Την αύξηση της αβεβαιότητας σχετικά με την πορεία της πανδημίας και κατ’ επέκταση της εγχώριας οικονομίας δείχνουν τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα για το δείκτη οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα (ESI).
Σύμφωνα με το εβδομαδιαίο report της Alpha Bank σημειώθηκε ελαφρά επιδείνωση τον Σεπτέμβριο, στις 89,5 μονάδες, από 90,7 μονάδες τον Αύγουστο.
Επιπλέον, για πρώτη φορά έπειτα από δεκατέσσερις μήνες, ο ESI στην Ελλάδα σημείωσε χαμηλότερη επίδοση από το μέσο όρο της Ευρωζώνης (91,1 μονάδες), ο οποίος ανέκαμψε κατά περίπου 70%, μετά από τη ραγδαία πτώση που κατέγραψε το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου.
Ο αυξημένος βαθμός αβεβαιότητας αναφορικά με την εξέλιξη της πανδημίας και τις επιπτώσεις της στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, αντανακλάται στην κατάρτιση των βασικών μεγεθών του Κρατικού Προϋπολογισμού 2021.
Σύμφωνα με το Προσχέδιο που κατατέθηκε αυτήν την εβδομάδα στη Βουλή, η εκτίμηση για το ΑΕΠ, του τρέχοντος έτους είναι ότι θα συρρικνωθεί κατά 8,2%, ενώ το 2021, αναμένεται να ανακτήσει πάνω από τα 4/5 των απωλειών του 2020. Ως εκ τούτου και υπό την προϋπόθεση της εισροής σημαντικού μέρους των ευρωπαϊκών κονδυλίων εντός του επόμενου έτους, στο πλαίσιο των προγραμμάτων στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ το 2021 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 7,5%.
Όπως αναφέρει, ωστόσο, το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, σε περίπτωση παράτασης του επιδημιολογικού φαινομένου μέτριας έντασης, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2021, ο ρυθμός μεγέθυνσης το επόμενο έτος, θα είναι μειωμένος κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες.
Το σχήμα της υφεσιακής διαταραχής το 2020 και η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας το 2021, θα εξαρτηθούν από ορισμένους, κρίσιμους παράγοντες: Πρώτον, από το σύνολο της άμεσης και έμμεσης συμβολής του τουρισμού στην ελληνική οικονομία καθώς οι εκτιμήσεις – βάσει διαφόρων μελετών – ποικίλουν σημαντικά.
Δεύτερον, από την εξέλιξη της πανδημίας στο άμεσο χρονικό διάστημα και την ενδεχόμενη ενεργοποίηση περαιτέρω μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας, με σκοπό τον περιορισμό της εξάπλωσής της. Τρίτον, από την εύρεση μιας αποτελεσματικής θεραπείας ή/και ενός ασφαλούς εμβολίου, καθώς και από τη χρονική στιγμή διάθεσης αυτών.
Είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, εάν το εμβόλιο κατά του ιού θα είναι διαθέσιμο πριν από τον Απρίλιο του 2021, δηλαδή πριν από την έναρξη της τουριστικής περιόδου της επόμενης χρονιάς. Tέταρτον, από την αποτελεσματικότητα των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης που έχει ήδη ανακοινώσει η Κυβέρνηση, δηλαδή από το ύψος της θετικής επίδρασής τους στην οικονομία. Πέμπτο, από το ποσοστό απορρόφησης των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης κατά το 2021.
Η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας κατά το τρέχον έτος, αλλά και τα μέτρα που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, όπως οι αναστολές πληρωμών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, η μείωση της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος, αλλά και η παροχή αποζημίωσης ειδικού σκοπού, προς τους εργαζόμενους των κλάδων που έχουν πληγεί από την πανδημία, η στήριξη των ανέργων κ.λπ., αναμένεται να έχουν σημαντική επίπτωση και στα δημοσιονομικά μεγέθη της οικονομίας.
Συγκεκριμένα, τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, μετά από τη μείωση των επιστροφών φόρων, εκτιμάται ότι θα αποκλίνουν κατά 8,3%, σε σύγκριση με το στόχο του Προϋπολογισμού 2020, ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες θα είναι αυξημένες, σχεδόν κατά 20%.
Το συνολικό ύψος των παρεμβάσεων είναι Ευρώ 24,2 δισ., εκ των οποίων Ευρώ 21,5 δισ. αφορούν το 2020 (συμπεριλαμβάνοντας τη μόχλευση των χρηματοοικονομικών εργαλείων ύψους Ευρώ 5,9 δισ.), και Ευρώ 2,7 δισ. το 2021. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με το Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2021, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να διαμορφωθεί σε έλλειμμα ύψους 6,2%, έναντι αρχικής εκτίμησης για πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ, του Σχεδίου Προϋπολογισμού 2020.
Η εν λόγω εκτίμηση εξακολουθεί να ενέχει ένα βαθμό αβεβαιότητας, παρά το γεγονός ότι διανύουμε ήδη το τελευταίο τρίμηνο του έτους, η οποία πηγάζει από την εξέλιξη της πανδημίας στο άμεσο χρονικό διάστημα. Αξίζει να σημειωθεί, ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ-27 έχουν ήδη ανακοινώσει ότι θα εφαρμοστεί πλήρης δημοσιονομική ευελιξία, τόσο για το 2020, όσο και για το 2021, για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και επομένως δεν θα ισχύσει ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% (σύμφωνα με τον ορισμό της ενισχυμένης εποπτείας) όπως τα προηγούμενα έτη.
