Με ώθηση από τον τουρισμό
Στο 5,5% εκτιμά την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ το 2022 η Capital Economics, παρά τα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η ελληνική οικονομία, εν μέσω του δυσμενούς διεθνούς περιβάλλοντος, σημειώνοντας σε έκθεσή της πως η χώρα μας έχει ανακάμψει πλήρως από τις πληγές που προκάλεσε η κρίση της πανδημίας και αναφέρει πως η Ελλάδα τα πήγε πολύ καλύτερα από ό,τι οι εταίροι της.
Η Capital Economics τονίζει πως τα έσοδα από τον τουρισμό θα δώσουν ώθηση στο ελληνικό ΑΕΠ και συγχρόνως πως η χώρα είναι λιγότερο εκτεθειμένη στους κινδύνους από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
“Την περασμένη εβδομάδα ανακοινώθηκε ότι το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% το α’ τρίμηνο (σε τριμηνιαία βάση), φέρνοντάς το στο 3% πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα του. Αυτή είναι η ισχυρότερη ανάκαμψη από ό,τι σε άλλες χώρες του Νότου της Ευρωζώνης και σε όλες τις μεγάλες βασικές οικονομίες εκτός από την Ολλανδία.
Όπως επισημαίνει ο οίκος οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης είναι αρκετά θετικές για την Ελλάδα, αποδίδοντας το κυρίως στην ισχυρή τουριστική περίοδο.
Όπως σημειώνεται, η πείρα του προηγούμενου έτους δείχνει ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο και πιθανότατα θα ξεπεράσουν τα επίπεδά τους του 2019 τους επόμενους μήνες.
Δεύτερον, ο μεταποιητικός τομέας, αν και περιορισμένος, τα πηγαίνει επίσης αρκετά καλά. Η παραγωγή ήταν κατά 10% πάνω από το επίπεδο προ πανδημίας τον Μάρτιο του 2022 και ο δείκτης μεταποίησης PMI υποδηλώνει ότι, αν και η ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί, η παραγωγή εξακολουθεί να επεκτείνεται.
Ο ευρύτερος δείκτης οικονομικού κλίματος υποδηλώνει επίσης ότι η ανάπτυξη δεν έχει επιβραδυνθεί σημαντικά. Οι εξαγωγές της Ελλάδας στη Ρωσία αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1% της οικονομίας της, επομένως το άμεσο πλήγμα από το μειωμένο εμπόριο θα είναι μικρό.
Τρίτον, η απασχόληση αυξήθηκε πολύ γρήγορα, με διψήφιο ρυθμό σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο. Καθώς φαίνεται να υπάρχει ακόμη κάποια πλεονάζουσα ικανότητα στην αγορά εργασίας, η απασχόληση θα συνεχίσει να αυξάνεται για κάποιο χρονικό διάστημα.
Στα πιο σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία συγκαταλέγεται ο πληθωρισμός, που τον Μάιο έπιασε το 10,7%, λόγω των ανατιμήσεων στην ενέργεια άνω του 60%. Όπως αναφέρει η Capital Economics, ο πληθωρισμός θα συμπιέσει τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών και θα μειώσει την κατανάλωση. Το χτύπημα στα πραγματικά εισοδήματα θα περιοριστεί από την αύξηση κατά 9% του κατώτατου μισθού.
Επιπλέον, η έκθεση τονίζει πως αν και το μεγάλο δημόσιο χρέος της Ελλάδας σκιάζει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές, οι κίνδυνοι είναι αρκετά χαμηλοί για τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια. Ο λόγος χρέους μειώθηκε από 206% το 2020 σε 193% πέρυσι και πρόκειται να μειωθεί περαιτέρω λόγω της ταχείας αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και του βελτιωμένου πρωτογενούς δημοσιονομικού ισοζυγίου.
Το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους είναι επίσης λιγότερο ευάλωτο στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων σε σύγκριση με άλλες χώρες.
Το spread στα ελληνικά ομόλογα αυξήθηκε καθώς η ΕΚΤ κατήργησε το PEPP, ωστόσο, με την αξιολόγηση BB+ από τη Standard and Poor’s, η Ελλάδα είναι πιθανό να λάβει επενδυτική βαθμίδα εντός περίπου δώδεκα μηνών, γεγονός που θα την καθιστούσε επιλέξιμη για συμπερίληψη στα βασικά προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ.
Σύμφωνα με την Capital Economics, οι προοπτικές για την οικονομία της Ελλάδας τα επόμενα δύο χρόνια είναι ευοίωνες. Η ανάπτυξη θα επηρεαστεί από την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά, δεδομένης της ισχυρής βάσης από το περασμένο έτος και το πρώτο τρίμηνο, το ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά 5,5% φέτος ενώ εκτιμάται μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους.