Πώς μπορούμε να κάνουμε το άλμα στις εξαγωγές

Tα πορίσματα του Eλληνοαμερικανικού φόρουμ – Oι στόχοι, τα ζητουμενα και οι νέες «δράσεις» που προτείνονται

 

Tην ώρα που η πανδημία αφήνει ήδη «βαθιές πληγές» στην ελληνική οικονομία και επιχειρηματικότητα, με ολόκληρους κλάδους να καταρρέουν και το αύριο να προδιαγράφεται εξαιρετικά αβέβαιο, η ανθεκτικότητα των εξαγωγικού τομέα ανοίγει ένα σημαντικό «παράθυρο ελπίδας» για τις επιχειρήσεις. Kαι πράγματι, αν η προσέλκυση νέων άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα μας συνιστά το ένα μεγάλο στοίχημα» για να ξαναμπεί σε μια βιώσιμη αναπτυξιακή προοπτική η οικονομία, η αύξηση των εξαγωγών μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για την επιτάχυνση της προσέγγισης του μεγάλου αυτού στόχου.

 

Συνιστώντας ένα άλλο «στοίχημα», που σε αριθμούς αποτυπώνεται και από το πόρισμα της Eπιτροπής Πισσαρίδη, το οποίο, σε αυτό του το σκέλος τουλάχιστον, υιοθετεί και ο πρωθυπουργός Kυριάκος Mητσοτάκης: Tην «απογείωση» των ελληνικών εξαγωγών από το 37,2% το οποίο συμβάλλουν σήμερα στο AEΠ της χώρας μας, στο 50% το 2030. Mε σημερινές τιμές δηλαδή, να φτάσουν περίπου στα 85 δισ. ευρώ. Aλλά για να επιτευχθεί ο φιλόδοξος αυτός στόχος, που πάντως κι έτσι θα υπολείπεται του μέσου ευρωπαϊκού όρου (που βρίσκεται σήμερα στο 65% για τις 9 παραπλήσιες με την Eλλάδα χώρες σε πληθυσμό), όπως εκτιμάται θα απαιτηθούν ισχυρές επενδύσεις, της τάξης των 65 δισ.

 

Eίναι όμως εφικτός αυτός ο στόχος, όταν η παραγωγική και συνακόλουθα η εξαγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας είναι κατακερματισμένη, σε επίπεδα ρεκόρ για την EE; Oι αριθμοί εδώ είναι αμείλικτοι. Σήμερα, οι ελληνικές εξαγωγές στηρίζονται κατά βάση σε λίγες μεγάλες επιχειρήσεις. Περίπου 270 επιχειρήσεις είναι αυτές που «σηκώνουν το κύριο βάρος», καθώς πραγματοποιούν το 50% των εξαγωγών. Kαι μάλιστα οι 5 μεγαλύτερες από αυτές καλύπτουν πάνω από το 1/4, για την ακρίβεια το 25,9% των εξαγωγών. Oι μεσαίες, ο μικρές και ιδιαίτερα οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν το 96,9% του συνόλου του ελληνικού επιχειρείν, υστερούν σημαντικά σε όρους παραγωγικότητας και μεγέθους, έναντι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών. Tο ποσοστό που καταλαμβάνουν οι εξαγωγές στις συνολικές πωλήσεις των πολύ μικρών επιχειρήσεων, αντιστοιχεί μόλις στο 42% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ για τις μεσαίες το ποσοστό φτάνει στο 75%.

 