Σημαντικό ρόλο, τόσο για την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, όσο και για την επίτευξη ενός βελτιωμένου δημοσιονομικού αποτελέσματος το 2021, αναμένεται να διαδραματίσουν οι ευρωπαϊκοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και του προγράμματος “React EU”.
Συγκεκριμένα, τα εν λόγω κονδύλια, σύμφωνα με την τελική πρόβλεψη του προσχεδίου του Προϋπολογισμού 2021, αναμένεται να προσθέσουν δύο μονάδες στην αύξηση του ΑΕΠ το 2021, η οποία θα διαμορφωθεί -όπως προαναφέρθηκε- μεταξύ 4,5% και 7,5%.
Η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας το 2021 εκτιμάται ότι θα προέλθει από την αξιοσημείωτη άνοδο των εξαγωγών υπηρεσιών, αλλά και των επενδύσεων, λόγω της αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων. Παράλληλα, προβλέπεται ότι θα ανακάμψει και η ιδιωτική κατανάλωση, στηριζόμενη στην αύξηση της απασχόλησης (2021: +5,2%, σε εθνικολογιστική βάση.
Σε αυτό σημείο αξίζει να αναφερθεί, ότι ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για την Απασχόληση (EEI) στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο, ήταν ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27, υπερβαίνοντας σημαντικά και τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο (105,3 μονάδες έναντι 91,8 μονάδες σε ΕΕ-27 και Ευρωζώνη).
Οι καλές επιδόσεις του δείκτη EEI στην Ελλάδα, πιθανότατα βασίζονται στην επίδραση των στοχευμένων μέτρων που έθεσε σε εφαρμογή η Ελληνική Κυβέρνηση (π.χ. παράταση της δυνατότητας προσωρινής αναστολής συμβάσεων εργασίας σε κλάδους που εξακολουθούν να πλήττονται από την πανδημία, πρόγραμμα “ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ” για την εποχική απασχόληση κ.λπ.).
Επιπλέον, δεδομένου ότι σε σημαντικούς κλάδους της οικονομίας, όπως ο τουρισμός, η απασχόληση έχει κατά βάση εποχικό χαρακτήρα, οι βελτιωμένες προσδοκίες, ενδεχομένως, αποτυπώνουν την αισιοδοξία για ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και επομένως της απασχόλησης, κατά το επόμενος έτος. Επιπρόσθετα, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα ύψους 1% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την τελική πρόβλεψη του Προσχεδίου και 3% αντίστοιχα, βάσει του δυσμενούς σεναρίου, λαμβάνοντας δηλαδή υπόψη επιπρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, οι οποίες θα υιοθετηθούν σε περίπτωση παράτασης του επιδημιολογικού φαινομένου, το δεύτερο τρίμηνο του 2021.
Προϋπόθεση για την επίτευξη ενός βελτιωμένου σε σύγκριση με το 2020 δημοσιονομικού αποτελέσματος, ωστόσο, θα είναι η αύξηση των δημοσίων εσόδων, παρά την εφαρμογή των πρόσθετων μέτρων φορολογικής ελάφρυνσης που έχει ανακοινώσει η Κυβέρνηση για το 2021 (μείωση ασφαλιστικών εισφορών και κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης για τον ιδιωτικό τομέα, επέκταση της μείωσης του ΦΠΑ σε διάφορες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών κλάδων που πλήττονται από την πανδημία κ.λπ.) και της παράτασης ορισμένων παρεμβάσεων λόγω COVID-19 που ξεκίνησαν το 2020.
Τα φορολογικά έσοδα εκτιμάται ότι θα αυξηθούν συνολικά κατά Ευρώ 5,0 δισ. το 2021 και θα διαμορφωθούν σε Ευρώ 49,5 δισ. Η άνοδος αυτή, αναμένεται να προέλθει από την αύξηση των εσόδων, πρωτίστως, από φόρους επί αγαθών και υπηρεσιών (+Ευρώ 3,5 δισ.) και δευτερευόντως, από φόρους εισοδήματος, νοικοκυριών και επιχειρήσεων (+Ευρώ 1,3 δισ.).
Από την άλλη πλευρά, οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού, θα είναι χαμηλότερες το 2021, σε σύγκριση με το τρέχον έτος, καθώς προβλέπεται ότι θα διαμορφωθούν σε Ευρώ 63,9 δισ., έναντι Ευρώ 68,5 δισ. το 2020.
Στην εν λόγω εκτίμηση, ωστόσο, έχει ενσωματωθεί η υπόθεση ότι δεν θα προκύψουν έκτακτες δαπάνες, λόγω δυσμενούς εξέλιξης της πανδημίας. Τέλος, σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος, το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2021, προβλέπει ότι αυτό θα ανέλθει σε Ευρώ 337 δισ. το 2020, ή 197,4% του ΑΕΠ, από 176,6% το 2019 και θα αυξηθεί περαιτέρω το 2021 σε Ευρώ 342 δισ., λόγω των νέων ομολογιακών εκδόσεων που προγραμματίζονται, αλλά και των εκταμιεύσεων των κονδυλίων από την ΕΕ.
Συγκεκριμένα, η Ελληνική Κυβέρνηση αποσκοπεί σε άντληση ρευστότητας από τις αγορές, μέσω εκδόσεων Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου, ίδιου ύψους περίπου με το 2020 (Ευρώ 10 δισ.), με στόχο τη διατήρηση ενός ταμειακού αποθέματος, τουλάχιστον Ευρώ 30 δισ. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι παρά την αύξηση του ονομαστικού δημοσίου χρέους το 2021, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 184,7%, εξαιτίας της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας.