Οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα από τις επιπτώσεις της πανδημίας έχουν περιοριστεί μέχρι στιγμής, σημειώνει το ΔΝΤ σε έκθεσή του, γεγονός που αντανακλά τη συνεχιζόμενη στήριξη της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής και την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας για το 2021.
Όπως τονίζει το Ταμείο στην Έκθεση για την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα του Οκτωβρίου, ενώ οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες έχουν χαλαρώσει περαιτέρω στις προηγμένες οικονομίες, η αίσθηση αισιοδοξίας που είχε δώσει ώθησει στις αγορές το α΄ εξάμηνο εξασθένησε το καλοκαίρι, αφού εντάθηκε η ανησυχία των επενδυτών για τις οικονομικές προοπτικές -εν μέσω αύξησης των κρουσμάτων κορονοϊού- και την περαιτέρω δυναμική της ανάκαμψης, ιδίως στις αναδυόμενες αγορές.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου, οι ανησυχίες ότι οι πληθωριστικές πιέσεις μπορεί να είναι πιο επίμονες από ό,τι αρχικά προβλεπόταν ώθησαν τις αποδόσεις των ομολόγων σε υψηλότερα επίπεδα. Παρά την καλύτερη εικόνα στην παγκόσμια οικονομία από αυτή που αποτυπωνόταν στην έκθεση του ΔΝΤ τον Απρίλιο, οι χρηματοπιστωτικές ευπάθειες διατηρούνται σε διάφορους τομείς.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν δύσκολο συμβιβασμό: τη διατήρηση της βραχυπρόθεσμης στήριξης της παγκόσμιας οικονομίας και την ταυτόχρονη αποτροπή απρόβλεπτων συνεπειών και μεσοπρόθεσμων κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Μια παρατεταμένη περίοδος εξαιρετικά ευνοϊκών χρηματοπιστωτικών συνθηκών, ενώ είναι απαραίτητη για τη δυναμική της οικονομικής ανάκαμψης, μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολικές αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων και να τροφοδοτήσει τις χρηματοπιστωτικές ευπάθειες.
Η αυξημένη ανάληψη χρηματοοικονομικών κινδύνων και η επιδεινούμενη αστάθεια στον τομέα των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων εντείνει τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τέτοιου είδους ευπάθειες, αναφέρει το ΔΝΤ, εάν δεν τεθουν υπό έλεγχο, ενδέχεται να εξελιχθούν σε διαρθρωτικά προβλήματα, θέτοντας σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη και δοκιμάζοντας την ανθεκτικότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Σύμφωνα με την έκθεση, κατά την περίοδο της πανδημίας οι τράπεζες παρέμειναν ανθεκτικές -με λίγες εξαιρέσεις-, αξιοποιώντας τη συσσώρευση κεφαλαίων μετά τις μετρρυθμίσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και τη συνεχιζόμενη -άνευ προηγουμένου- στήριξη της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής.
Ο παγκόσμιος χρηματοπιστωτικός τομέας -και ειδικότερα ο τομέας των επενδυτικών κεφαλαίων- μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων για την επιτάχυνση της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα και τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, αναφέρει το ΔΝΤ.
Οι βιώσιμοι επενδυτές μπορουν επίσης να συνεισφέρουν στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, καθώς τείνουν να είναι λιγότερο ευαίσθητοι στις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις. Ωστόσο, ο τομέας των βιώσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων παραμένει μικρός (3,6 τρισ. δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία υπό διαχείριση στο τέλος του 2020, εκ των οποίων μόνο 130 δισ. δολάρια αφορούν “πράσινα” αμοιβαία κεφάλαια).
Ποιοι κίνδυνοι παραμένουν
To ΔΝΤ σημειώνει πως μπορεί οι επενδυτές να αναμένουν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα υποχωρήσουν σταδιακά, ωστόσο ο φόβος να παραμείνει ο πληθωρισμός σε υψηλά επίπεδα έχει αναζωπυρωθεί. Εκτός από την πρόσφατη άνοδο των τιμών της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων, οι επενδυτές ανησυχούν για την πιθανότητα οι διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού και οι ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό και υλικά να είναι πιο επίμονες από ό,τι αναμενόταν, διαψεύδοντας τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό.
