Τη δυνατότητα σε πολίτες και επιχειρηματίες, να ρυθμίσουν τα χρέη τους σε δύο ή και περισσότερους πιστωτές σε βάθος έως και 20 χρόνια, δίνει ο νέος νόμος 4738/2020 «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας» του υπουργείου Οικονομικών. Ο νέος νόμος, που τέθηκε σε ισχύ από την 1/3 για τις μεγάλες επιχειρήσεις και από την 1/6 θα μπορεί να αξιοποιηθεί και από τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, αφορά επίσης σε μέτρα κοινωνικής πρόνοιας, για προστασία της πρώτης κατοικίας και δίνει την ευκαιρία σε καθέναν που θα το επιλέξει, να ξεκινήσει από το μηδέν μεν, αλλά απαλλαγμένος από όλα τα οικονομικά βάρη δε.
Τα παραπάνω σημείωσε ο ειδικός γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του υπουργείου Οικονομικών, Φώτης Κουρμούσης, στο πλαίσιο αποψινής διαδικτυακής εκδήλωσης που διοργάνωσαν το Επιμελητήριο Χαλκιδικής, σε συνεργασία με τον Σύλλογο Λογιστών Φοροτεχνικών του νομού (υπό την αιγίδα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Φοροτεχνικών Ελεύθερων Επαγγελματιών) και τον Δικηγορικό Σύλλογο.
Καλώντας πολίτες και επιχειρηματίες να απευθύνονται στους ειδικούς για διερεύνηση των επιλογών τους σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση χρεών τους, τόνισε ότι «έχει διαπιστωθεί ότι κάποιοι ελλείψει γνώσεων χάνουν τα δικαιώματά τους στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με πιστωτές, αφού μη γνωρίζοντας της προστασίας που τυγχάνουν χάνουν πολλά, αν όχι τα πάντα, λόγω άγνοιας».
Ο νέος νόμος, σύμφωνα με τον κ. Κουρμούση, δεν είναι έκτακτος με ημερομηνία λήξης όπως στο παρελθόν και αφορά σε «ρύθμιση που ήρθε για να μείνει, διευκολύνοντας τον οποιοδήποτε, όποτε το χρειαστεί. Υπάρχει πλέον ένα μόνιμο καθεστώς ρυθμίσεων». Πρόσθεσε δε ότι λειτουργεί σαν «αντίδοτο σε όσους ζητούν να πάρουν τα πάντα από επιχειρηματίες και πολίτες».
Σημειώνοντας ότι ο νέος νόμος εναρμονίζεται με την ευρωπαϊκή οδηγία 1023, εξήγησε ότι στον τομέα της ρύθμισης, αυτός αφορά σε τρία κεφάλαια, ήτοι την πρόληψη, την ρύθμιση και την δεύτερη ευκαιρία.
Αν κάποιος δεν προχωρήσει σε ρύθμιση, είτε γιατί έχει πολύ μεγάλο χρέος ή λόγω αδυναμίας να ανταπεξέλθει, τότε ενεργοποιείται το άλλο κεφάλαιο του νόμου που αφορά τη δεύτερη ευκαιρία. «Προβλέπει τη διαγραφή όλων των χρεών με ταυτόχρονη ρευστοποίηση περιουσίας. Έτσι μπορεί ο πολίτης να κάνει ένα νέο ξεκίνημα χωρίς να χρωστά πουθενά», εξήγησε. Στο ζήτημα που ανακύπτει αναφορικά με την πρώτη κατοικία του, διευκρίνισε ότι ο νόμος προβλέπει να την αγοράσει ειδικός φορέας που θα υποχρεούται να του τη μισθώνει για 12 χρόνια. Έτσι δεν θα κινδυνεύει με έξωση ο πολίτης και θα μπορεί μάλιστα να αγοράσει εκ νέου την κατοικία τους εφόσον θα το επιθυμήσει. Άλλωστε το κράτος παρέχει πέραν της επιδότησης ενοικίου και επιδότηση δανείων πρώτης κατοικίας στα ευάλωτα νοικοκυριά».
«Για έναν πολύ σημαντικό νόμο σε μια κρίσιμη για την ελληνική κοινωνία συγκυρία», μίλησε ο προϊστάμενος του τμήματος Οικονομικής Υποστήριξης της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Χαράλαμπος Κώστογλου, λέγοντας «το ιδιωτικό χρέος με τα τελευταία στοιχεία έχει πάει στα 240 δισ. ευρώ και αφορά τράπεζες, εταιρείες διαχείρισης δανείων, ΑΕΔΕ και ΕΦΚΑ. Μάλιστα σε αυτό το ποσό δεν συμπεριλαμβάνονται τα χρέη που θα δημιουργηθούν μεταξύ επιχειρήσεων λόγω covid- 19. Άρα μιλάμε για ένα χρέος που αναμένεται τουλάχιστον στα 300 δισ. ευρώ και τα οποία ο νέος νόμος καλείται να διαχειριστεί».
Μεταξύ άλλων, ο ίδιος επισήμανε ότι το πρώτο στο οποίο εστιάζει ο νόμος είναι η έγκαιρη προειδοποίηση του οφειλέτη σχετικά με το χρέος του. Δίνεται η δυνατότητα σε όλους τους φορείς να μπορούν να ενημερώνουν τα μέλη τους έτσι ώστε πριν κοκκινίσει το δάνειο του εν δυνάμει οφειλέτη να μπορεί αυτός να λαμβάνει συμβουλευτική βοήθεια. «Όσο πιο νωρίς εντοπιστεί ένα πρόβλημα, τόσο πιο καλές και ευοίωνες είναι οι συνθήκες για την επίλυσή του», επισήμανε.
Την ανάγκη το κράτος να στηρίξει τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και όχι μόνο, στην επόμενη ημέρα μετά την πανδημία του κορονοϊού, υπογράμμισε ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χαλκιδικής, Γιάννης Κουφίδης, ενώ από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Φοροτεχνικών Ελεύθερων Επαγγελματιών, Δημήτρης Λιάγγος αναφέρθηκε τον αγώνα που δίνει ο κλάδος που εκπροσωπεί, προκειμένου κανένας επιχειρηματίας ή φυσικό πρόσωπο να μην χάσει ούτε ένα σεντ».