Τα σενάρια για τις επιστροφές
Κούρεμα έως και 55% από την εφορία θα υποστούν τα αναδρομικά που θα εισπράξουν εντός των προσεχών έξι μηνών περισσότεροι από 1.000.000 συνταξιούχοι (ως επιστροφές των περικοπών που υπέστησαν οι κύριες συντάξεις τους την περίοδο από τις 11-5-2015 έως τις 12-5-2016).
Σύμφωνα με την εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” αυτό θα συμβεί εάν η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών δεν παρέμβει νομοθετικά για να εξαιρέσει τα ποσά αυτά από τις υπέρμετρες επιβαρύνσεις με φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης που προβλέπουν τα άρθρα 15 και 43Α του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013).
Συγκεκριμένα, τo «κούρεμα» θα κυμαίνεται σε ποσοστά από 23% έως και 55% εφόσον τα αναδρομικά δηλωθούν κανονικά ως εισοδήματα των ετών 2015 και 2016, ή σε ποσοστά από 24,2% έως και 54% εφόσον δηλωθούν εφάπαξ ως εισοδήματα του 2020.
Από το κείμενο της διάταξης του άρθρου 114 του πρόσφατα ψηφισθέντος νόμου 4714/2020, το οποίο αφορά στην καταβολή των αναδρομικών των μειώσεων κύριων συντάξεων της περιόδου 2015-2016, προκύπτει -εμμέσως πλην σαφώς- ότι από τα αναδρομικά αυτά ποσά θα παρακρατηθεί άμεσα, πριν την καταβολή τους στους δικαιούχους, φόρος εισοδήματος 20%. Στη συνέχεια, τα προ φόρου ποσά θα πρέπει να δηλωθούν από τους δικαιούχους είτε στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος του 2021 ως εφάπαξ καταβληθέν εισόδημα του 2020 είτε ως εισοδήματα των ετών 2015-2016, με την υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων για τα συγκεκριμένα έτη.
Η εφάπαξ δήλωση των ποσών στις δηλώσεις για τα εισοδήματα του 2020 θα έχει ως συνέπεια η φορολογική επιβάρυνση στα εκκαθαριστικά του 2021 να αυξηθεί σημαντικά για τους δικαιούχους συνταξιούχους, αφού το συνολικό φορολογητέο εισόδημα του καθενός, με την προσθήκη σ’ αυτό ολόκληρου του ποσού των αναδρομικών, θα εκτιναχθεί στα ύψη και θα «σκαρφαλώσει» σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια, όπου οι συντελεστές φόρου εισοδήματος φτάνουν έως και το 44%, ενώ οι συντελεστές της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ανέρχονται σε 8%, ή ακόμη και σε 10%.
Στην περίπτωση της αναδρομικής δήλωσης, με την υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων για τα έτη 2015 και 2016 η καταβολή του επιπλέον φόρου εισοδήματος και της επιπλέον ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που θα προκύψουν θα πρέπει να γίνει εφάπαξ, μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή των εν λόγω δηλώσεων! Ειδικότερα:
1) Επί των «καθαρών» ποσών των αναδρομικών, πριν αυτά καταβληθούν στους δικαιούχους, θα παρακρατηθεί φόρος εισοδήματος 20%, σύμφωνα με τα όσα προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 60 του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013).
2) Τα ποσά των αναδρομικών θα μειωθούν περαιτέρω, λόγω επιπλέον φορολόγησης που θα υποστούν φέτος ή το 2021, καθώς οι δικαιούχοι θα κληθούν να τα δηλώσουν είτε εφάπαξ είτε με εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για τα έτη 2015-2016. Ειδικότερα:
Α. Εάν τα αναδρομικά δηλωθούν εφάπαξ από τους δικαιούχους, στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που θα υποβάλουν το επόμενο έτος, για τα εισοδήματα του 2020, τότε τα συνολικά «καθαρά» αναδρομικά, συμπεριλαμβανομένων και των ποσών που δεν θα έχουν εισπραχθεί λόγω παρακράτησης φόρου εισοδήματος 20%, θα προστεθούν στα λοιπά φορολογητέα εισοδήματα από συντάξεις για το 2020 με αποτέλεσμα να αυξήσουν απότομα το συνολικό ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων τους. Θα θεωρηθούν, δηλαδή, στο σύνολό τους ως φορολογητέα εισοδήματα του έτους 2020 και θα φορολογηθούν αθροιστικά, μαζί με τα ποσά των κανονικών συντάξεων που θα έχουν λάβει εντός του 2020 οι δικαιούχοι.
Η φορολόγησή τους θα είναι διπλή, καθώς θα γίνει με βάση την κλίμακα φορολογίας των εισοδημάτων από μισθωτές υπηρεσίες και στη συνέχεια με βάση την κλίμακα υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Συνέπεια της εξέλιξης αυτής θα είναι οι αποδέκτες των αναδρομικών να φορολογηθούν επιπλέον για τα αναδρομικά αυτά ποσά με «σωρευτικούς» συντελεστές φόρων, κλιμακούμενους από 4,2% έως και 34%. Κι αυτό θα συμβεί διότι:
α) Κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων που θα υποβάλουν οι δικαιούχοι το 2021 για να δηλώσουν τα εισοδήματα του 2020, τα εν λόγω αναδρομικά, επειδή θα θεωρηθούν φορολογητέα εισοδήματα του έτους 2020 προερχόμενα από συντάξεις, θα υπαχθούν σε φορολόγηση με τους συντελεστές 22% έως 44% της κλίμακας φόρου που ισχύει για τις ετήσιες συντάξεις άνω των 10.000 ευρώ. Στη συνέχεια, από τους φόρους εισοδήματος που θα αναλογούν στα ποσά αυτά θα αφαιρεθούν οι φόροι εισοδήματος που ήδη παρακρατήθηκαν με συντελεστή 20%, κατά την καταβολή τους, οπότε τα επιπλέον πληρωτέα ποσά φόρου εισοδήματος που τελικά θα βεβαιωθούν θα αντιστοιχούν σε ποσοστά από 2% έως και 24% επί των αναδρομικών.
β) Περαιτέρω, στα ποσά των αναδρομικών θα επιβληθεί και ειδική εισφορά αλληλεγγύης με συντελεστές κλιμακούμενους από 2,2% έως και 10%.
Συνεπώς, η τελική επιπλέον επιβάρυνση των αναδρομικών θα φθάσει στα επίπεδα του 4,2% έως 34% κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων που θα υποβάλουν οι δικαιούχοι το 2021. Εάν υπολογίσουμε και την αρχική παρακράτηση φόρου εισοδήματος 20%, η συνολική φορολογική επιβάρυνση των αναδρομικών θα φθάσει τελικά στα επίπεδα του 24,2%-54%, ανάλογα με το συνολικό εισόδημα κάθε δικαιούχου.
Β. Εάν τα αναδρομικά δηλωθούν με τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για τα έτη 2015 και 2016, τότε τα φορολογητέα εισοδήματα των αντίστοιχων ετών θα αυξηθούν σημαντικά και θα προκύψουν και πάλι επιπλέον ποσά φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης προς πληρωμή και για το 2015 και για το 2016.
Για τον υπολογισμό των αναλογούντων φόρων επί των αναδρομικών θα ληφθούν υπόψη σωρευτικοί συντελεστές φόρου 23% έως και 49% για το 2015 (λόγω του ότι κατά το έτος εκείνο ο κατώτατος συντελεστής φόρου εισοδήματος ήταν 22% και ο ανώτατος 45%, ενώ ο κατώτατος συντελεστής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ήταν 1% και ο ανώτατος 4%) και σωρευτικοί συντελεστές φόρου 24,2% έως και 55% για το 2016 (λόγω του ότι κατά το έτος εκείνο ο κατώτατος συντελεστής φόρου εισοδήματος ήταν 22% και ο ανώτατος 45%, ενώ ο κατώτατος συντελεστής ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ήταν 2,2% και ο ανώτατος 10%).
Στη συνέχεια από τα ποσά αναλογούντων φόρων που θα προκύψουν θα αφαιρεθεί ο ήδη παρακρατηθείς φόρος εισοδήματος 20%, οπότε τα επιπλέον ποσά φόρων προς πληρωμή θα αντιστοιχούν σε ποσοστά 1% έως και 29% επί των αναδρομικών του 2015 και σε ποσοστά 4,2% έως και 35% επί των αναδρομικών του 2016. Τα επιπλέον αυτά ποσά φόρων θα πρέπει, μάλιστα, να καταβληθούν εφάπαξ, το αργότερο μέχρι τον επόμενο μήνα από το μήνα υποβολής και εκκαθάρισης των τροποποιητικών δηλώσεων, βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
Τα παραπάνω προκύπτουν -εμμέσως- από το κείμενο του άρθρου 114 του πρόσφατα ψηφισθέντος νόμου 4714/2020, το οποίο αφορά στην καταβολή των αναδρομικών, επειδή στη διάταξη αυτή δεν περιελήφθη καμία παράγραφος για ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση των συγκεκριμένων ποσών. Αν δεν προστεθεί μια τέτοια παράγραφος με νεότερη νομοθετική παρέμβαση του υπουργείου Οικονομικών, τότε θα ισχύσουν όλα όσα περιεγράφησαν παραπάνω.
Η προσθήκη διάταξης για την ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση των εν λόγω αναδρομικών είναι αναγκαία για να μην εξελιχθεί σε φιάσκο για την κυβέρνηση το όλο εγχείρημα της -μερικής έστω- επιστροφής των μνημονιακών περικοπών στους συνταξιούχους. Υπάρχει άλλωστε και νομοθετικό προηγούμενο με τα αναδρομικά των ειδικών μισθολογίων, για τα οποία η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ νομοθέτησε την καταβολή με το ν. 4575/2018 χωρίς αρχικά να μεριμνήσει για την απαλλαγή τους από την υπέρμετρη επιβάρυνση με βάση τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων -όπου οι συντελεστές φόρου κυμαίνονταν από 22% έως και 45%- και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης – όπου οι συντελεστές κυμαίνονταν και τότε από 2,2% έως 10%.
Το αποτέλεσμα ήταν να προκύψει υποχρέωση του Δημοσίου να επιβάλει φόρους με συνολικούς συντελεστές από 24,2% έως και 55% στα συγκεκριμένα αναδρομικά. Η αποκάλυψη και επισήμανση του θέματος αυτού προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την πλευρά των δικαιούχων με αποτέλεσμα η τότε κυβέρνηση να αναγκαστεί να νομοθετήσει εκ των υστέρων την αυτοτελή φορολόγηση των αναδρομικών εκείνων με 20% και την εξάντληση κάθε άλλης φορολογικής υποχρέωσης, συμπεριλαμβανόμενης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.