Στο σημείο εκκίνησης μπαίνουν οι επιχειρήσεις της χώρας για την Επιστρεπτέα Προκαταβολή 4, συνολικού ύψους 1 δισ. ευρώ, καθώς δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΓΔΟΥ 281/13.11.2020), με την οποία καθορίζονται όροι, προϋποθέσεις και διαδικασίες για τα φθηνά δάνεια, με επιτόκιο 0,74%, που αυτή την φορά δίνεται η δυνατότητα να μην επιστραφούν στο σύνολό τους, αλλά να καταβληθεί το 50% ως επιδότηση.
Η πλατφόρμα για την υποβολή των αιτήσεων αναμένεται να ανοίξει, σύμφωνα με όσα έχει δηλώσει ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, στο τέλος της εβδομάδας που έρχεται ή στις αρχές της μεθεπόμενης εβδομάδας, δηλαδή το αργότερο ως τις 23 – 24 Σεπτεμβρίου, ενώ η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων από τις επιχειρήσεις λήγει στις 30 Νοεμβρίου.
Όπως έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση, διευρύνεται η λίστα των επιχειρήσεων που έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην Επιστρεπτέα Προκαταβολή 4. Μπορούν να μετάσχουν και νέες επιχειρήσεις (που έκαναν έναρξη μέσα στο τρέχον έτος), ενώ έχουν αυξηθεί οι ΚΑΔ των επιχειρήσεων που μπορούν να μετάσχουν χωρίς να έχουν την προβλεπόμενη μείωση τζίρου κατά 20%, με την προσθήκη και ΚΑΔ από τον τομέα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Οι επιχειρήσεις που κλείνουν με κρατική εντολή, δικαιούνται να συμμετάσχουν στο χρηματοδοτικό σχήμα, ανεξαρτήτως πτώσης τζίρου τους, ενώ λαμβάνουν κατ’ ελάχιστο 2.000 ευρώ.
Για να έχει μια επιχείρηση το δικαίωμα να λάβει το 50% της επιστρεπτέας προκαταβολής ως επιδότηση, δηλαδή να μην το επιστρέψει, η υπουργική απόφαση ορίζει ότι:
Το ήμισυ (50%) του ποσού της ενίσχυσης δεν επιστρέφεται, υπό τον όρο διατήρησης του επιπέδου απασχόλησης έως την 31η Μαρτίου 2020. Ειδικότερα, για την πλήρωση της προϋπόθεσης διατήρησης του επίπεδου απασχόλησης η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Μαρτίου 2021 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ.
Σε περίπτωση που το επίπεδο απασχόλησης που είχε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 είναι υψηλότερο από αυτό που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31 Μαρτίου 2021 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020.
Ο έλεγχος θα πραγματοποιείται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ και θα αφορά το μέσο όρο του αριθμού των εργαζομένων κατά το διάστημα αυτό. Για τον έλεγχο, από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, εξαιρούνται οι λύσεις συμβάσεων ένεκα συνταξιοδότησης ή θανάτου, οι λύσεις συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και οι οικειοθελείς παραιτήσεις.
Το πλήρες κείμενο της υπουργικής απόφασης ΓΔΟΥ 281/13.11.2020
Άρθρο 1
Σκοπός
1. Με την παρούσα απόφαση θεσπίζεται καθεστώς ενίσχυσης με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής για ιδιωτικές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως κλάδου, που επλήγησαν οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης της νόσου του κορωνοϊού COVID-19 (COVID-19) για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2020.
2. Οι μεμονωμένες ενισχύσεις στο πλαίσιο της παρούσας χορηγούνται είτε:
α) σύμφωνα με τους όρους της υπό στοιχεία C(2020) 1863/19.03.2020 ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) «Προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID-19», όπως ισχύει, είτε
β) σύμφωνα με τους όρους του υπ’ αρ. 1407/2013 Κανονισμού (ΕΕ) για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (Κανονισμός de minimis).
3. Η ενίσχυση με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής είναι ακατάσχετη, αφορολόγητη και δεν συμψηφίζεται με οποιαδήποτε οφειλή.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Επιστρεπτέα προκαταβολή: ενίσχυση η οποία χορηγείται σε επιχειρήσεις και η οποία επιστρέφεται, εν όλω ή εν μέρει, υπό συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις.
2. Προβληματική επιχείρηση: η επιχείρηση για την οποία συντρέχει τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 18 του υπ’ αρ. 651/2014 Κανονισμού (ΕΕ) της Επιτροπής της 17ης Ιουνίου 2014 για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης, όπως περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
3. Ενιαία επιχείρηση: ειδικά για τους σκοπούς του ελέγχου της σώρευσης του άρθρου 5, καθώς και του ελέγχου της προϋπόθεσης της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 3, ενιαία επιχείρηση νοείται ότι συνιστούν οι συνδεδεμέ-νες μεταξύ τους επιχειρήσεις, ήτοι οι επιχειρήσεις που διατηρούν μεταξύ τους μία από τις ακόλουθες σχέσεις:
α) μια επιχείρηση κατέχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή των εταίρων άλλης επιχείρησης,
β) μια επιχείρηση έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου άλλης επιχείρησης,
γ) μια επιχείρηση έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική επιρροή σε άλλη επιχείρηση βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με αυτήν ή δυνάμει ρήτρας του καταστατικού της τελευταίας,
δ) μια επιχείρηση που είναι μέτοχος ή εταίρος άλλης επιχείρησης ελέγχει μόνη της, βάσει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους ή εταίρους της εν λόγω επιχείρησης, την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή των εταίρων αυτής της επιχείρησης.
Ως ενιαία επιχείρηση θεωρούνται επίσης οι επιχειρήσεις που διατηρούν μια από τις ως άνω σχέσεις μέσω μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων, ή μέσω φυσικού προσώπου ή ομάδας φυσικών προσώπων που ενεργούν από κοινού.
4. Επιτόκιο αναφοράς: 0,74% το οποίο αντιστοιχεί στο βασικό επιτόκιο που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα και ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας, σύμφωνα με την ανακοίνωση την τελευταίας αριθ. 2008/C 14/02 (C 14/6 της 19.1.2008), ήτοι -0,35, προσαυξημένο κατά 109 μονάδες βάσης.
5. Πρωτογενής παραγωγή γεωργικών προϊόντων: η παραγωγή των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα I της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με εξαίρεση τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του υπ’ αρ. 104/2000 κανονισμού (ΕΚ), και η οποία αντιστοιχεί στους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (ΚΑΔ) της κατηγορίας 01. Αγροτική Παραγωγή.
6. Τομείς αλιείας και υδατοκαλλιέργειας: οι τομείς που εμπίπτουν στον υπ’ αρ. 104/2000 Κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1999 για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας (EE L17/22 της 21.1.2000), και οι οποίοι αντιστοιχούν στους ΚΑΔ του Παραρτήματος IV το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
7. Μεταποίηση γεωργικών προϊόντων: κάθε επέμβαση επί γεωργικού προϊόντος από την οποία προκύπτει επίσης γεωργικό προϊόν, με εξαίρεση τις εργασίες εντός της γεωργικής εκμετάλλευσης που είναι απαραίτητες για την προετοιμασία προϊόντος ζωικής ή φυτικής προέλευσης για την πρώτη του πώληση.
8. Εμπορία γεωργικών προϊόντων: η κατοχή ή η έκθεση με σκοπό την πώληση, την προσφορά προς πώληση, την παράδοση ή οποιονδήποτε άλλον τρόπο διάθεσης στην αγορά, με εξαίρεση την πρώτη πώληση από μέρους πρωτογενούς παραγωγού σε μεταπωλητές ή μεταποιητικές επιχειρήσεις και κάθε δραστηριότητα η οποία προετοιμάζει το προϊόν για μια τέτοια πρώτη πώληση· η πώληση από μέρους πρωτογενούς παραγωγού προς τελικούς καταναλωτές λογίζεται ως εμπορία αν πραγματοποιείται σε χωριστό και ειδικό για τον σκοπό αυτό χώρο.
9. Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ): οι επιχειρήσεις που πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα I του Καν. 651/2014.
Εξ’ αυτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του ως άνω παραρτήματος:
α) Μεσαίες επιχειρήσεις: οι επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από διακόσιους πενήντα (250) εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα πενήντα (50) εκατ. ευρώ και/ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα σαράντα τρία (43) εκατ. ευρώ.
β) Μικρές επιχειρήσεις: οι επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από πενήντα (50) εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών και/ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) εκατ. Ευρώ.
γ) Πολύ μικρές επιχειρήσεις: οι επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από δέκα (10) εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών και/ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα δύο (2) εκατ. ευρώ.
Για τον υπολογισμό του αριθμού απασχολουμένων και των χρηματικών ποσών λαμβάνονται υπόψη τα αναφερόμενα στα άρθρα 3 έως 6 του ως άνω παραρτήματος.
Οι επιχειρήσεις που δεν πληρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο ως άνω παράρτημα Ι, θεωρούνται μεγάλες.
10. Κύκλος εργασιών αναφοράς:
α) Για τις επιχειρήσεις που είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ και τηρούν απλογραφικά βιβλία:
αα) σε περίπτωση που η επιχείρηση έχει θετικό κύκλο εργασιών το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του έτους 2019, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται το άθροισμα του κύκλου εργασιών του τρίτου τριμήνου πολλαπλασιαζόμενο με ένα τρίτο (1/3) και του τέταρτου τριμήνου πολλαπλασιαζόμενο με ένα τρίτο (1/3),
ββ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών το τρίτο τρίμηνο του έτους 2019 και έχει θετικό κύκλο εργασιών το τέταρτο τρίμηνο του έτους 2019, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται το τέταρτο τρίμηνο του έτους 2019 πολλαπλασιαζόμενο με δύο τρίτα (2/3). Σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών το τέταρτο τρίμηνο του έτους 2019 και έχει θετικό κύκλο εργασιών αναφοράς το τρίτο τρίμηνο του έτους 2019, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται το τρίτο τρίμηνο του έτους 2019 πολλαπλα-σιαζόμενο με δύο τρίτα (2/3),
γγ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του έτους 2019 και έχει θετικό κύκλο εργασιών το πρώτο τρίμηνο του έτους 2020, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών του πρώτου τριμήνου του 2020 πολλαπλασιαζόμενο με δύο τρίτα (2/3),
δδ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του έτους 2019, καθώς και το πρώτο τρίμηνο του έτους 2020 ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών του τρίτου τριμήνου του 2020 πολλαπλασιαζόμενο με δύο τρίτα (2/3),
εε) σε διαφορετική περίπτωση, ο κύκλος εργασιών αναφοράς ισούται με μηδέν (0).
β) Για τις επιχειρήσεις που είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ και τηρούν διπλογραφικά βιβλία:
αα) σε περίπτωση που η επιχείρηση έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Σεπτέμβριο 2019 και τον μήνα Οκτώβριο 2019, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται το άθροισμα του κύκλου εργασιών των μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου του έτους 2019,
ββ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Σεπτέμβριο του 2019 και έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Οκτώβριο του 2019, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών του μήνα Οκτωβρίου 2019, πολλαπλασιαζόμενος επί δύο (2). Σε περίπτωση που δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Οκτώβριο 2019 και έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Σεπτέμβριο 2019, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών του μήνα Σεπτεμβρίου 2019, πολλαπλασιαζόμενος επί δύο (2),
γγ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Σεπτέμβριο 2019 και τον μήνα Οκτώβριο 2019 και έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Φεβρουάριο 2020, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών του μήνα Φεβρουαρίου 2020, πολλαπλασιαζόμενος επί δύο (2),
δδ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικό κύκλο εργασιών τους μήνες Σεπτέμβριο 2019, Οκτώβριο 2019 και Φεβρουάριο 2020 και έχει θετικό κύκλο εργασιών τον μήνα Ιούλιο 2020 ή/και τον μήνα Αύγουστο 2020, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται το άθροισμα του κύκλου εργασιών Ιουλίου 2020 και Αυγούστου 2020. Σε περίπτωση που ο κύκλος εργασιών ενός εκ των δύο μηνών Ιουλίου 2020 ή Αυγούστου 2020 είναι αρνητικός, ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο κύκλος εργασιών του μηνός που είναι θετικός, πολλαπλασιαζόμενος επί δύο (2),
εε) σε διαφορετική περίπτωση, ο κύκλος εργασιών αναφοράς ισούται με μηδέν (0).
Σε περίπτωση που η επιχείρηση εντός του 2019 ή του 2020 έκανε αλλαγή στον τύπο βιβλίων που τηρεί (από απλογραφικά σε διπλογραφικά ή το αντίστροφο), υπολογίζεται ο κύκλος εργασιών αναφοράς και με τους δύο τρόπους που αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (β) και ως κύκλος εργασιών αναφοράς λαμβάνεται ο μεγαλύτερος εκ των δύο.
11. Ακαθάριστα έσοδα αναφοράς:
Για τις επιχειρήσεις που δεν είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ ή είναι υποκείμενες και απαλλασσόμενες από το ΦΠΑ:
α) σε περίπτωση που η επιχείρηση έχει θετικά ακαθάριστα έσοδα το έτος 2019 ως τα ακαθάριστα έσοδα του 2019, διαιρεμένα με έξι (6),
β) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικά ακαθάριστα έσοδα το έτος 2019 και έχει θετικά ακαθάριστα έσοδα τον μήνα Φεβρουάριο του έτους 2020, όπως αυτά έχουν δηλωθεί στην ειδική πλατφόρμα «myBusinessSupport», ως τα ακαθάριστα έσοδα του μηνός Φεβρουαρίου του έτους 2020, πολλαπλασιαζό-μενα με δύο (2),
γ) σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν έχει θετικά ακαθάριστα έσοδα το έτος 2019, ούτε τον μήνα Φεβρουάριο 2020 και έχει θετικά ακαθάριστα έσοδα τον μήνα Ιούλιο 2020 ή/και τον μήνα Αύγουστο 2020, όπως αυτά έχουν δηλωθεί στην ειδική πλατφόρμα «myBusinessSupport», ως ακαθάριστα έσοδα αναφοράς λαμβάνονται το άθροισμα των ακαθάριστων εσόδων Ιουλίου 2020 και Αυγούστου 2020. Σε περίπτωση που τα ακαθάριστα έσοδα ενός εκ των δύο μηνών Ιουλίου 2020 ή Αυγούστου 2020 είναι αρνητικά, ως ακαθάριστα έσοδα αναφοράς λαμβάνονται τα ακαθάριστα έσοδα του μηνός που είναι θετικά, πολ-λαπλασιαζόμενα επί δύο (2),
δ) σε διαφορετική περίπτωση τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς ισούνται με μηδέν (0).
12. Για τους σκοπούς εφαρμογής της παρούσας απόφασης, λαμβάνονται τα οικονομικά δεδομένα που υποβάλλονται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport» της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 6. Εφόσον για τα οικονομικά δεδομένα που δηλώνονται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport», η επιχείρηση έχει υποβάλει τις οικείες φορολογικές δηλώσεις μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας, λαμβάνονται δεδομένα των δηλώσεων αυτών. Ως προς τα λοιπά δεδομένα εισοδήματος και ΦΠΑ, λαμβάνονται αυτά που έχουν δηλωθεί από τις επιχειρήσεις μέχρι και την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 3
Δικαιούχοι
1. Δικαιούχοι – λήπτες της ενίσχυσης είναι:
α) Oι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) και οι Οργανισμοί Λιμένων.
β) Oι ιδιωτικές επιχειρήσεις κάθε νομικής μορφής, συμπεριλαμβανομένων των ατομικών, καθώς και μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις υποκείμενες σε ΦΠΑ, οι οποίες έχουν την έδρα τους ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και λειτουργούν νομίμως, ανεξαρτήτως Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ), με εξαίρεση τις ακόλουθες:
αα) Επιχειρήσεις που απασχολούσαν περισσότερους από χίλιους (1.000) εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020,
ββ) Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ) που αποτελούν αμιγώς δημοτικές, διαδημοτικές, διακοινοτικές, διανομαρχιακές, κοινοτικές και νομαρχιακές επιχειρήσεις, δημοτικές κοινωφελείς επιχειρήσεις, δημοτικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, ενώσεις προσώπων διαχείρισης κτιρίων, επιτροπές εράνων, ευρωπαϊκοί όμιλοι οικονομικού σκοπού, κοινοπραξίες, διεθνείς οργανισμοί και πολιτικά κόμματα, οι οποίες πληρούν σωρευτικά τα κριτήρια της επόμενης παραγράφου, καθώς και την προϋπόθεση της παραγράφου 3.
2. Οι επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να πληρούν τα κάτωθι κριτήρια:
α) Έχουν την έδρα τους ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, λειτουργούν νομίμως, έχουν πληγεί οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του COVID-19 και έχουν υποβάλλει οικονομικά στοιχεία στην ειδική πλατφόρμα «myBusinessSupport», σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 6.
β) Έχουν υποβάλει τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ, εφόσον είχαν κατά νόμο υποχρέωση να τις υποβάλουν, ως εξής:
αα) μέχρι και την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, έχουν υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το φορολογικό έτος 2018,
ββ) μέχρι και την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, έχουν υποβάλει όλες τις δηλώσεις ΦΠΑ για την περίοδο από 1η Ιανουαρίου 2019 μέχρι 31η Αυγούστου 2020.
γ) Δεν έχουν τεθεί σε αδράνεια από την 1η Ιουλίου 2019 μέχρι και την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, όπως αυτό προκύπτει από τα στοιχεία που τηρούνται στο φορολογικό μητρώο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ή από την υποβολή μηδενικών δηλώσεων Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) καθ’ όλη την περίοδο αυτή.
δ) Δεν έχει ανασταλεί, μέχρι και την έναρξη ισχύος της παρούσας, η χρήση του ΑΦΜ της επιχείρησης για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών σύμφωνα με την υπό στοιχεία ΓΓΔΕ ΠΟΛ. 1200/2015 απόφαση, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει (εξαφανισμένος έμπορος), όπως αυτό προκύπτει από το φορολογικό μητρώο της ΑΑΔΕ.
ε) Παρουσιάζουν μείωση του κύκλου εργασιών τους, ως ακολούθως:
αα) για τις επιχειρήσεις που είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ το άθροισμα του κύκλου εργασιών μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020, όπως αυτός έχει δηλωθεί στην ειδική πλατφόρμα «myBusinessSupport», παρουσιάζει μείωση κατά 20,00% τουλάχιστον σε σχέση με τον κύκλο εργασιών αναφοράς και επιπλέον ο κύκλος εργασιών αναφοράς είναι μεγαλύτερος από τριακόσια (300) ευρώ,
ββ) για τις επιχειρήσεις που δεν είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ ή είναι υποκείμενες και απαλλασσόμενες, το άθροισμα των ακαθάριστων εσόδων μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020, όπως αυτά έχουν δηλωθεί στην ειδική πλατφόρμα «myBusinessSupport», παρουσιάζει μείωση κατά 20,00% τουλάχιστον, σε σχέση με τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς και επιπλέον τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς είναι μεγαλύτερα από τριακόσια (300) ευρώ.
Στις ανωτέρω υπό αα) και ββ) υποπεριπτώσεις, διενεργείται στρογγυλοποίηση των ποσοστών μείωσης σε σχέση με τον κύκλο εργασιών αναφοράς ή με τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς, αντίστοιχα, στο δεύτερο ποσοστιαίο δεκαδικό ψηφίο.
Ειδικά οι επιχειρήσεις που:
i) είτε έχουν ενεργό κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020 έναν από τους περιγραφόμενους στο Παράρτημα ΙΙΙ, το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας, είτε των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα ενεργού κατά την 05.11.2020 ΚΑΔ δευτερεύουσας δραστηριότητας από τους περιγραφόμενους στο Παράρτημα ΙΙΙ, όπως αυτά προκύπτουν από την αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα που αντιστοιχούν στον κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020, δύναται να είναι δικαιούχοι – λήπτες της ενίσχυσης και στην περίπτωση που δεν παρουσιάζουν μείωση του κύκλου εργασιών τους κατά τα αναφερόμενα στην παρούσα περίπτωση, εφόσον ο κύκλος εργασιών για τις επιχειρήσεις υποκείμενες σε ΦΠΑ, ή τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς για τις επιχειρήσεις που δεν είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ ή είναι υποκείμενες και απαλλασσόμενες, είναι μεγαλύτερα από τριακόσια (300) ευρώ,
ii) έχουν έδρα σε περιοχές που έχουν πληγεί από τις φυσικές καταστροφές που προκλήθηκαν από την πορεία του μεσογειακού κυκλώνα «Ιανός», όπως αυτές οριοθετούνται στις υπό στοιχεία Δ.Α.Ε.Φ.Κ.-Κ.Ε./10330/Α325/07.10.2020 (Β’ 4431) και Δ.Α.Ε.Φ.Κ.-Κ.Ε./10331/Α325/07.10.2020 (Β’ 4432) αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εσωτερικών και Υποδομών και Μεταφορών, δύναται να είναι δικαιούχοι – λήπτες της ενίσχυσης, και στην περίπτωση που δεν παρουσιάζουν μείωση του κύκλου εργασιών τους κατά τα αναφερόμενα στην παρούσα περίπτωση, δυνάμει του Κανονισμού De minimis 1407/2013 και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται σε αυτόν, εφόσον ο κύκλος εργασιών για τις επιχειρήσεις υποκείμενες σε ΦΠΑ, ή τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς για τις επιχειρήσεις που δεν είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ ή είναι υποκείμενες και απαλλασσόμενες, είναι μεγαλύτερα από τριακόσια (300) ευρώ.