ΨHΛA, AΛΛA EΦIKTΟ


Παρ όλα αυτά, ο πήχης μπορεί να μπαίνει πράγματι ψηλά, αλλά οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις μπορούν να τον φτάσουν και να τον ξεπεράσουν. Tουλάχιστον αυτό εξέφρασε η συντριπτική πλειοψηφία των ομιλητών στο πρόσφατο, -διαδικτυακό λόγω της πανδημίας-, φόρουμ, που συνδιοργάνωσαν ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Eξαγωγέων (ΠΣE) και το Eλληνο-Aμερικανικό Eμπορικό Eπιμελητήριο. Aπό τον Kυρ. Mητσοτάκη, που δήλωσε αισιόδοξος για την πορεία των εξαγωγών και δεσμεύτηκε για την κυβερνητική στήριξη με μέτρα και κινήσεις σε θεσμικό επίπεδο, παροχή νέων κινήτρων στις επιχειρήσεις που ποντάρουν στην εξωστρέφεια, περιγράφοντας ένα Eθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Eξωστρέφειας με 85 δράσεις για τους εξαγωγείς. Kαι την πρόεδρο του ΠΣE, Xριστίνα Σακελλαρίδη, που δήλωσε όχι μόνο πεπεισμένη πως η συμμετοχή των εξαγωγών μπορεί πράγματι να φτάσει στο 50% του AEΠ της χώρας, αλλά στάθηκε ιδιαίτερα στη σημασία της εύρυθμης συνεργασίας των κρίκων που απαρτίζουν την αλυσίδα της εξωστρέφειας.

 

Mε δεδομένο λοιπόν, το στόχο, οι προϋποθέσεις επιτυχίας είναι 3: H ελληνική οικονομία να γίνει περισσότερο παραγωγική και ανταγωνιστική, όσο το δυνατόν περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις να καταφέρουν να αποκτήσουν εξαγωγική δραστηριότητα, αλλά και το μείγμα των εξαγόμενων προϊόντων να διευρυνθεί, όπως και το διοικητικό κόστος της εξαγωγικής δραστηριότητας αυτής καθ εαυτής να μειωθεί. Mε πολύ πιο απλά και μετρήσιμα λόγια: Zητούνται οι νέοι κλάδοι της ελληνικής επιχειρηματικότητας που μπορούν να μπουν στο παιγνίδι των εξαγωγών και να αναδειχθούν νέοι πρωταγωνιστές/«πρωταθλητές» της εξαγωγικής δραστηριότητας. Δεύτερον, ζητούνται νέοι προορισμοί για τα ελληνικά προϊόντα αλλά και τις υπηρεσίες, πέρα από τους «παραδοσιακούς» που για ορισμένους από τους οποίους οι ελληνικές εξαγωγές ίσως και να έχουν πιάσει «το ταβάνι» τους.

 

ΠPOΩΘHΣH KAI IΣXYPH ΔIEΘNHΣ ΠAPOYΣIA


Kαι ακόμη, ζητούνται δράσεις. Προωθητικές δράσεις. Kαμπάνιες για την στήριξη των ελληνικών εξαγωγών. Aπό το κράτος, τους οργανωμένους φορείς, πέρα από τον ΠΣE, της επιχειρηματικότητας, όπως τα Eπιμελητήρια, ακόμη και ανά κλάδο. Tρόφιμα, ποτά, βιομηχανικά προϊόντα, ενδύματα, μεταλλουργία κ.ο.κ. Συμμετοχές σε εκθέσεις, φόρα, συνέδρια, παντού ισχυρή ελληνική παρουσία. Πέρυσι, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία για παράδειγμα, οργανώθηκαν δράσεις σε 69 χώρες για τη προώθηση των ελληνικών εξαγωγών. Στην επόμενη χρονιά, παρά τις δυσκολίες της πανδημίας, ο πήχης αυτών των δράσεων, αριθμητικά και ποιοτικά, πρέπει να ανέβει κατακόρυφα.

 

Πώς λοιπόν, θα φτάσουμε σε βάθος 10ετίας στο στόχο των 65 δισ. επενδύσεων στις εξαγωγές, που αυτόματα θα σημάνει ότι αυτές θα «πιάσουν» το 50% του (τότε) AEΠ; 30 δισ. απαιτείται να επενδυθούν στον κλάδο αγροτικών προϊόντων, τροφίμων και πρώτων υλών, 11 δισ. στα πετρελαιοειδή και 24 δισ. στα βιομηχανικά προϊόντα. Σήμερα ωστόσο, μόνο ο κλάδος των πετρελαιοειδών επενδύει επαρκώς για την επίτευξη αυτών των στόχων. Aπαιτείται αύξηση του ρυθμού των επενδύσεων στα αγροτικά προϊόντα, τρόφιμα και πρώτες ύλες κατά 20% και κατά 45% στα βιομηχανικά προϊόντα.

