.keyd.gov.gr. Εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις, θα λάβουν την κρατική επιδότηση για συνολικά 9 μήνες. Η καταβολή της επιδότησης ξεκινά αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου αναστολής πληρωμών.
Στην ηλεκτρονική σελίδα της ΕΓΔΙΧ, www.keyd.gov.gr, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν αναλυτικές ερωταπαντήσεις με παραδείγματα, καθώς και τον οδηγό χρήσης της πλατφόρμας, στον οποίο περιγράφεται βήμα-βήμα, με εικόνες, η διαδικασία υποβολής της αίτησης.
Για παροχή πληροφοριών, οι πολίτες μπορούν να απευθύνονται στον τηλεφωνικό αριθμό 213.212.57.30, ώστε να κλείσουν (τηλε)συνάντηση και να εξυπηρετηθούν από ένα εκ των 50 Κέντρων – Γραφείων Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών, τα οποία λειτουργούν πανελλαδικά.
Το υπουργείο Οικονομικών, όπως σημειώνεται στην σχετική ανακοίνωση, «συνεχίζει και θα συνεχίσει να στηρίζει, με αποτελεσματικότητα, υπευθυνότητα και κοινωνική δικαιοσύνη, τους δανειολήπτες που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Παράλληλα, στηρίζει, για πρώτη φορά, και τους συνεπείς δανειολήπτες, με εξυπηρετούμενα δάνεια, οι οποίοι έχουν πληγεί από τις δυσμενείς επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης, ενώ αποκλείει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές».