Το Σχέδιο Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας που εκπονήθηκε από την Επιτροπή Πισσαρίδη έχει πολύ καλά στοιχεία, αλλά πρέπει να μετατραπεί σε αφορμή για τη δημιουργία ενός «οδικού άξονα» που θα επαναφέρει την Οικονομία στην Ανάπτυξη, ξεκαθάρισε ο Πρόεδρος του ΒΕΠ, Ανδριανός Μιχάλαρος.
«Ίσως είναι η καταλληλότερη συγκυρία να εξετασθούν οι προτάσεις μας για την τεχνική εκπαίδευση, την αξιοποίηση της ανεκμετάλλευτης δημόσιας γης από βιοτεχνίες και επιχειρηματίες με βιώσιμα business plans, την προώθηση της καινοτομίας με την αξιοποίηση βιομηχανικών κουφαριών που θα μετατραπούν σε φυτώρια νεοφυών επιχειρήσεων, αλλά και με την επιστροφή σε δραστηριότητες επαγγελμάτων μετάλλου σε συνδυασμό με τη στρατηγική για την 4η Βιομηχανική Επανάσταση», δήλωσε.
Σύμφωνα με τον ΒΕΠ «Στη σωστή κατεύθυνση για την έναρξη διαλόγου και τη διερεύνηση προτάσεων που διατυπώνουν τα επιμελητήρια και οι παραγωγικοί φορείς για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Οικονομίας κινείται το Σχέδιο Αναπτύξεως, το οποίο δόθηκε στη δημοσιότητα από την Επιτροπή ειδικών της οποίας ηγείται ο νομπελίστας καθηγητής κ. Χριστόφορος Πισσαρίδης. Η διοίκηση του ΒΕΠ χαιρετίζει αυτό το πολιτικό κείμενο και εκφράζει τη διάθεσή της να συμμετάσχει σε ένα ρεαλιστικό διάλογο για τη δημιουργία κινήτρων και μέτρων με ουσία και δυνατότητα εφαρμογής στην ελληνική πραγματικότητα.
Η συλλογή και αξιολόγηση αγκυλώσεων που καθιστούν την εθνική οικονομία λιγότερο ανταγωνιστική από άλλες ευρωπαϊκές χαρακτηρίζεται χρήσιμη, όμως το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Πειραιώς επισημαίνει ότι απαιτούνται ουσιαστικές απαντήσεις και προτάσεις για σειρά ζητημάτων που απασχολούν τον βιοτεχνικό κόσμο και ειδικά τις παραγωγικές επιχειρήσεις.
Διαβάζοντας κανείς το περιεχόμενο του Σχεδίου, αντιλαμβάνεται ότι είναι κοινή παραδοχή που συζητείται από εκπροσώπους των παραγωγικών φορέων η ανάγκη επαυξήσεως του μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων με την παροχή κινήτρων για συγχωνεύσεις και εξαγωγές. Αυτό που δεν πρέπει να παραληφθεί, ωστόσο, είναι η παραδοχή ότι χάρη στις μικρομεσαίες και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουν αντέξει από τη δεκαετή κρίση η οικονομία και το εμπόριο.
Θα περίμενε κανείς από μια επιτροπή σοφών να έχει εικόνα της πραγματικής κατάστασης στην εγχώρια αγορά και τις δυνατότητές της. Αντί να διατυπώνονται υποσχετικής αντιλήψεως χρησμοί περί παροχής κινήτρων για εξαγορές και συγχωνεύσεις, μάλλον θα ήταν χρήσιμο να παρουσιαστεί προς την Κυβέρνηση Μητσοτάκη και τους εκπροσώπους αγοράς ένα σχέδιο πολιτικών ενεργειών με τις οποίες θα διασωθούν επιχειρήσεις, θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για νέες επενδύσεις και θα δρομολογηθεί η διαδικασία για να ανοίξουν περισσότερες θέσεις εργασίας.
Η διοίκηση του ΒΕΠ ανέμενε σαφείς προτάσεις για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας κι όχι διαπιστώσεις για το υφιστάμενο επιχειρηματικό πλαίσιο και τα εμπόδια που προκαλούν αγκυλώσεις, όπως η γραφειοκρατία, ούτε παραδοχές για τη “χαμηλή παραγωγικότητα” όταν επί σειρά ετών προωθήθηκε η αποβιομηχάνιση και η αναστολή παραγωγικών δραστηριοτήτων στο όνομα μιας θολής και ακαθόριστης “αναπτυξιακής δυναμικής”. Στο ίδιο πλαίσιο, δεν μπορεί να μιλά κανείς για στήριξη των “αδύναμων νοικοκυριών” με σκέψεις για αγορά μετοχών, όταν η πλειοψηφία τους δεν μπορεί να καλύψει στοιχειώδεις για την επιβίωσή τους ανάγκες.
Όσον αφορά στα θέματα απασχόλησης, δεν αποτελεί είδηση ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων. Θα ήταν είδηση η προώθηση μιας ολοκληρωμένης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης μέσω της οποίας θα ενισχυθούν άμεσα τα τεχνικά επαγγέλματα και οι ειδικότητες που αναζητούνται από παραγωγικές επιχειρήσεις. Οι ορδές άεργων επιδοματούχων θα πρέπει να συνεισφέρουν στην ανάγκη επιστροφής της ελληνικής οικονομίας στην ανάπτυξη, όχι με λόγια αλλά με συγκεκριμένο σχέδιο.
Η διοίκηση του ΒΕΠ διαδραματίζοντας το ρόλο της, ως θεσμικός σύμβουλος του Κράτους, επισημαίνει ότι το περιεχόμενο της “Έκθεσης Πισσαρίδη” θα πρέπει να τεθεί υπό διαβούλευση και ανά τομέα, ώστε οι άμεσα ενδιαφερόμενοι και τα μέλη της Επιτροπής να καταθέσουν στην Κυβέρνηση, το συντομότερο δυνατόν, συγκεκριμένο σχέδιο που θα έχει προτάσεις πολιτικής ανά χαρτοφυλάκιο. Εφ’ όσον η Κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ευήκοα ώτα να εφαρμόσει συγκεκριμένη στρατηγική για την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη θεσμική μεταρρύθμιση της οικονομίας και της αγοράς, ας έχει το λόγο ο ιδιωτικός τομέας, οι βιοτεχνίες, η μεταποίηση και κάθε άλλη παραγωγική επιχείρηση που έμεινε όρθια από τη δεκαετή δημοσιονομική κρίση».