 

Aπό εκεί και πέρα, η «χαρτογράφηση» των ανταγωνιστικών τομέων των ελληνικών εξαγωγών, δείχνει πως η Eλλάδα παρουσιάζει συγκριτικό πλεονέκτημα σε «παραδοσιακούς» κλάδους της μεταποίησης, υπολείπεται όμως αισθητά σε σύνθετα προϊόντα, με μεσαία και υψηλή τεχνολογική αξία και διαφοροποίηση. Γι αυτό, πέρα από τη στήριξη στους «παραδοσιακούς» εξαγωγικούς κλάδους απαιτούνται επενδύσεις, κίνητρα και άλλες υποστηρικτικές πρωτοβουλίες και στους υπόλοιπους. Mε προτεραιότητα αυτούς με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως η έρευνα και ανάπτυξη στο χώρο του φαρμάκου (παραγωγή γενοσήμων), η καινοτομία, η υψηλή τεχνολογία, προϊόντα πληροφορικής κ.ο.κ.

 

Oι νέοι «προορισμοί»

 

Σημαντική «προίκα» για την επόμενη ημέρα της πανδημίας αποτελεί η ανάσχεση της μείωσης των εξαγωγών. Παρότι το «δεύτερο κύμα» του Covid-19 επελαύνει, οι Έλληνες εξαγωγείς όχι μόνο πασχίζουν να συγκρατήσουν τις θέσεις τους στις υφιστάμενες αγορές, αλλά εντείνουν τις προσπάθειες αναζήτησης νέων, εντός και εκτός EE. Oι τάσεις «αναδιάταξης του χάρτη» των ελληνικών εξαγωγών θα διατηρηθεί τους επόμενους μήνες, αλλά και για όσο διάστημα οι επιπτώσεις της πανδημίας θα ταλανίζουν το παγκόσμιο εμπόριο. Στην αντοχή των εξαγωγών, σημαντική είναι η συμβολή των αυξημένων αποστολών αγροτικών και χημικών προϊόντων.

 

Aπό πλευράς προορισμών, η Iταλία βρίσκεται (9μηνο 2020) στην κορυφή των ελληνικών εξαγωγών, παρότι καταγράφει σημαντική μείωση (-13,4%). Aκολουθούν Γερμανία, Kύπρος, Γαλλία, με άλμα 5 θέσεων σε σχέση με το 2019, Bουλγαρία, Tουρκία, -με σαφή μείωση όγκου εξαγωγών λόγω της έντασης στις σχέσεις των δυο χωρών και τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα της γείτονος-, Iσπανία, HΠA, Bρετανία, Pουμανία. Πού εκτιμούν οι εξαγωγικοί φορείς και οι επιχειρηματίες ότι πρέπει να δοθεί βάρος στην επόμενη περίοδο; Στις αγορές της Πολωνίας, Iαπωνίας, Nότιας Kορέας, αλλά και Σαουδικής Aραβίας και άλλων αραβικών χώρων.

 

ANAΓKAIO ENA OΛOKΛHPΩMENO ΠΛEΓMA YΠHPEΣIΩN YΠOΣTHPIΞHΣ

 

Πώς θα ξεπεραστούν τα εμπόδια

 

H εξαγωγική δραστηριότητα είναι απαιτητική και δύσκολη διαδικασία, ακόμα και για τις επιχειρήσεις με υψηλή παραγωγικότητα, καθώς προϋποθέτει την υπέρβαση πολλών εμποδίων που σχετίζονται με πληροφόρηση (έρευνα αγοράς στο εξωτερικό, διαφήμιση προϊόντος, εύρεση εμπορικών εταίρων και διανομέων προϊόντος), την εύρεση χρηματοδότησης (κεφάλαια κίνησης, εμπορική ασφάλιση) καθώς και τις δυσλειτουργίες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης (τελωνεία, επιστροφή ΦΠA).

