Χιλιάδες επιχειρήσεις αναζητούν το δίκιο τους, αντιδρώντας στους ελέγχους που έχει διενεργήσει ο φορολογικός μηχανισμός. Μάλιστα φέτος, εν μέσω πανδημίας και με τις περισσότερες επιχειρήσεις να έχουν υποστεί τεράστια οικονομική ζημιά, πολλές εκ των οποίων είναι στα πρόθυρα του λουκέτου, αναγκάζονται να προσφύγουν στην Διεύθυνση Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών καταβάλλοντας ταυτόχρονα και το 50% του φόρου που του έχει καταλογίσει η Εφορία.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων έως και τον Νοέμβριο του 2020 είχαν υποβληθεί στην επιτροπή 8.757 προσφυγές από επιχειρήσεις που αμφισβητούν αφενός τους πρόσθετους φόρους που τους επέβαλε η εφορία αφετέρου τα ευρήματα του φορολογικού ελέγχου. Το εντυπωσιακό είναι ότι εν μέσω πανδημίας οι αμφισβητήσεις έχουν αυξηθεί κατά 25% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 (είχαν υποβληθεί 7.000 προσφυγές).
Προσφεύγουν στα Δικαστήρια
Ένα ακόμα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι από τις προσφυγές που απορρίφθηκαν είτε ρητώς είτε σιωπηρώς (εξέπνευσε η προθεσμία ελέγχου της υπόθεσης) υπάρχουν και 2.417 περιπτώσεις που προσέφυγαν στα διοικητικά δικαστήρια. Με βάση προηγούμενα στοιχεία προκύπτει ότι περίπου το 70% των επιχειρήσεων που προσφεύγει στα δικαστήρια κερδίζει το ελληνικό δημόσιο. Για αυτό το λόγο άλλωστε η ΑΑΔΕ το τελευταίο διάστημα εκδίδει αναλυτικές διευκρινιστικές εγκυκλίους για τον τρόπο και τις μεθόδους που πρέπει να ακολουθούν οι ελεγκτές κατά τη διενέργεια ελέγχου έτσι ώστε ο έλεγχος να είναι πλήρης και να μην διενεργούνται διενέξεις με τους φορολογούμενους.
Με βάση τα στοιχεία της φορολογικής διοίκησης ο αριθμός των ενδικοφανών προσφυγών που υποβλήθηκαν φέτος μέχρι και τον Νοέμβριο ανέρχεται σε 8.757. Από τις προσφυγές που υποβλήθηκαν στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών οι 4.214 εξετάστηκαν και έκλεισαν και όπως δείχνουν τα στοιχεία της ΑΑΔΕ έγιναν δεκτές εν μέρει ή εν όλω 1.667 δηλαδή 4 στις 10, ενώ 2.341 υποθέσεις απορρίφθηκαν.
Με απόφαση που εξέδωσε η ΑΑΔΕ προσφέρει μεγαλύτερο χρονικό περιθώριο στους φορολογούμενους να αμφισβητήσουν τους πρόσθετους φόρους που τους έχουν καταλογίσει οι φορολογικές αρχές μετά από ελέγχους και διασταυρώσεις στοιχείων και να ζητήσουν αναστολή της καταβολής του φόρου. Ειδικότερα ορίζεται ότι οι προθεσμίες για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και αιτήματος αναστολής που έχουν λήξει ή λήγουν από την 9η Νοεμβρίου 2020 έως και την 31η Ιανουαρίου 2021 αναστέλλονται για εξήντα 60 ημέρες ενώ σε περίπτωση που δεν είχε εκδοθεί έως τις 16 Νοεμβρίου η σχετική απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής του φορολογούμενου η προθεσμία παρατείνεται έως και τις 31 Μαρτίου του 2021.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία ο φορολογούμενος εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση, οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα την επανεξέταση της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης. Η αίτηση υποβάλλεται στη φορολογική αρχή που εξέδωσε την πράξη ή παρέλειψε την έκδοσή της και πρέπει να αναφέρει τους λόγους και τα έγγραφα στα οποία ο υπόχρεος βασίζει το αίτημά του. Η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται από τον υπόχρεο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της πράξης σε αυτόν ή από τη συντέλεση της παράλειψης. Η προθεσμία ορίζεται σε 60 ημέρες για φορολογούμενους κατοίκους εξωτερικού.
Η υποχρέωση άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής δεν ισχύει στις περιπτώσεις των διαφορών που υπάγονται στην αρμοδιότητα του προέδρου πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου.
Η Φορολογική Διοίκηση αποστέλλει την ενδικοφανή προσφυγή του υπόχρεου, συνοδευόμενη από σχετικά έγγραφα και τις απόψεις αυτής, εντός 7 ημερών από την υποβολή, στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης, προκειμένου η τελευταία να αποφανθεί. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού 50% του αμφισβητούμενου ποσού, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο 50%. Η αναστολή δεν ισχύει επί του άμεσου προσδιορισμού του φόρου, καθώς και επί πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, που εκδίδεται με βάση στοιχεία που έχουν παρασχεθεί από τον φορολογούμενο σε φορολογική του δήλωση.