στ) Δεν συντρέχουν οι λόγοι αποκλεισμού της παρ. 1 του άρθρου 40 του ν. 4488/2017 (Α’ 137).
3. Επιπλέον των κριτηρίων της παρ. 2, οι επιχειρήσεις πρέπει να πληρούν τις κάτωθι προϋποθέσεις, κατά περίπτωση:
α) Εφόσον αιτούνται ενίσχυσης δυνάμει του Προσωρινού Πλαισίου, να μην έχουν στη διάθεσή τους προηγούμενη ενίσχυση η οποία έχει κηρυχθεί ασυμβίβαστη με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και επιπλέον,
αα) οι μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις να μην ήταν προβληματικές κατά την έννοια του υπ’ αρ. 651/2014 Κανονισμού στις 31 Δεκεμβρίου 2019, και
ββ) οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στην παρ. 9 του άρθρου 2 της παρούσας, κατά τη στιγμή χορήγηση της ενίσχυσης:
i) να μην υπάγονται σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία και
ii) να μην έχουν λάβει ενίσχυση διάσωσης και δεν έχουν ακόμη αποπληρώσει το δάνειο ή λύσει τη σύμβαση εγγύησης και να μην έχουν λάβει ενίσχυση αναδιάρθρωσης και υπόκεινται ακόμη σε σχέδιο αναδιάρθρωσης.
Ο έλεγχος της εν λόγω προϋπόθεσης γίνεται και σε επίπεδο ενιαίας επιχείρησης.
β) Εφόσον αιτούνται ενίσχυσης δυνάμει του Κανονισμού de minimis, πρέπει να μην δραστηριοποιούνται στην πρωτογενή παραγωγή γεωργικών προϊόντων, ή στους τομείς της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας. Επιχειρήσεις που έχουν μικτή δραστηριότητα, ήτοι δραστηριοποιούνται σε κάποιον από τους εν λόγω μη επιλέξιμους για ενίσχυση τομείς, και επίσης σε τομέα επιλέξιμο για ενίσχυση βάσει του υπ’ αρ. 1407/2013 Κανονισμού (ΕΕ), δύναται να λάβουν ενίσχυση στο πλαίσιο της παρούσας δυνάμει του εν λόγω Κανονισμού για την επιλέξιμη δρα-στηριότητά τους, με τις εξής προϋποθέσεις:
αα) η εν λόγω δραστηριότητα εμφανίζει τα μεγαλύτερα έσοδα, όπως αυτό προκύπτει από τη δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, ή αποτελεί την κύρια δραστηριότητα βάσει κύριου ΚΑΔ εφόσον πρόκειται για επιχείρηση που έχει συσταθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 2019 και
ββ) διασφαλίζεται με κατάλληλα μέσα, όπως ο λογιστικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων ή η διάκριση του κόστους, ότι οι δραστηριότητες στους μη επιλέξιμους τομείς δεν τυγχάνουν ενίσχυσης.
Άρθρο 4
Ύψος ενίσχυσης
1. Το ύψος της ενίσχυσης προσδιορίζεται τυποποιημένα, ως ακολούθως:
α) Για τις επιχειρήσεις που είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ:
Ενίσχυση = [(Κύκλος εργασιών αναφοράς – Άθροισμα κύκλου εργασιών μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020) χ ποσοστιαία διαφορά εκροών εισροών] – [αριθμός εργαζομένων σε αναστολή χ 534],
όπου:
αα) Ο κύκλος εργασιών μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020 και ο κύκλος εργασιών αναφοράς, όπως ορίζονται στην παρούσα απόφαση.
ββ) Η ποσοστιαία διαφορά εκροών εισροών ισούται με το συνολικό κύκλο εργασιών ΦΠΑ (κωδικός 312 δήλωσης ΦΠΑ) του έτους 2019 αφαιρουμένου του συνόλου φορολογητέων εισροών (κωδικός 367 δήλωση ΦΠΑ) του έτους 2019, διαιρεμένου με το συνολικό κύκλο εργασιών ΦΠΑ του έτους 2019. Σε περίπτωση που η ποσοστιαία διαφορά εκροών εισροών είναι μικρότερη του 20% ή ο συνολικός κύκλος εργασιών ΦΠΑ του έτους 2019 είναι μηδενικός, θεωρείται ίση με 20%.
γγ) Ο αριθμός εργαζομένων σε αναστολή ορίζεται ως το άθροισμα του αριθμού των εργαζομένων της επιχείρησης που βρίσκονταν σε προσωρινή αναστολή της σύμβασης εργασίας τους την 1η Σεπτεμβρίου 2020 και την 1η Οκτωβρίου 2020, σύμφωνα με τις δηλώσεις εργοδοτών, όπως τηρούνται στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ.
Με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων του άρθρου 5 της παρούσας, ειδικά για τις ατομικές επιχειρήσεις που:
i) δεν απασχολούσαν κανένα εργαζόμενο κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 και δεν διαθέτουν ταμειακή μηχανή, η ενίσχυση ορίζεται, ανεξαρτήτως μαθηματικού τύπου, σε χίλια (1.000) ευρώ,
ii) δεν απασχολούσαν κανένα εργαζόμενο κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 και δεν διαθέτουν ταμειακή μηχανή και οι οποίες έχουν ενεργό κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020 έναν από τους περιγραφόμενους στο Παράρτημα ΙΙΙ, ή των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα ενεργού κατά την 05.11.2020 ΚΑΔ δευτερεύουσας δραστηριότητας από τους περιγραφόμενους στο Παράρτημα ΙΙΙ, όπως αυτά προκύπτουν από την αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα που αντιστοιχούν στον κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020, η ενίσχυση ορίζεται, ανεξαρτήτως μαθηματικού τύπου, σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ.
β) Για τις επιχειρήσεις που δεν είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ ή είναι υποκείμενες και απαλλασσόμενες από το ΦΠΑ:
Ενίσχυση = [(Ακαθάριστα έσοδα αναφοράς – Ακαθάριστα έσοδα μηνών Σεπτεμβρίου 2020 και Οκτωβρίου 2020) χ ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων] – [αριθμός εργαζομένων σε αναστολή χ 534],
όπου:
αα) Τα ακαθάριστα έσοδα μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020 και τα ακαθάριστα έσοδα αναφοράς, όπως ορίζονται στην παρούσα απόφαση.
