Η επίπτωση της αύξησης του πληθωρισμού στην καταναλωτική δαπάνη και στον σχεδιασμό της επενδυτικής δαπάνης, αποτελεί τον σημαντικότερο κίνδυνο που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία μέσα στο 2022, σημειώνει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της για τις οικονομικές εξελίξεις, όπου αναλύει τους παράγοντες που θα καθορίσουν τον πληθωρισμό τους επόμενους 12 μήνες.
Όπως επισημαίνει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, η ραγδαία άνοδος των τιμών της ενέργειας σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων και τις διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, οι οποίες αυξάνουν τα κόστη μεταφοράς και παραγωγής, έχουν τροφοδοτήσει ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις διεθνώς, μεγεθύνοντας την αβεβαιότητα για την επίπτωση της ταχείας ανόδου των τιμών στον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης του 2022.
Ενδεικτικά, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (World Economic Outlook, January 2022) αναθεώρησε την πρόβλεψή του για τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας το 2022 σε 4,4%, μισή ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα από την προηγούμενη πρόβλεψη (World Economic Outlook, October 2021), αφενός λόγω του αρνητικού αντικτύπου της μετάλλαξης Όμικρον στην οικονομική δραστηριότητα και αφετέρου λόγω της αβεβαιότητας για την ένταση των πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες αναμένεται να διατηρηθούν για μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που αρχικά αναμενόταν.
Εντούτοις, όπως αναφέρει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να μετριαστούν εντός του 2022, καθώς οι ανισορροπίες σε προσφορά και ζήτηση θα εξαλείφονται σταδιακά, ενώ οι τιμές της ενέργειας αναμένεται να εξομαλυνθούν από το δεύτερο εξάμηνο του έτους.Η αναζωπύρωση του πληθωρισμού ενδέχεται να επηρεάσει την αναπτυξιακή τροχιά της ελληνικής οικονομίας το 2022. Ο ρυθμός μεγέθυνσης, ωστόσο, εκτιμάται ότι θα είναι ισχυρός από τους περισσότερους οργανισμούς (π.χ. ΙΟΒΕ: 4,5%-5%, Ευρωπαϊκή Επιτροπή: 5,2%), ως απόρροια αφενός της αναμενόμενης ισχυρής επίδοσης του τουρισμού και αφετέρου της αύξησης των επενδύσεων, οι οποίες αναμένεται να υποστηριχθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Όπως επισημαίνει η Alpha Bank, ο σημαντικότερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία για το 2022 συνδέεται με την επίπτωση του πληθωρισμού στο ύψος της καταναλωτικής δαπάνης και στον σχεδιασμό της επενδυτικής δαπάνης. Οι παράγοντες που αναμένεται να καθορίσουν τον πληθωρισμό είναι α) η δυναμική της εξέλιξης των τιμών της ενέργειας και β) ο σχηματισμός των προσδοκιών των οικονομικών μονάδων. Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο τόσο οι καταναλωτές όσο και οι επιχειρηματίες περιμένουν ότι θα εξελιχθούν οι τιμές στο μέλλον επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο δαπανούν, δανείζονται και επενδύουν τα χρήματά τους σήμερα.