Παρά τις πρόσφατες αναταράξεις στην αγορά, οι τιμές των μετοχών έχουν ενισχυθεί περαιτέρω, βρίσκοντας στήριξη στη χαλαρή νομισματική πολιτική και τα ισχυρά εταιρικά κέρδη. Επιπλέον, τα πιστωτικά περιθώρια έχουν περιοριστεί σε κάτω των προ της πανδημίας επίπεδα, ενώ οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν ραγδαία σε πολλές χώρες.
Το ΔΝΤ σημειώνει πως οι αναδυόμενες αγορές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν μεγάλες χρηματοδοτικές ανάγκες. Η αύξηση της απόδοσης των αμερικανικών ομολόγων μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης πολλές χώρες. Οι πληθωριστικές πιέσεις οδήγησαν πολλές κεντρικές τράπεζες να υιοθετήσουν αυστηρότερη στάση νομισματικής πολιτικής. Οι προοπτικές για τις κεφαλαιακές ροές έχουν βελτιωθεί, ενισχυμένες από τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη και την ισχυρή παγκόσμια διάθεση ανάληψης κινδύνων. Οι νομισματικές συνθήκες εξακολουθούν να είναι σε γενικές γραμμές χαλαρέ, με αρνητικά πραγματικά επιτόκια. Υπάρχει όμως ο κίνδυνος τα πραγματικά επιτόκια να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Μια αιφνίδια αλλαγή στη στάση της νομισματικής πολιτικής των προηγμένων οικονομιών μπορεί να οδηγήσει σε απότομη σύσφιξη των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, επηρεάζοντας αρνητικά τις ροές κεφαλαίων και επιτείνοντας τις πιέσεις στις χώρες που αντιμετωπίζουν ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Το Ταμείο αναφέρει ακόμα πως η ανάκαμψη παραμένει άνιση μεταξύ χωρών, τομέων και επιχειρήσεων. Οι κίνδυνοι φερεγγυότητας εξακολουθούν να είναι εμφναείς στους τομείς που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία (μεταφορές και υπηρεσίες) καθώς και στις μικρές επιχειρήσεις.
Στο τρέχον περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων και της παροχής ρευστότητας, η μεγαλύτερη χρήση της χρηματοοικονομικής μόχλευσης για την ενίσχυση των αποδόσεων θα μπορούσε να προκαλέσει μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Για την αγορά κρυπτονομισμάτων
Επιπλέον, το ΔΝΤ αναφέρει στην έκθεσή του πως η αγορά κρυπτονομισμάτων συνεχίζει την ταχεία της ανάπτυξη. Ωστόσο, τα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων ενέχουν διάφορους κινδύνους λειτουργικής και οικονομικής ακεραιότητας μέσω των διασυνοριακών δραστηριοτήτων τους.
Στις αναδυόμενες αγορές, η έλευση των κρυπτονομισμάτων μπορεί να επιταχύνει τη δολαριοποίηση και να διαβρώσει την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων συναλλαγματικών περιορισμών και των μέτρων διαχείρισης του ελέγχου κεφαλαίων. Η αυξημένη διαπραγμάτευση κρυπτονομισμάτων από χρήστες σε αναδυόμενες αγορές μπορεί να οδηγήσει σε αποσταθεροποιητικές ροές κεφαλαίων.
Οι αναδυόμενες αγορές και οικονομίες που αντιμετωπίζουν αυτούς τους κινδύνους θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην ενίσχυση των μακροοικονομικών πολιτικών και να εξετάσουν τα οφέλη της έκδοσης ψηφιακών νομισμάτων από τις κεντρικές τράπεζες.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, σημειώνει το ΔΝΤ, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να συνεργαστούν μέσω του χάρτη πορείας διασυνοριακών πληρωμών της G20 για να καταστήσουν τις διασυνοριακές πληρωμές ταχύτερες και φθηνότερες, πιο διαφανείς και χωρίς αποκλεισμούς.