Η Ελλάδα βιώνει την πρώτη περίοδο έντονων ανατιμήσεων από το 2012
Οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις «αγγίζουν» πλέον την ελληνική οικονομία μέσω των εισαγόμενων ανατιμήσεων, κυρίως στην ενέργεια αλλά και σε κατηγορίες τροφίμων, επισημαίνει σε έκθεσή της η διεύθυνση οικονομικής ανάλυσης της ΕΤΕ.
Οι πληθωριστικές πιέσεις στην ελληνική οικονομία ήταν σχετικά ήπιες μέχρι το 9μηνο του 2021, λόγω του αρνητικού πληθωρισμού στις υπηρεσίες, ωστόσο εντάθηκαν τον Οκτώβριο, με την ετήσια αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) να ανέρχεται στο 3,4% (από 0,2%, κατά μ.ό., στο 9μηνο) -υψηλό 11 ετών- με συγχρονισμένη επιτάχυνση των ανατιμήσεων στις περισσότερες κατηγορίες αγαθών (κυρίως καυσίμων και τροφίμων) και υπηρεσιών και ταχύτερη μετακύλιση των αυξήσεων από τις τιμές εισαγωγών.
Η ενδυνάμωση της εγχώριας ζήτησης συνετέλεσε στην αυξητική τάση, σημειώνεται στην έκθεση. Στην εν λόγω εξέλιξη είναι εμφανές ότι κομβικό ρόλο διαδραμάτισε η αύξηση των τιμών ενέργειας. Η ΕΤΕ εκτιμά ότι, έπειτα από περαιτέρω επιτάχυνση το 4ο τρίμηνο του 2021 και το 1ο τρίμηνο του 2022, ο πληθωρισμός αναμένεται να σημειώσει ταχεία αποκλιμάκωση.
• Ο δομικός πληθωρισμός προβλέπεται να ανέλθει στο 2,2%, κατά μ.ό. το 4ο τρίμηνο του 2021 και να κορυφωθεί στο 3,0% περίπου το 1ο τρίμηνο του 2022 – με την ηλεκτρική ενέργεια να προσθέτει 1,2 ποσοστιαία μονάδα το 4ο τρίμηνο του 2021 και περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες το 1ο τρίμηνο του 2022 – υποχωρώντας σταδιακά σε επίπεδα χαμηλότερα του 1,0% ετησίως προς τα τέλη του 2022.
• Η ετήσια μεταβολή του ΔΤΚ αναμένεται να προσεγγίσει το 4,5% το 4ο τρίμηνο του 2021 και, πιθανότατα, το 5,0%, περίπου το 1ο τρίμηνο του 2022 -αν οι ενεργειακές τιμές μείνουν στα τρέχοντα επίπεδα- υποχωρώντας στο 3,5% το 2ο τρίμηνο.
• Πρέπει να τονισθεί ότι η Ελλάδα βιώνει την πρώτη περίοδο έντονων ανατιμήσεων από το 2012, καθώς η πολυετής ύφεση σε συνδυασμό με τις σχετικά σταθερές ή μειούμενες τιμές ενέργειας είχαν οδηγήσει σε μείωση του επιπέδου τιμών μεταξύ 2012 και 2020 κατά 4,0% βάσει του ΔΤΚ και κατά 3,1% βάσει του δομικού πληθωρισμού.
Στην Ευρωζώνη, που εμφάνισε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, το επίπεδο τιμών αυξήθηκε κατά 7,2% και 7,8% βάσει εναρμονισμένου ΔΤΚ και δομικού πληθωρισμού, αντίστοιχα. Οι ανωτέρω τάσεις οδήγησαν σε σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας στην αυξημένη εξωστρέφειά της. Βασικός στόχος είναι να περιοριστεί ο κίνδυνος σημαντικών δευτερογενών πληθωριστικών επιδράσεων, που θα μπορούσαν να παρατείνουν τις αρνητικές συνέπειες για την οικονομία.
Ως εκ τούτου, η εν εξελίξει αύξηση της παραγωγικότητας, που εκτιμάται στο 4% περίπου κατά μ.ό. το 2021-22, θα πρέπει να αντισταθμίσει την προηγηθείσα αύξηση στο μοναδιαίο κόστος εργασίας στηρίζοντας την ανταγωνιστικότητα και αποτρέποντας την ανατροφοδότηση του πληθωρισμού μέσω περαιτέρω αύξησης στο εργασιακό κόστος