ββ) Η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων ισούται με τα ακαθάριστα έσοδα (κωδικός 047 δήλωσης Ε3) του έτους 2019 αφαιρουμένων των εξόδων του έτους 2019, διαιρεμένων με τα ακαθάριστα έσοδα του έτους 2019. Ως έξοδα λογίζονται τα συνολικά έξοδα (κωδικός 580 δήλωσης Ε3) μειούμενα κατά το ποσό των παροχών σε εργαζομένους (κωδικός 581 δήλωσης Ε3) και των διάφορων λειτουργικών εξόδων κατά το μέρος που αφορά δαπάνες ενοικίου (κωδικός 585 α/α 14 της ηλεκτρονικής δήλωσης Ε3). Σε περίπτωση που η ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων είναι μικρότερη του 20% ή τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα του έτους 2019 είναι μηδενικά, θεωρείται ίση με 20%.
γγ) Ο αριθμός εργαζομένων σε αναστολή ορίζεται ως το άθροισμα του αριθμού των εργαζομένων της επιχείρησης που βρίσκονταν σε προσωρινή αναστολή της σύμβασης εργασίας τους την 1η Σεπτεμβρίου 2020 και την 1η Οκτωβρίου 2020, σύμφωνα με τις δηλώσεις εργοδοτών, όπως τηρούνται στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ.
Με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων του άρθρου 5 της παρούσας, ειδικά για τις ατομικές επιχειρήσεις που:
i) δεν απασχολούσαν κανένα εργαζόμενο κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 και δεν διαθέτουν ταμειακή μηχανή, η ενίσχυση ορίζεται, ανεξαρτήτως μαθηματικού τύπου, σε χίλια (1000) ευρώ,
ii) δεν απασχολούσαν κανένα εργαζόμενο κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 και δεν διαθέτουν ταμειακή μηχανή και οι οποίες έχουν ενεργό κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020 έναν από τους περιγραφόμενους στο Παράρτημα ΙΙΙ, ή των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα ενεργού κατά την 05.11.2020 ΚΑΔ δευτερεύουσας δραστηριότητας από τους περιγραφόμενους στο Παράρτημα ΙΙΙ, όπως αυτά προκύπτουν από την αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα που αντιστοιχούν στον κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020, η η ενίσχυση ορίζεται, ανεξαρτήτως μαθηματικού τύπου, σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ.
Σε όλες τις υποπεριπτώσεις των περιπτώσεων της παρούσας παραγράφου, για τον υπολογισμό των ποσοστιαίων διαφορών εκροών-εισροών ή εσόδων-εξόδων, κατά περίπτωση, διενεργείται στρογγυλοποίηση στο πρώτο ποσοστιαίο δεκαδικό ψηφίο.
2. Η ενίσχυση που προκύπτει από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να είναι κατώτερη των ακόλουθων ορίων, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων του άρθρου 5 της παρούσας:
α) Για τις επιχειρήσεις που είτε έχουν ενεργό κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020 έναν από τους περιγραφόμενους στο συνημμένο Παράρτημα ΙΙΙ, ο οποίος και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας, ή των οποίων τα ακαθάριστα έσοδα ενεργού κατά την 05.11.2020 ΚΑΔ δευτερεύουσας δραστηριότητας από τους περιγραφόμενους στο συνημμένο του Παραρτήματος ΙΙΙ, όπως αυτά προκύπτουν από την αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018, είναι μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα που αντιστοιχούν στον κύριο ΚΑΔ στις 05.11.2020:
αα) δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ για επιχειρήσεις δικαιούχους που δεν απασχολούν εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας την 1η Σεπτεμβρίου 2020,
ββ) τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ για επιχειρήσεις δικαιούχους που απασχολούν έναν (1) έως πέντε (5) εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας την 1η Σεπτεμβρίου 2020,
γγ) οχτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ για επιχειρήσεις δικαιούχους που απασχολούν έξι (6) έως είκοσι (20) εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας την 1η Σεπτεμβρίου 2020,
δδ) δεκαπέντε (15.000) ευρώ για επιχειρήσεις δικαιούχους που απασχολούν είκοσι ένα (21) έως πενήντα (50) εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας την 1η Σεπτεμβρίου 2020,
εε) τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για επιχειρήσεις δικαιούχους που απασχολούν άνω των πενήντα (50) εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας την 1η Σεπτεμβρίου 2020.
β) Για τις λοιπές επιχειρήσεις η ενίσχυση που προκύπτει από την παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να είναι κατώτερη των χιλίων (1.000) ευρώ.
3. Επιπλέον, η ενίσχυση που προκύπτει από τις παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου:
α) Για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν ενίσχυση δυνάμει του Προσωρινού Πλαισίου, το ανώτατο ύψος ενίσχυσης ανά επιχείρηση δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) ευρώ για τις επιχειρήσεις που απασχολούν έως διακόσια πενήντα (250) άτομα και το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ για τις επιχειρήσεις που απασχολούν άνω των διακοσίων πενήντα (250) ατόμων κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020. Για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, το ανώτατο ύψος ενίσχυσης ανά επιχείρηση δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ και για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
β) Για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν ενίσχυση δυνάμει του Κανονισμού de minimis, το ανώτατο ύψος ενίσχυσης δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ και για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των οδικών εμπορευ-ματικών μεταφορών για λογαριασμό τρίτων, ήτοι στον ΚΑΔ 49.41 οδικές μεταφορές εμπορευμάτων, το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
γ) Εάν μια επιχείρηση δραστηριοποιείται σε περισσότερους από έναν τομείς για τους οποίους ισχύουν διαφορετικά ανώτατα όρια ενίσχυσης κατά τα ανωτέρω, για τους σκοπούς της παρούσας θεωρείται ότι δραστηριοποιείται στον ΚΑΔ με τα μεγαλύτερα έσοδα, όπως προκύπτει από τη δήλωση φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 ή με βάση τον κύριο ΚΑΔ, όπως ισχύει στις 05.11.2020. Επιπλέον, η επιχείρηση διασφαλίζει, με κατάλληλα μέσα, όπως ο λογιστικός διαχωρισμός των δραστηριοτήτων ή η διάκριση του κόστους, ότι για κα-θεμία από τις δραστηριότητες αυτές τηρείται το σχετικό ανώτατο όριο.
Άρθρο 5
Έλεγχος σώρευσης
1. Για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν ενίσχυση βάσει του Προσωρινού Πλαισίου, το συνολικό ποσό ενισχύσεων που έχουν λάβει από οποιοδήποτε πρόγραμμα βάσει του τμήματος 3.1 του Προσωρινού Πλαισίου, ελέγχεται σε επίπεδο ενιαίας επιχείρησης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2, και δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των οχτακοσίων χιλιάδων (800.000) ευρώ. Αντιστοίχως, το συνολικό ποσό ενισχύσεων δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι (120.000) ευρώ, σε επίπεδο ενιαίας επιχείρησης, για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της αλιείας και υδατοκαλλιέργειας και το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, σε επίπεδο ενιαίας επιχείρησης, για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής.