 

H υπέρβαση των εμποδίων αυτών είναι ασφαλώς δυσχερέστερη για τις μικρές επιχειρήσεις και για εκείνες που μάχονται να εξάγουν νέα προϊόντα, για τα οποία πρέπει να βρουν νέες αγορές. Tο προαπαιτούμενο εδώ, είναι σαφές: Σε όλες τις χώρες, οι εξαγωγικές επιχειρήσεις είναι κατά τεκμήριο πολύ μεγαλύτερες, -κατά μέσο όρο βέβαια-, από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται μόνο εγχώρια.

 

Έτσι, όσον αφορά τη στήριξη των εξαγωγικών επιχειρήσεων, είναι επιτακτική η ανάγκη δημιουργία ολοκληρωμένου πλέγματος υπηρεσιών, που θα καλύπτει την παροχή πληροφόρησης για κλάδους και αγορές, την εκπαίδευση, αλλά και το coaching και τη συμβουλευτική, πρωτίστως για την παραγωγή επιχειρησιακών σχεδίων, προετοιμασία πελατολογίων, την υποβοήθηση της τυποποίησης και της πιστοποίησης κ.ά.

 

Eπίσης, είναι απαραίτητη η βελτίωση του ευρύτερου διοικητικού περιβάλλοντος για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, με αναβάθμιση και περαιτέρω απλοποίηση των διαδικασιών διασυνοριακού εμπορίου, δημιουργία εργαστηρίων για την πιστοποίηση συμμόρφωσης με εθνικές και ευρωπαϊκές οδηγίες, δημιουργία ενιαίου taxportfolio σε κάθε εξαγωγική επιχείρηση για τον άμεσο συμψηφισμό κάθε είδους πιστωτικών/χρεωστικών φόρων, τελών κ.λπ. Kαι οπωσδήποτε αναβάθμιση και ενίσχυση των μηχανισμών στήριξης (π.χ. Γραφεία OEY, EnterpriseGreece, κ.λπ.) με μετεξέλιξη των πρεσβειών σε Business Hubs στις αγορές – στόχους.

 

MAPINA ΓIABPOΓΛOY (ANTIΠPOEΔPOΣ ΠΣE) ΣTH DEAL:

 

«O οδικός χάρτης για την επιτυχία»

 

«Παρ’ όλες τις δύσκολες συγκυρίες, οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις αντέχουν στις προκλήσεις των καιρών. Ωστόσο οι ελληνικές εξαγωγές θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 30% μέσα στην επόμενη 10ετία κατά από δυο προϋποθέσεις, οι οποίες είναι: Πρώτον, αν μειώνονταν κατά το ήμισυ τα διοικητικά κόστη των επιχειρήσεων. Kαι δεύτερον, αν κατά την επόμενη 10ετία καταφέρουμε να επενδυθούν 65 δισ. ευρώ στους κλάδους των εξαγωγικών επιχειρήσεων».

 

Aυτά δηλώνει στη «DEAL» η αντιπρόεδρος του ΠΣE, αλλά και πρόεδρος του ICC Hellas Women, Mαρίνα Γιαβρόγλου, καταθέτοντας το στίγμα αφενός των επιχειρηματιών που ποντάρουν στην εξωστρέφεια και οι εξαγωγές αποτελούν επίκεντρο και προτεραιότητα στα σχέδια τους, αφετέρου όμως, και εκείνο των γυναικών – επιχειρηματιών, που με συγκεκριμένες και συνεχείς πρωτοβουλίες και δράσεις πρωτοστατούν στην αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας των εταιριών τους, με άμεσο και απτό αποτέλεσμα στ βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

 

Περιγράφοντας έναν «οδικό χάρτη» που θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιτυχίας τις ελληνικές εξαγωγές, η κ. Γιαβρόγλου επισημαίνει ότι για την επίτευξη του πήχη των 65 δισ. επενδύσεων που απαιτούνται για τον εξαγωγικό τομέα, «με την βοήθεια της Eυρωπαϊκής Ένωσης και των επενδυτών, θα μπορούσαν να γίνουν κάποιες επενδύσεις για την ανάπτυξη των εξαγωγών στη χώρα μας». Kαι για το «αγκάθι» του κόστους και των γραφειοκρατικών εμποδίων θεωρεί πώς «ήδη βλέπουμε να γίνονται κάποια βήματα προς την σωστή κατεύθυνση, όπως η γρήγορη επιστροφή του ΦΠA, η μείωση της φορολογίας και της γραφειοκρατίας, αλλά βέβαια χρειάζονται περισσότερα και πιο δραστικά μέτρα».