Δεδομένου του καθοριστικού ρόλου των προσδοκιών στην εξέλιξη και τη δυναμική του φαινομένου, η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της εστιάζει στην πορεία των προσδοκιών για τις τιμές, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Τιμές ενέργειας και πληθωρισμός
Όπως επισημαίνει, από την έναρξη της πανδημίας και μετά, επικράτησαν αποπληθωριστικές πιέσεις, ως αποτέλεσμα των μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας και της πτώσης της ζήτησης πρωτίστως για υπηρεσίες και δευτερευόντως για συγκεκριμένα αγαθά. Ωστόσο, από τον Ιούνιο του 2021, έχουν επικρατήσει πληθωριστικές τάσεις, με τον πληθωρισμό, με βάση τον ΕνΔΤΚ, να επιταχύνει μέσα στο έτος, με τις ανοδικές τάσεις στις τιμές της ενέργειας να αποτελούν τον σημαντικότερο παράγοντα.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ ) συνέχισε να αυξάνεται σε ετήσια βάση, για έβδομο συνεχόμενο μήνα. Ειδικότερα, ο πληθωρισμός, με βάση τον ΕνΔΤΚ, τον Δεκέμβριο, διαμορφώθηκε στο 4,4% από 4%, τον Νοέμβριο, ενώ ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός για το 2021 διαμορφώθηκε στο 0,6%, λόγω των αποπληθωριστικών πιέσεων που είχαν επικρατήσει, κατά τους πρώτους 5 μήνες του έτους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, στην αύξηση του επιπέδου τιμών, τον Δεκέμβριο, συνέβαλαν πρωτίστως οι τιμές της ενέργειας (+2,7 ποσοστιαίες μονάδες), ακολουθούμενες από τις τιμές για τα επεξεργασμένα και τα μη επεξεργασμένα τρόφιμα, τα οποία συνέβαλλαν θετικά κατά 0,5 και 0,47 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα.
Θετική συμβολή είχαν, επίσης, τα βιομηχανικά προϊόντα (εξαιρουμένης της ενέργειας) και οι υπηρεσίες. Εντούτοις, παρά τη συνεχιζόμενη αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών, ο πληθωρισμός, με βάση τον ΕνΔΤΚ, στην Ελλάδα, παρέμεινε σε χαμηλότερα επίπεδα από τον αντίστοιχο της Ευρωζώνης, καθ΄ όλη τη διάρκεια του προηγούμενου έτους (5%, τον Δεκέμβριο και 2,6%, το 2021, μέσος περιόδου).
Εξέλιξη των πληθωριστικών προσδοκιών
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προσδοκίες των καταναλωτών για τις τάσεις των τιμών τους επόμενους 12 μήνες βρίσκονται σε θετικό έδαφος, από τον Αύγουστο του 2021, φθάνοντας στο υψηλότερο σημείο τους, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Η άνοδος των προσδοκιών των καταναλωτών για τις τιμές συμβάδισε σε μεγάλο βαθμό με την επακόλουθη μεγάλη αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών, το δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου. Από τον Νοέμβριο του 2021, οι προσδοκίες των καταναλωτών καταγράφουν πτώση, αν και παραμένουν σε θετικό έδαφος (από 46,6 μονάδες, τον Οκτώβριο, σε 40,20, τον Νοέμβριο και 27 μονάδες, τον Δεκέμβριο), λόγω, κυρίως, της προσωρινής υποχώρησης των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου το ίδιο διάστημα, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν προσδοκίες για σταδιακή αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, τους επόμενους μήνες.
Ωστόσο, τον Ιανουάριο, παρατηρείται μία άνοδος στις προσδοκίες των καταναλωτών (36,4 μονάδες), γεγονός που συνδέεται με την περαιτέρω αύξηση των τιμών της ενέργειας, τον ίδιο μήνα.
Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στις προσδοκίες των παραγωγών για τους επόμενους μήνες. Ήδη από το δεύτερο τρίμηνο του 2021, άρχισαν να αυξάνονται οι προσδοκίες για την εξέλιξη των τιμών πώλησης ανά κλάδο για το επόμενο διάστημα, με τις προσδοκίες στη βιομηχανία και στο λιανικό εμπόριο να κινούνται σε θετικό επίπεδο ήδη από τον Μάρτιο του 2021, συνεχίζοντας μέχρι και σήμερα. Αντίστοιχα, οι προσδοκίες για τις τιμές, τους επόμενους τρεις μήνες, στον κλάδο των υπηρεσιών, βαίνουν αύξουσες, από τον Σεπτέμβριο του 2021 και μετά, για τέσσερις διαδοχικούς μήνες. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο του 2022, οι προσδοκίες για την εξέλιξη των τιμών στη βιομηχανία, για τους επόμενους μήνες, άγγιξαν τις 42 μονάδες από 40, τον Δεκέμβριο του 2021. Οι προσδοκίες για την εξέλιξη των τιμών στις υπηρεσίες, τους επόμενους τρεις μήνες, έφτασαν, τον Ιανουάριο του 2022, τις 16,6 μονάδες (18,4: Δεκέμβριος 2021, 28,2: Νοέμβριος 2021), με τις αντίστοιχες προσδοκίες στον κλάδο του λιανικού εμπορίου, για το ίδιο χρονικό διάστημα, να φτάνουν τις 56 μονάδες από 58 μονάδες, τον Δεκέμβριο του 2021 και 69,8 μονάδες, τον Νοέμβριο του 2021.