2. Για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν ενίσχυση δυνάμει του Κανονισμού de minimis, το συνολικό ποσό ενίσχυσης ήσσονος σημασίας που έχουν λάβει κατά την τριετία 2018-2020 από οποιοδήποτε πρόγραμμα, ελέγχεται σε επίπεδο ενιαίας επιχείρησης, και δεν δύναται να υπερβεί το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ, και για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των οδικών εμπορευματικών μεταφορών για λογαριασμό τρίτων, το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
3. Ο έλεγχος της σώρευσης διενεργείται σε πρώτη φάση αυτόματα στην ηλεκτρονική πλατφόρμα με βάση τα σχετικά στοιχεία που υποβάλει η επιχείρηση κατά την αίτηση, και το ύψος της ενίσχυσης που λαμβάνει βάσει της παρούσας προσαρμόζεται ανάλογα, ώστε να μην οδηγεί σε υπέρβαση των κατά περίπτωση ανωτέρω ορίων. Σε περίπτωση υποβολής αιτήσεων ενίσχυσης, στο πλαίσιο της παρούσας, από περισσότερες ή όλες τις επιχειρήσεις που συνθέτουν ενιαία επιχείρηση, με την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 2 της παρούσας και εφόσον, κατόπιν διασταύρωσης των σχετικών αιτήσεων, διαπιστωθεί ότι το συνολικό ποσό που αιτούνται οι εν λόγω επιχειρήσεις υπερβαίνει τα ανώτατα κατά περίπτωση όρια των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου, το ύψος της ενίσχυσης για κάθε μία από αυτές μειώνεται αναλογικά, με βάση το αιτούμενο από κάθε μία επιχείρηση ποσό, προκειμένου το συνολικό εγκριθέν ποσό ενίσχυσης ανά ενιαία επιχείρηση να μην υπερβαίνει τα εν λόγω όρια.
4. Επιπλέον, διενεργείται αυτοματοποιημένος απολογιστικός έλεγχος με βάση τα συνολικά στοιχεία για τις ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί βάσει του τμήματος 3.1 του Προσωρινού Πλαισίου, καθώς και τα συνολικά στοιχεία για τις ενισχύσεις de minimis της τελευταίας τριετίας, στο Πληροφοριακό Σύστημα Σώρευσης ενισχύσεων ήσσονος σημασίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας για την τήρηση του εν λόγω συστήματος.
5. Για τον ανωτέρω σκοπό η ΑΑΔΕ θέτει στη διάθεση της αρμόδιας υπηρεσίας του άρθρου 12 όλα τα απαραίτητα στοιχεία και κάθε πληροφορία σχετική με την εφαρμογή της παρούσας που τηρούνται στην πλατφόρμα «myBusinessSupport».
Άρθρο 6
Διαδικασία υποβολής αίτησης
1. Οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις υποβάλλουν αίτηση για τη χορήγηση επιστρεπτέας προκαταβολής στην ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport» η οποία αποτελεί εφαρμογή του Ο.Π.Σ. TAXISnet της ΑΑΔΕ (https://www.aade.gr/mybusinesssupport).
2. Οι αιτήσεις υποβάλλονται έως την 30η Νοεμβρίου 2020.
3. Κατά την αίτηση, η επιχείρηση δηλώνει, το αν αιτείται να λάβει την ενίσχυση βάσει του Προσωρινού Πλαισίου ή βάσει του Κανονισμού de minimis, τα απαιτούμενα στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με την πλήρωση των προϋποθέσεων της παρούσας, κατά περίπτωση, καθώς και το ποσό που αιτείται να λάβει στο πλαίσιο της παρούσας, εντός των ορίων του άρθρου 4 της παρούσας. Υπόδειγμα της αίτησης περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ.Α, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
4. Η είσοδος στην ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport» διενεργείται με τη χρήση των σχετικών διαπιστευτηρίων του Ο.Π.Σ. TAXISnet της ΑΑΔΕ.
5. Με την είσοδο στην εφαρμογή και την υποβολή της αίτησης, η επιχείρηση πιστοποιεί την ακρίβεια των δηλούμενων στοιχείων και συναινεί στην επεξεργασία των διαθέσιμων στοιχείων της ΑΑΔΕ, καθώς και των υποβαλλόμενων στοιχείων, προς το σκοπό προσδιορισμού του τελικού ύψους ενίσχυσης. Επιπροσθέτως, ελέγχεται αυτοματοποιημένα και ως προϋπόθεση η δήλωση λογαριασμού – ΙΒΑΝ από την επιχείρηση στην προσω-ποποιημένη πληροφόρηση του TAXISnet, η συντακτική εγκυρότητά του, καθώς και η επαλήθευσή του από το αντίστοιχο ίδρυμα πληρωμών.
6. Για τη συμπλήρωση της εικόνας της επιχείρησης και τον έλεγχο πλήρωσης των προϋποθέσεων χορήγησης της ενίσχυσης, η ΑΑΔΕ δύναται να αποτυπώνει στην πλατφόρμα λοιπές πληροφορίες, που τηρούνται στα ηλεκτρονικά αρχεία της ή αποστέλλονται σε αυτή από άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς.
7. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση επιστρεπτέας προκαταβολής είναι η επιχείρηση να έχει υποβάλλει προηγουμένως στην πλατφόρμα «myBusinessSupport» τα κατωτέρω στοιχεία:
Α. Για τους μήνες Ιανουάριο έως και Οκτώβριο 2020,
α) Επιχειρήσεις υποκείμενες σε ΦΠΑ, συμπληρώνουν τον κύκλο εργασιών ΦΠΑ (κωδ. 312 της δήλωσης ΦΠΑ) διακριτά για κάθε μήνα.
β) Επιχειρήσεις μη υποκείμενες σε ΦΠΑ, απαλλασσόμενες και ειδικών καθεστώτων ΦΠΑ, συμπληρώνουν
αα) τα ακαθάριστα έσοδα διακριτά για κάθε μήνα,
ββ) το σύνολο των ακαθαρίστων εσόδων (κωδ. 047 του εντύπου Ε3) του φορολογικού έτους 2019,
γγ) το σύνολο των εξόδων του φορολογικού έτους 2019.
Το σύνολο των εξόδων προσδιορίζεται από τον κωδικό 580 του εντύπου Ε3, μειούμενο κατά τον κωδικό 581 (παροχές σε εργαζόμενους) και κατά τον κωδικό 585 (διάφορα λειτουργικά έξοδα) στο μέρος που αφορά σε δαπάνες ενοικίου της επιχείρησης.
Επιπροσθέτως, προ-συμπληρώνονται τα στοιχεία τα οποία διαθέτει η ΑΑΔΕ βάσει των δηλώσεων (ΦΠΑ ή Εισοδήματος) των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων.
Τα ως άνω υποβαλλόμενα στοιχεία δεν δύνανται να τροποποιούνται από την επιχείρηση μετά την οριστικοποίησή τους.
Τα ανωτέρω στοιχεία που συμπληρώνονται από την επιχείρηση, επαληθεύονται από τις δηλώσεις ΦΠΑ και Εισοδήματος, στις αντίστοιχες φορολογικές χρήσεις, όταν αυτές υποβληθούν.
