Το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 2,7% (σε τριμηνιαία βάση) το γ’ τρίμηνο του 2021, αντανακλώντας τις ισχυρές εξαγωγικές επιδόσεις και τη σημαντική συνεισφορά της ιδιωτικής κατανάλωσης, γράφει η Κομισιόν στις χειμερινές της προβλέψεις.
Η αξιοσημείωτη ανάκαμψη στις τουριστικές εισροές κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού βοήθησε την οικονομία να ανακτήσει ένα σημαντικό κομμάτι των προηγούμενων απωλειών που προκλήθηκαν από την αρνητική επίπτωση της πανδημίας Covid-19, ενώ ο βιομηχανικός κλάδος έχει σημειώνει ισχυρή ανάκαμψη. Η πρόσφατη εμφάνιση της παραλλαγής «όμικρον» και η αυστηροποίηση των μέτρων περιορισμού, αναμένεται ότι θα έχουν επιβαρύνει την ανάπτυξη το τελευταίο τρίμηνο του 2021, όμως η επίπτωση προβλέπεται πως σε μεγάλο βαθμό θα μειωθεί κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2022. Γενικά, το πραγματικό ΑΕΠ εκτιμάται πως σημείωσε αύξηση 8,5% το 2021.
Η ανάπτυξη το 2022 προβλέπεται να έχει «οδηγό» τις επενδύσεις, με τη στήριξη της ώθησης από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, σύμφωνα με την Κομισιόν. Καθώς οι καταναλωτικές δαπάνες θα επιστρέφουν στα προ-πανδημίας επίπεδα, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται επίσης να στηρίξει την ανάπτυξη. Επιπλέον, το εξωτερικό περιβάλλον προβλέπεται να παραμείνει υποστηρικτικό. Ο τουρισμός ιδιαίτερα αναμένεται να συνεχίσει να ανακτά τις προηγούμενες απώλειές του, μέχρι να επιστρέψει πλήρως στα προ-πανδημίας επίπεδα μέχρι το τέλος του προβλεπόμενου ορίζοντα. Γενικά, το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 4,9% το 2022 και να χαλαρώσει στο 3,5% το 2023.
Κυρίως λόγω των ενεργειακών τιμών, ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή αυξήθηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2021. Οι τιμές ηλεκτρισμού και καυσίμων αναμένεται να κορυφωθούν κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2022 και να χαλαρώσουν αργότερα εντός του έτους. Το υψηλό κόστος ενέργειας αναμένεται συνεπώς να περάσει στα υπόλοιπα στοιχεία του καλαθιού της νοικοκυράς. Ο ονομαστικός πληθωρισμός προβλέπεται στο 3,1% το 2022 και στο 1,1% το 2023. Οι μισθολογικές πιέσεις μέχρι στιγμής παραμένουν περιορισμένες λόγω της μεγάλης χαλαρότητας στην αγορά εργασίας. Οι αρχές ανακοίνωσαν αύξηση του κατώτατου μισθού στα τέλη του 2022, το μέγεθος της οποίας θα καθοριστεί αργότερα φέτος και ως εκ τούτου δεν συνυπολογίζεται στην τρέχουσα πρόβλεψη, σημειώνει η Κομισιόν.
Όπως επισημαίνει η Κομισιόν, τα ρίσκα της πρόβλεψης παραμένουν αυξημένα. Παρά την ταχεία ανάκαμψη μέχρι τώρα, η εξέλιξη της πανδημίας αποτελεί πηγή αβεβαιότητας ιδιαίτερα για τις τουριστικές αφίξεις. Επιπλέον, η πρόβλεψη υποθέτει περιορισμένη μόνο αρνητική επίπτωση στην παραγωγή από την αξιοσημείωτη αύξηση του κόστους παραγωγής. Από την άλλη πλευρά, το συσσωρευμένο απόθεμα αποταμιεύσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας θα μπορούσε να διευκολύνει μια πιο θαρραλέα αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Οι ισχυρές επιδόσεις των εξαγωγών αγαθών από το 2020 θα μπορούσαν να είναι ενδεικτικές διαρθρωτικών βελτιώσεων στον εξωτερικό τομέα, που θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή επιπλέον ανοδικών ρίσκων.
Σταϊκούρας: Επιβεβαιώνεται η εξαιρετική πορεία της οικονομίας
«Οι σημερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαιώνουν την εξαιρετική πορεία της ελληνικής οικονομίας και τις ευοίωνες προοπτικές της», τονίζει σε δήλωσή του ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Οπως αναφέρει, «η χώρα καλύπτει τις απώλειες της υγειονομικής κρίσης, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές ενισχύονται, η ανεργία συρρικνώνεται, το διαθέσιμο εισόδημα του πολίτη τονώνεται.
Συγκεκριμένα, η χώρα επιτυγχάνει μία ισχυρότερη ανάκαμψη «τύπου V» τo 2021 – τη δεύτερη μεγαλύτερη στην ευρωζώνη –, καλύπτοντας σχεδόν το σύνολο των απωλειών του 2020.
Αυτή η ανάκαμψη ακολουθείται από υψηλή και διατηρήσιμη ανάπτυξη, τόσο για το 2022 όσο και για το 2023, η δεύτερη υψηλότερη – σωρευτικά – την τριετία.
Επιπρόσθετα, η Ελλάδα εμφάνισε τον χαμηλότερο μέσο ρυθμό πληθωρισμού στην ευρωζώνη το 2021. Πληθωρισμός που ενισχύεται, πράγματι, σημαντικά το 2022, αλλά ο οποίος παραμένει χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, μέχρι και το 2023.
Η Κυβέρνηση θα συνεχίσει, με συνέπεια, την υλοποίηση μίας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, την εφαρμογή μίας διορατικής εκδοτικής στρατηγικής και την προώθηση μεταρρυθμίσεων, προκειμένου αυτή η ανάπτυξη να γίνει ισχυρότερη, να δημιουργηθούν περισσότερες και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και να ενισχυθεί, περαιτέρω, η κοινωνική συνοχή», καταλήγει ο υπουργός.