Βελτιωμένες οι προβλέψεις για την μεθεπόμενη χρονιά – Το Ταμείο βλέπει ανάπτυξη 5,6%
Η Ελλάδα θα χρειαστεί κάτι παραπάνω από έναν χρόνο να πατήσει γερά στα πόδια της μετά την κρίση που προκάλεσε η πανδημία του κορωνοϊού, προβλέπει το ΔΝΤ το οποίο «βλέπει» ρυθμούς ανάπτυξης μεγαλύτερους από το 2021, όσον αφορά στη μεθεπόμενη χρονιά.
Στην Έκθεση του για την Ευρώπη, το Ταμείο εκτιμά ότι μετά την φετινή ύφεση του -9.5%, οι ρυθμοί ανάπτυξης το 2021 θα «τρέξουν» με 4,1%, αλλά δίνοντας ένα ακόμα στοιχείο, πέρα από τα όσα συμπεριέλαβε στο World Economic Outlook, που δημοσιεύθηκε προ ημερών, τοποθετεί τον πήχη της ανάπτυξης στο 5,6% το 2022.
«Μαύρες» προβλέψεις για την Ευρώπη
Δυσοίωνες οι προβλέψεις για την Ευρώπη, καθώς σύμφωνα με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του Ταμείου, Alfred Kammer, πέρα από την απώλεια 240 χιλιάδων ανθρώπων, εκατομμύρια άλλοι ασθένησαν, υπέστησαν αναταράξεις στην εργασία τους και στην καθημερινότητα τους. Η οικονομική επίπτωση του κορωνοϊού ήταν τεράστια, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ της Ευρώπης να βυθίζεται κατ’ εκτίμηση με ρυθμούς 7% φέτος, χωρίς βέβαια να συνυπολογιστούν οι τελευταίες αρνητικές εξελίξεις, με τα τοπικά ή γενικά lockdowns.
Η εκτίμηση του Ταμείου είναι ότι το 2021 η Ευρώπη θα «τρέξει» με 4,7%, κάτι που σημαίνει πολύ απλά ότι θα απέχει 6,3 ποσοστιαίες μονάδες από τις προ πανδημίας προβλέψεις. Πρακτικά, η Ευρώπη θα έχει χάσει περί τα 3 τρισ ευρώ και μεγάλο μέρος αυτών των απωλειών δεν θα ανακτηθούν μεσοπρόθεσμα.
Διατήρηση των μέτρων
Ως προς τις ενδεδειγμένες κινήσεις των εθνικών κυβερνήσεων, το ΔΝΤ επιμένει ότι τα μέτρα στήριξης δεν πρέπει να αποσυρθούν πρόωρα, αλλά ότι την κατάλληλη στιγμή θα πρέπει οι διαθέσιμοι πόροι να είναι στοχευμένοι και προσανατολισμένοι στο μετασχηματισμό της οικονομίας. Ειδικά όσον αφορά στην απασχόληση, τα προγράμματα, που έχουν τώρα στο επίκεντρο την προστασία των θέσεων εργασίας, θα πρέπει να κατευθυνθούν στην υποστήριξη των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων επανακατάρτισης.
Το Ταμείο κρούει καμπανάκι κινδύνου και για τις τράπεζες, επισημαίνοντας ότι θα σημειωθεί αύξηση των «κόκκινων» δανείων κι ως εκ τούτου οι τράπεζες με τους μετόχους τους θα πρέπει να αναπτύξουν μια στρατηγική αύξησης κεφαλαίων μεσοπρόθεσμα.