8. Για τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο 2020, οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως τύπου τηρούμενων βιβλίων, συμπληρώνουν τον κύκλο εργασιών ΦΠΑ ή τα ακαθάριστα έσοδα κάθε μήνα, κατά περίπτωση, από την τρίτη (3η) μέχρι τη δέκατη (10η) ημέρα του επόμενου μήνα.
Τα ανωτέρω στοιχεία που συμπληρώνονται από την επιχείρηση, επαληθεύονται από τις δηλώσεις ΦΠΑ και Εισοδήματος, στις αντίστοιχες φορολογικές χρήσεις, όταν αυτές υποβληθούν.
Άρθρο 7
Διαδικασία χορήγησης της ενίσχυσης
1. Η αιτούσα επιχείρηση ενημερώνεται ψηφιακά από την ΑΑΔΕ αναφορικά με την έγκριση ή απόρριψη της αίτησής της. Η αιτούσα επιχείρηση δύναται να υποβάλει στην πλατφόρμα «myBusinessSupport» αίτημα επανεξέτασης, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ως άνω ενημέρωση. Η αρμόδια υπηρεσία του άρθρου 12 απαντά στο αίτημα επανεξέτασης, βάσει των στοιχείων και πληροφοριών που αιτείται και λαμβάνει από την ΑΑΔΕ, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
2. Το ποσό της ενίσχυσης, που υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 4 και 5 της παρούσας, καταβάλλεται εφάπαξ στον τραπεζικό λογαριασμό ΙΒΑΝ της δικαιούχου επιχείρησης που δηλώνεται στην Προ-σωποποιημένη Πληροφόρηση του TAXISnet της ΑΑΔΕ.
3. Η ΑΑΔΕ, βάσει των στοιχείων που έχουν υποβληθεί στην πλατφόρμα «myBusinessSupport», επεξεργάζεται τα στοιχεία και τα διασταυρώνει με άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της και στη συνέχεια πριν από την πληρωμή δημιουργεί:
α) Αναλυτική κατάσταση δικαιούχων επιχειρήσεων σε ηλεκτρονική μορφή, με βάση τα στοιχεία των δικαιούχων η οποία περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία τους (ονοματεπώνυμο ή επωνυμία, πατρώνυμο, Α.Φ.Μ.) τον κωδικό του τραπεζικού λογαριασμού σε μορφή IBAN, τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός (προαιρετική πληροφορία) και το δικαιούμενο ποσό. Η ηλεκτρονική μορφή της κατάστασης αυτής είναι επεξεργάσιμη από την εταιρία «Διατραπεζικά συστήματα Α.Ε.» (ΔΙΑΣ Α.Ε.) προς την οποία και διαβιβάζεται.
β) Συγκεντρωτική κατάσταση των επιχειρήσεων σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή που περιλαμβάνει το συνολικό προς πληρωμή ποσό, ολογράφως και αριθμητικώς.
Άρθρο 8
Διαδικασία καταβολής της ενίσχυσης
1. Η συγκεντρωτική κατάσταση της περ. β της παρ. 3 του άρθρου 7 αποστέλλεται στη Διεύθυνση Λογαριασμών και Ταμειακού Προγραμματισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) η οποία εκδίδει, βάσει αυτής, ειδική εντολή προς την Τράπεζα της Ελλάδος για χρέωση του λογαριασμού του ΕΔ No 200 «Ελληνικό Δημόσιο Συγκέντρωση Εισπράξεων – Πληρωμών» και την πίστωση του ενδιάμεσου λογαριασμού 23/4810500 με κωδικό IBAN GR4001000230000000004810500 που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Η αναλυτική κατάσταση της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 7 αποστέλλεται με ασφαλή τρόπο προς τη ΔΙΑΣ Α.Ε. για χρέωση του ανωτέρω ενδιάμεσου λογαριασμού 23/4810500 με πίστωση των τραπεζικών λογαριασμών των δικαιούχων. Η ίδια πληροφόρηση κοινοποιείται στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.
2. Τα ποσά που απέτυχαν να πληρωθούν επιστρέφουν στον λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου με IBAN 200211 με IBAN GR7101000230000000000200211 και λογιστικοποιούνται ως έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού.
Για τις αποτυχούσες πληρωμές, η ΑΑΔΕ ενημερώνει σχετικά τους δικαιούχους, ώστε να διορθώσουν τον τραπεζικό λογαριασμό ΙΒΑΝ στην Προσωποποιημένη Πληροφόρηση του TAXISnet της ΑΑΔΕ, προκειμένου να διενεργηθεί δεύτερος κύκλος πληρωμών, ακολουθώντας εκ νέου τα βήματα της παραπάνω διαδικασίας (έγκριση πιστώσεων, δημιουργία νέας κατάστασης από ΑΑΔΕ, μεταφορά ποσού στον ενδιάμεσο λογαριασμό και πληρωμή ποσών μέσω ΔΙΑΣ).
Ο δεύτερος κύκλος πληρωμής για τις αποτυχούσες πληρωμές είναι τελικός και πραγματοποιείται εντός του τρέχοντος έτους.
3. Η εμφάνιση των σχετικών πληρωμών στη δημόσια ληψοδοσία πραγματοποιείται με την έκδοση συμψη-φιστικών χρηματικών ενταλμάτων από τη ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών.
4. Τα δικαιολογητικά για την έκδοση των σχετικών χρηματικών ενταλμάτων ορίζονται τα ακόλουθα:
α) η παρούσα απόφαση,
β) η συγκεντρωτική κατάσταση της περ. β της παρ. 3 του άρθρου 7,
γ) αντίγραφο της ειδικής εντολής προς την Τράπεζα της Ελλάδος και της αναγγελίας της Τράπεζας για τη χρέωση του λογαριασμού Νο 200.
Για την πληρωμή της εν λόγω ενίσχυσης, η ειδική εντολή πληρωμής της παρ. 1 του παρόντος άρθρου επέχει θέση απόφασης ανάληψης υποχρέωσης.
Άρθρο 9
Διαδικασία και προϋποθέσεις επιστροφής της ενίσχυσης
1. Το ήμισυ (50%) του ποσού της ενίσχυσης δεν επιστρέφεται υπό τον όρο διατήρησης του επιπέδου απασχόλησης έως την 31η Μαρτίου 2020, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 8 του παρόντος άρθρου.
2. Το ποσό της ενίσχυσης που επιστρέφεται επιβαρύνεται με επιτόκιο αναφοράς, όπως αυτό ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 2 της παρούσας.
3. Για το χρονικό διάστημα ως την 31η Δεκεμβρίου 2021 παρέχεται άτοκη περίοδος χάριτος κατά την οποία η δικαιούχος επιχείρηση δεν υποχρεούται να επιστρέψει οιοδήποτε τμήμα κεφαλαίου ή τόκων.
4. Μετά την παρέλευση της περιόδου χάριτος, το ποσό της ληφθείσας ενίσχυσης που επιστρέφεται, αποπληρώνεται σε σαράντα (40) ισόποσες τοκοχρεωλυτικές μηνιαίες δόσεις, εκάστης εξ αυτών καταβλητέας την τελευταία ημέρα του μήνα.
5. Το ποσό της ενίσχυσης που επιστρέφεται εμφανίζεται με τις τυχόν λοιπές οφειλές της επιχείρησης, στο διαδικτυακό τόπο της ΑΑΔΕ www.aade.gr στην επιλογή «myTAXISNet/ο λογαριασμός μου/Προσωποποιημένη πληροφόρηση/Στοιχεία Οφειλών εκτός Ρύθμισης και Πληρωμή».
6. Το ανωτέρω ποσό βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο και εμφανίζεται στα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού, σε ειδικούς Αναλυτικούς Λογαριασμούς Εσόδων (ΑΛΕ) που θα δημιουργηθούν για το σκοπό αυτό.
7. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής των οφειλόμενων ποσών εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του ΚΕΔΕ.
8. Για την πλήρωση της προϋπόθεσης διατήρησης του επίπεδου απασχόλησης η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Μαρτίου 2021 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ. Σε περίπτωση που το επίπεδο απασχόλησης που είχε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 είναι υψηλότερο από αυτό που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31 Μαρτίου 2021 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020. Ο έλεγχος θα πραγματοποιείται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ και θα αφορά το μέσο όρο του αριθμού των εργαζομένων κατά το διάστημα αυτό. Για τον έλεγχο, από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, εξαιρούνται οι λύσεις συμβάσεων ένεκα συνταξιοδότησης ή θανάτου, οι λύσεις συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και οι οικειοθελείς παραιτήσεις.
Άρθρο 10
Υποχρεώσεις δικαιούχων – Κυρώσεις
1. Η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ. Σε περίπτωση που το επίπεδο απασχόλησης που είχε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 είναι υψηλότερο από αυτό που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020, βάσει των στοιχείων του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020. Ο έλεγχος θα πραγματοποιείται ηλεκτρονικά μέσω του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ και θα αφορά το μέσο όρο του αριθμού των εργαζομένων κατά το διάστημα αυτό. Για τον έλεγχο, από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 ή κατά την 1η Μαρτίου 2020, κατά περίπτωση, εξαιρούνται οι λύσεις συμβάσεων ένεκα συνταξιοδότησης ή θανάτου, οι λύσεις συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και οι οικειοθελείς παραιτήσεις.
2. Εφόσον η επιχείρηση ενισχύεται βάσει του Προσωρινού Πλαισίου, οφείλει να προσκομίσει μέχρι την 31η Ιανουαρίου 2021 τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στο Παράρτημα ΙΙ.Β. της παρούσας, το οποίο και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας, σύμφωνα με τις οδηγίες που θα δοθούν από την Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.
3. Επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς της μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων υποχρεούνται να μην μετακυλούν εις ολόκληρον ή μερικώς στους πρωτογενείς παραγωγούς τη χορηγούμενη δυνάμει της παρούσας ενίσχυση.
4. Οι δικαιούχοι υποχρεούνται να υποβάλουν κάθε στοιχείο, έγγραφο ή άλλη πληροφορία τους ζητηθεί αρμοδίως, ιδίως, για τον έλεγχο πλήρωσης των προϋποθέσεων χορήγησης της ενίσχυσης.
5. Σε περίπτωση που κατά τον έλεγχο της επιχείρησης από τη φορολογική διοίκηση ή άλλο αρμόδιο όργανο ελέγχου διαπιστωθεί μη τήρηση των όρων της παρούσας, υπέρβαση του ανώτατου ορίου ενίσχυσης, ή υποβολή ψευδών στοιχείων, ζητείται η άμεση επιστροφή του συνόλου της χορηγηθείσας ενίσχυσης εντόκως από την ημερομηνία που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου, σύμφωνα με την κείμενη σχετική εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
6. Όλα τα σχετικά δικαιολογητικά και παραστατικά στοιχεία τηρούνται από την επιχείρηση σε ειδική μερίδα για δέκα (10) χρόνια από την ημερομηνία καταβολής της ενίσχυσης και τίθενται στη διάθεση των αρμοδίων οργάνων του Δημοσίου ή των αρμοδίων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον ζητηθεί σχετικός έλεγχος, ανεξαρτήτως αν από άλλες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας δεν υποχρεούνται στη διατήρηση των δικαιο-λογητικών και παραστατικών. Τα ανωτέρω στοιχεία και δικαιολογητικά έγγραφα διατηρούνται υπό τη μορφή πρωτοτύπων, ή αντιγράφων των πρωτοτύπων ή σε κοινώς αποδεκτούς φορείς δεδομένων, περιλαμβανομένων των ηλεκτρονικών εκδόσεων των πρωτότυπων εγγράφων ή εγγράφων που υπάρχουν μόνο σε ηλεκτρονική μορφή.
Άρθρο 11
Υποχρέωση διαφάνειας
1. Οι ενισχύσεις που χορηγούνται δυνάμει του Προσωρινού Πλαισίου στο πλαίσιο της παρούσας αναρτώ-νται από την αρμόδια υπηρεσία στην εφαρμογή της ΕΕ για την διαφάνεια “Transparency Award Module” (ΤΑΜ), εντός ενός έτους από την χορήγησή τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 44 του Προσωρινού Πλαισίου και στην υποπαρ. Β11 της παρ. Β’ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107).
2. Με τη λήψη της ενίσχυσης τεκμαίρεται η συναίνεση του δικαιούχου – λήπτη της ενίσχυσης για τη δημοσιοποίηση των στοιχείων για την ενίσχυση που έλαβε.
Άρθρο 12
Τήρηση αρχείου – Υποβολή εκθέσεων
1. Η ΓΔΟΥ του Υπουργείου Οικονομικών έχει τη γενική εποπτεία και την ευθύνη της διοικητικής υποστήριξης της δράσης. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, αναλαμβάνει την υποχρέωση της επιβεβαίωσης τήρησης των υποχρεώσεων των δικαιούχων της ενίσχυσης, αποκλειστικά και μόνο στη βάση παραστατικών και εγγράφων που της έχουν υποβληθεί από την ΑΑΔΕ ή άλλο αρμόδιο φορέα, και τηρεί λεπτομερή αρχεία για τουλάχιστον δέκα (10) έτη από την ημερομηνία χορήγησης των μεμονωμένων ενισχύσεων, από τα οποία αποδεικνύεται ότι τηρήθηκαν οι απαιτούμενες, εκ της παρούσας, προϋποθέσεις για την χορήγηση της επιστρεπτέας προκαταβολής. Επίσης, η εν λόγω υπηρεσία μεριμνά για την ανάρτηση των ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει του Προσωρινού Πλαισίου στο ΤΑΜ, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 της παρούσας, καθώς και για την υποβολή των ετήσιων εκθέσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο σημείο 87 του Προσωρινού Πλαισίου.
2. Η ΑΑΔΕ υποχρεούται να θέτει στη διάθεση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών κάθε απαιτούμενη πληροφορία σχετική με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, ιδίως στοιχείων που απαιτούνται στο πλαίσιο υποβολής των προβλεπόμενων ετήσιων εκθέσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.