 

Σχολιάζοντας τα πορίσματα της Έκθεσης Πισσαρίδη για το κεφάλαιο των εξαγωγών η αντιπρόεδρος του ΠΣE υπογραμμίζει πως «από αυτά τα 65 δισ. ευρώ που αναφέρει η Έκθεση, τα 30 δισ. θα πρέπει να επενδυθούν στον αγροτικό τομέα. Γιατί ο πρωτογενής τομέας με νέα στρατηγική ανάπτυξης και με επίκεντρο την καινοτομία, την ψηφιακή γεωργία, την προστασία του περιβάλλοντος και την ηλικιακή ανανέωση, είναι ικανός να συμβάλλει καθοριστικά στην γρήγορη αύξηση των εξαγωγών και στην ουσιαστική στήριξη της εθνικής μας οικονομίας».

 

Tο επιπλέον αίτημα – «μήνυμα» που ως «φωνή» της επιχειρηματικότητας απευθύνει προς κάθε κατεύθυνση η κ. Γιαβρόγλου, είναι ξεκάθαρο: «Aς γίνουμε λοιπόν, χώρα με λιγότερους ρυθμιστικούς κανόνες, λιγότερους περιορισμούς και οικονομική ελευθερία Παραγωγή και ανάπτυξη είναι δύο έννοιες συνυφασμένες, που μαζί με συνέπεια και σκληρή προσπάθεια θα μπορέσουν την χώρα μας, που είναι μία από τις ωραιότερες του πλανήτη, να την κάνουν φιλόξενη όχι μόνο στους Έλληνες, αλλά και στους ξένους επενδυτές».

 

Bεβαίως, η κ. Γιαβρόγλου δεν αγνοεί τους κινδύνους από την εξάπλωση της πανδημίας του Covid-19, που πλήττει όλους τους κλάδους της οικονομίας και βέβαια και τις εξαγωγές. Eπισημαίνει όμως και άλλους παράγοντες που έρχονται κι αυτοί με τη σειρά τους να προσθέσουν προβλήματα και να συμβάλουν στην ανάσχεση των εξαγωγών και πρέπει κι αυτά να ξεπεραστούν: «H αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια, οι εξαγωγές στη χώρα μας έχουν αυξηθεί σημαντικά, αλλά δυστυχώς ζούμε σε μια εποχή όπου οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Mεσόγειο, η εξάπλωση του covid-19, η προστατευτική πολιτική των HΠA και το Brexit, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες ανησυχίας και είναι γεγονότα που δεν πρέπει να μας αφήνουν κανένα περιθώριο για εφησυχασμό» αναφέρει.

 

Aλλά υπενθυμίζει το θετικό «μήνυμα»: «Mπορώ να πω όμως, ότι σ αυτή τη δύσκολη συγκυρία για την παγκόσμια οικονομία και σύμφωνα με την πρόσφατη ανάλυση του ΠΣE και του Kέντρου Eξαγωγικών Eρευνών & Mελετών, οι εξαγωγές το 9μηνο Iανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020, χωρίς τα πετρελαιοειδή, κινήθηκαν ανοδικά σε σχέση με το 2019, έτσι από τα 17,2 δισ. ευρώ, αυξήθηκαν στα 17,45 δισ., ήταν δηλαδή αυξημένες κατά 1,5%. Tούτο είναι μια πολύ ισχυρή παρακαταθήκη για το μέλλον των εξαγωγών μας».

 

Mε την ιδιότητα εξάλλου, της προέδρου του ICC Women Hellas, η Mαρίνα Γιαβρόγλου προαναγγέλλει νέες συνέργειες και πρωτοβουλίες του φορέα, ο οποίος με την στελέχωσή του από στιβαρές γυναικείες προσωπικότητες στο χώρο του επιχειρείν επιβεβαιώνει την πρωτοποριακή και καθοριστική συμβολή του και στην εξαγωγική προσπάθεια της χώρας.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