Ο νέος κατώτατος μισθός αγγίζει έναν στους τέσσερις μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή αφορά 650.000 – 700.000 εργαζομένους που απασχολούνται με πλήρη ή μερική απασχόληση.
Η αύξηση ανέρχεται σε 7,5% ή 50 ευρώ μεικτά τον μήνα, με αποτέλεσμα ο μισθός να διαμορφώνεται σε 713 ευρώ μηνιαίως, από 663 ευρώ σήμερα, ενώ το ημερομίσθιο αυξάνεται σε 31,85 ευρώ, από 29,62 σήμερα.
– Από 1/5/2022 ο νέος καθαρός μισθός διαμορφώνεται στα 613 ευρώ από 569 ευρώ σήμερα.
– Από 1/6/2022 μπαίνει σε εφαρμογή η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών 0,50% στην επικουρική ασφάλιση. Ετσι ο νέος καθαρός μισθός διαμορφώνεται στα 614 ευρώ από 1η Ιουνίου. Δεδομένου ότι καταβάλλονται 14 μισθοί τον χρόνο, το ετήσιο όφελος για τους εργαζομένους από την αύξηση ισούται με έναν επιπλέον μισθό (50 ευρώ η μηνιαία αύξηση επί 14 μισθούς=700 ευρώ). Οι μηνιαίες αποδοχές, αν συνυπολογισθεί η καταβολή 14 μισθών τον χρόνο, διαμορφώνονται σε 831,8 ευρώ, από 773,5 ευρώ σήμερα.
Υψηλότερες αμοιβές μπορούν να προσδοκούν οι εργαζόμενοι που συνεχίζουν να αμείβονται με τον κατώτατο αλλά είχαν ήδη κατοχυρώσει προϋπηρεσία τουλάχιστον 3 ετών τον Φεβρουάριο του 2012. Ο νέος κατώτατος μισθός θα συμπαρασύρει σε ανοδική πορεία και τους υψηλότερους μισθούς. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του κατώτατου μισθού, ο μέσος μισθός ανά εργαζόμενο αυξάνεται κατά 0,44 της ποσοστιαίας μονάδας.
Στην πράξη, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ο μέσος μισθός θα «καρπωθεί» το 50% του ποσοστού αύξησης του κατώτερου μισθού. Η αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων που βρίσκονται σε υψηλότερα μισθολογικά επίπεδα κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να διατηρηθούν οι μισθολογικές διαφορές σε σχέση με τον κατώτατο μισθό ως κίνητρο παραγωγικότητας. Παράλληλα, οι εργοδότες σε δυναμικούς κλάδους της οικονομίας χρειάζεται να πληρώσουν υψηλότερους μισθούς για να προσελκύσουν εργαζομένους.
Τρία επίπεδα
Επιδράσεις διάχυσης της αύξησης μπορούν να υπάρξουν σε τρία επίπεδα, όπως επισημαίνει και η Τράπεζα της Ελλάδος στο πόρισμα που κατέθεσε στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό.
1. Μια αύξηση του κατώτατου μισθού αυξάνει τη σχετική τιμή της μη εξειδικευμένης εργασίας. Αυτό πιθανόν να ωθήσει σε αυξημένη ζήτηση για κάποιους τύπους εξειδικευμένου προσωπικού, το οποίο μπορεί να υποκαταστήσει τη μη εξειδικευμένη εργασία, αυξάνοντας έτσι τους μισθούς για εργαζομένους που αμείβονται με μισθό μεγαλύτερο του κατώτατου.
2. Μπορεί να αυξήσει τους μισθούς εργαζομένων που βρίσκονται σε υψηλότερα μισθολογικά επίπεδα προκειμένου να διατηρηθούν οι μισθολογικές διαφορές σε σχέση με τον κατώτατο μισθό ως κίνητρο παραγωγικότητας.
3. Η αύξηση του κατώτατου μπορεί να αυξήσει τον μισθό επιφύλαξης (reservation wage) σε ορισμένους κλάδους για άτομα που αναζητούν εργασία, έτσι ώστε οι εργοδότες σε αυτούς του κλάδους να χρειάζεται να πληρώσουν υψηλότερους μισθούς για να προσελκύσουν εργαζομένους.
Μάλιστα η ΤτΕ καταλήγει στο συμπέρασμα πως μια αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 1% οδηγεί σε αύξηση του μέσου μισθού πλήρους απασχόλησης στις επιχειρήσεις κατά 0,44%.
Απασχόληση
Την ίδια ώρα, στα 1.227,24 ευρώ ανέρχεται ο μέσος (μεικτός) μισθός πλήρους απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα τον Φεβρουάριο, με τους άντρες να κρατούν τα «ηνία» των υψηλών αμοιβών. Ωστόσο, ένας στους τρεις υπαλλήλους λαμβάνουν μισθό που ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 451,2 ευρώ, χαμηλότερο δηλαδή και από τον κατώτατο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία απασχόλησης του ΕΦΚΑ για τον μήνα Φεβρουάριο, το 35,9% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα λαμβάνει καθαρό μηνιαίο μισθό 392,54 ευρώ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ προκύπτουν και τα εξής στοιχεία:
– Το σύνολο των ασφαλισμένων στον ιδιωτικό τομέα ανέρχεται σε 2.223.666 μισθωτούς
– 1.486.767 είναι το σύνολο των ασφαλισμένων με πλήρη απασχόληση (65,3%)
– 773.685 είναι το σύνολο των ασφαλισμένων με μερική απασχόληση (34,7%)
– Ο μέσος μισθός πλήρους απασχόλησης διαμορφώνεται στα 1.227,24 ευρώ (μεικτά)
– Ο μέσος μισθός μερικής απασχόλησης διαμορφώνεται στα 451,20 ευρώ (μεικτά)