Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι
Την κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για όσους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα θα αποκτήσουν το 2021 εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ από μισθούς καθώς επίσης και για τους φορολογούμενους που έχουν αποκτήσει φέτος εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ από επιχειρηματικές δραστηριότητες, αγροτικές εκμεταλλεύσεις, ακίνητα και κινητές αξίες προβλέπει διάταξη που ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή και θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο του νέου έτους.
Η κατάργηση δεν θα ισχύει, ωστόσο, σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το εισόδημα του φορολογούμενου θα έχει προσδιοριστεί, με βάση τα τεκμήρια, σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος τόσο κατά το έτος για το οποίο προβλέπεται η μη επιβολή της εισφοράς όσο και για ένα τουλάχιστον από τα δύο προηγούμενα έτη.
Επίσης, η κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης δεν θα ισχύσει το 2021 για όλους τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομἐα με ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ.
Υπάρχει όμως και μια μερίδα υπαλλήλων με ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ, που θα δουν τα οφέλη από την κατάργηση ένα χρόνο αργότερα, το 2022. Πρόκειται για όσους αμείβονται όχι με κανονικούς μισθούς αλλά με “μπλοκάκια” από τα οποία εκδίδουν τιμολόγια παροχής υπηρεσιών για τις αμοιβές που λαμβάνουν κάθε μήνα. Για τους φορολογούμενους αυτούς η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης θα γίνει … αντιληπτή το 2022.
Η ειδική επιβαρύνει κάθε χρόνο, από το 2011 και μετά, κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει ετήσιο εισφορά αλληλεγγύης συνολικό ατομικό – πραγματικό ή τεκμαρτό – εισόδημα μεγαλύτερο των 12.000 ευρώ από όλες τις πηγές.
Επιβάλλεται κλιμακωτά, με συντελεστές 2,2%-10%, στο τμήμα του ετησίου εισοδήματος άνω των 12.000 ευρώ.
Συνεπώς, οι πρόσφατα ψηφισθείσες διατάξεις, οι οποίες θα τεθούν σε ισχύ από την 1η-1-2021, δεν αφορούν κατ’ αρχἠν όσους φορολογούμενους αποκτούν ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ, διότι αυτοί απαλλάσσονται ήδη από την εισφορά αυτή, λόγω του χαμηλού ύψους των ετησίων εισοδημάτων τους.
Οι νέες διατάξεις προβλέπουν, συγκεκριμένα, ότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης καταργείται προσωρινά για τις ακόλουθες κατηγορίες φορολογουμένων:
1) Τα φυσικά πρόσωπα που θα δηλώσουν το 2021 ότι το 2020 απέκτησαν ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ προερχόμενα από επιχειρηματικές και αγροτικές δραστηριότητες, ενοίκια, μερίσματα, τόκους, υπεραξίες μετοχών, ομολόγων και άλλων αποταμιευτικών προϊόντων.
2) Τους μισθωτούς εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα των οποίων οι αποδοχές του 2021 μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών και πριν την φορολόγησή τους υπερβαίνουν τα 857 ευρώ το μήνα ή τα 12.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Για τους συγκεκριμένους φορολογούμενους η απαλλαγή θα έχει την μορφή της μη επιβολής μηνιαίων κρατήσεων ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης επί των μισθών που θα εισπράττουν από τον Ιανουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 2021. Δηλαδή, για τους φορολογούμενους αυτούς η μη εφαρμογή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των καθαρών μηνιαίων αποδοχών τους.
3) Τους δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους που αποκτούν φέτος – πέραν των μισθών και των συντάξεών τους – εισοδήματα κι από άλλες πηγές, τα οποία ανήκουν στις παραπάνω αναφερθείσες απαλλασσόμενες κατηγορίες (ενοίκια, αγροτικές δραστηριότητες, μερίσματα, τόκους κ.λπ). Οι εν λόγω δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι θα εξακολουθούν να επιβαρύνονται και για το έτος 2020 και για το έτος 2021 με ειδική εισφορά αλληλεγγύης μόνο για τους μισθούς ή τις συντάξεις τους, εφόσον τα εισοδήματα αυτά υπερβαίνουν σε ετήσια βάση τις 12.000 ευρώ, που είναι το αφορολόγητο όριο της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης. Αν όμως οι μισθοί ή οι συντάξεις τους δεν υπερβαίνουν ετησίως τα 12.000 ευρώ, τότε δεν θα πληρώσουν καθόλου εισφορά το 2021 για το σύνολο των εισοδημάτων που θα έχουν αποκτήσει το 2020. Κι αυτό διότι τα μεν εισοδήματά τους από μισθούς και συντάξεις είναι χαμηλότερα από το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ που ισχύει στην ειδική εισφορά αλληλεγγύης τα δε λοιπά εισοδήματά τους, από τις άλλες πηγές, θα είναι κι αυτά πλέον απαλλασσόμενα.
Για να ισχύσει ωστόσο η απαλλαγή από την εισφορά αλληλεγγύης θα πρέπει σε κάθε περίπτωση ο φορολογούμενος που με βάση τα εισοδήματά του είναι δικαιούχος της απαλλαγής να μην έχει φορολογηθεί ούτε κατά το έτος ισχύος της απαλλαγής ούτε κατα τα προηγούμενα δύο ἐτη με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.