Μεσοπρόθεσμα, η διαμόρφωση έντονα πληθωριστικών προσδοκιών από τους οικονομικούς παράγοντες μπορεί να συμβάλει στην πιθανότητα πρόκλησης δευτερογενών επιπτώσεων που θα έθεταν σε κίνηση μία σπειροειδή εξέλιξη τιμών και μισθών, φαινόμενο που επικρατούσε στη χώρα μας, τις προηγούμενες δεκαετίες.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, στο πλαίσιο στήριξης των εισοδημάτων έναντι του πληθωριστικού κινδύνου εντάσσεται η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% στην αρχή του έτους και η πρόθεση για περαιτέρω αύξηση εντός του 2022. Ωστόσο, όπως προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η παραγωγικότητα της εργασίας αναμένεται να βελτιωθεί σημαντικά, την τριετία 2021-2023, αμβλύνοντας τυχόν αρνητικές επιπτώσεις των μισθολογικών αυξήσεων στο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος.
Οι τιμές της ενέργειας αποτελούν, διαχρονικά, το τελευταίο διάστημα, το μεγαλύτερο μερίδιο της αύξησης των τιμών. Οι τιμές του αργού πετρελαίου Brent αυξήθηκαν κατά 256%, από τον Απρίλιο του 2020 έως και σήμερα, με τον μέσο όρο της τιμής του, τον Ιανουάριο του 2022, να φτάνει στα 85 δολάρια ανά βαρέλι. Αντίστοιχα, οι τιμές του φυσικού αερίου αυξήθηκαν κατά 165%, από τον Ιούνιο του 2020 έως και σήμερα, με τον μέσο όρο της τιμής του, τον Ιανουάριο του 2022, να ανέρχεται στα 22 δολάρια ανά εκατομμύριο βρετανικής μονάδας θερμότητας (MMBtu).
Παρά τις καταγεγραμμένες αυτές αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, το τελευταίο διάστημα, και ειδικά το διάστημα Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου, παρατηρήθηκαν διαδοχικές μειώσεις τόσο στις τιμές αργού πετρελαίου Brent, όσο και στις τιμές του φυσικού αερίου, αν και, τον Ιανουάριο, καταγράφηκαν πάλι σημαντικές αυξήσεις.
Σε πρόσφατη συνέντευξη τύπου που έδωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Christine Lagarde, στις 3.2.2022, εκτιμά ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα διατηρηθούν για μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που αναμενόταν αρχικά. Ωστόσο, αναμένεται να υπάρξει σταδιακή εξομάλυνση των τιμών της ενέργειας, μέσα στο 2022, αμβλύνοντας σε κάποιο βαθμό τις πληθωριστικές πιέσεις.
Τέλος, η Alpha Bank τονίζει ότι σημαντικό κίνδυνο για την πορεία των πληθωριστικών πιέσεων συνιστούν οι τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, από τις οποίες μπορεί να προκύψουν διαταραχές στην προσφορά φυσικού αερίου, κάτι το οποίο με τη σειρά του θα σήμαινε σημαντική επιβάρυνση του κόστους ενέργειας, έχοντας αρνητικό αντίκτυπο στις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών στην Ευρώπη.