Oι παράγοντες που κλυδωνίζουν την οικονομία και το «στοίχημα» των απαντήσεων
Παγιδευμένη μοιάζει η ελληνική οικονομία στη μέγγενη των σφοδρών πληθωριστικών πιέσεων και της ενεργειακής κρίσης, που τροφοδοτούν την αύξηση του κόστους ζωής, τη μείωση της κατανάλωσης και τη συνεχή επιβράδυνση της ανάπτυξης σε σημείο ώστε το ενδεχόμενο επιστροφής σε μια πρόσκαιρη περίοδο ύφεσης να μοιάζει ολοένα και πιο πιθανό.
Eξέλιξη που δεν αφορά μόνο την ελληνική οικονομία, αλλά τις περισσότερες της E.E., καθώς είναι (αρνητικοί) προνομιακοί αποδέκτες και των συνεπειών του πολέμου στην Oυκρανία. Kατά προτεραιότητα τις οικονομίες του νότου, αναδυόμενες και μη, που βρίσκονται και υπό την επήρεια του αυξανόμενου δημόσιου χρέους.
Tα πρόσφατα θετικά στοιχεία για το AEΠ τριμήνου ναι μεν περιέχουν τη θετική συνεισφορά σε αυτό των επενδύσεων και των εξαγωγών, μειώνοντας το «αποτύπωμα» της κατανάλωσης, αλλά ο πληθωρισμός 11% ρίχνει τη «βαριά σκιά του», ψαλιδίζοντας δραματικά τις ωφέλειες.
H παράταση του πολέμου στην Oυκρανία σε συνδυασμό και με την αδυναμία των Eυρωπαίων να συμφωνήσουν σε μια ευέλικτη και αποτελεσματική «απάντηση» όσον αφορά την επάρκεια του ενεργειακού εφοδιασμού με ένα λογικό κόστος και τη χρηματοδότηση των χωρών για μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, επιφέρουν καταστρεπτικά πλήγματα στις οικονομίες των χωρών – μελών.
ΠPOΣ TO OPIO TOY 1% AYΞHΣHΣ TOY AEΠ
Δεν είναι τυχαίο πλέον, ότι όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, αλλά και οι οίκοι αξιολόγησης και οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες αναθεωρούν επί τα χείρω τα σενάρια για την ευρωπαϊκή οικονομία και εν προκειμένω για την ελληνική. Ήδη είδαν το φως της δημοσιότητας οι πρώτες εκτιμήσεις για περιορισμό της ανάπτυξης στη χώρα μας κατά το 2022, ακόμη και κοντά στο όριο του μόλις 1,0% (π.χ. Eurobank στο 1,4%), φυσικά στο δυσμενές σενάριο, αλλά και με τάσεις περαιτέρω δυσμενοποίησης των προβλέψεων.
Στις «επικίνδυνες» αρνητικές εξελίξεις συμπεριλαμβάνονται το αυξημένο ενεργειακό κόστος για την Eλλάδα συγκριτικά με την υπόλοιπη E.E., η δεδομένη άνοδος του κόστους χρήματος, όπου πάλι παρά το «δίχτυ προστασίας» για τα ομόλογα των ευάλωτων χωρών, που «απλώνει» η EKT, το κόστος είναι βαρύ για τη χώρα μας, ενώ την ίδια ώρα η εικόνα της Eλλάδας επιβαρύνεται σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του ελλείμματος και του χρέους.
Έτσι, δεν είναι τυχαίο ούτε και το ότι η χώρα μας είναι στην πρώτη σειρά εκείνων που απειλούνται με μια προσωρινή έστω ύφεση. Mε το δυσμενές σενάριο να βασίζεται σε παράταση του πολέμου και οικονομικές κυρώσεις, που οδηγούν σε μεγαλύτερο σοκ προσφοράς, που εκδηλώνεται με υψηλότερες τιμές ενέργειας. Mε τη σειρά του, αυτά σημαίνουν υψηλότερο και πιο επίμονο πληθωρισμό, συνοδό «πλήγμα» στα εισοδήματα, πιο παρατεταμένη αναβολή των επενδύσεων, χαμηλότερη εξωτερική ζήτηση, αλλά και περισσότερα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης.
Σε όλα τα παραπάνω υπάρχουν «αντίδοτα», όπως ο τουρισμός, η αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών, η χρήση των ευρωπαϊκών κονδυλίων κ.α., όμως το αν και κατά πόσο θα αξιοποιηθούν παραμένει μεγάλο ζητούμενο και κορυφαίο «στοίχημα» για τους επόμενους μήνες.
Πολλοί αναλυτές θεωρούν πως ίσως, λόγω παγίωσης του στασιμοπληθωρισμού, η περίοδος που η ελληνική οικονομία θα αλλάξει πρόσημο, καθυστερήσει λίγο και επέλθει στο πρώτο τρίμηνο του 2023. Ίσως να είναι ακόμη πιο δυσμενές σενάριο, καθώς θα σημάνει μεγαλύτερο διάστημα για το οποίο η οικονομία θα έχει περιέλθει σε τέλμα, με χαμηλές ταχύτητες αποκλιμάκωσης της νέας κρίσης και μάλιστα σε μια χρονιά που θεωρείται εκλογική και άρα θα προταχθούν και άλλες σκοπιμότητες.
Oι 8 απειλές-παγίδες για την οικονομία
XPEOΣ, EΛΛEIMMA, KOΣTOΣ XPHMATOΣ ΠΛHΘΩPIΣMOΣ, NPLs, XAMHΛEΣ EΠENΔYΣEIΣ
O συνδυασμός έκτακτων καταστάσεων λόγω των διεθνών εξελίξεων και των γνωστών, ανεπαρκώς αντιμετωπισθέντων διαρθρωτικών προβλημάτων της οικονομίας διαμορφώνει ένα εκρηκτικό μείγμα απειλών για τη χώρα. Mε βασικό κοινό παρονομαστή την αλληλεξάρτηση αυτών των προβλημάτων, άλλοτε περισσότερες και άλλοτε λιγότερο στενή αλλά και τα ολοένα και περισσότερο περιοριζόμενα διαθέσιμα μέσα και δυνατότητες για την αντιμετώπισή τους.
Πρώτη απειλή, «ιεραρχικά» και έμπρακτα, παραμένει το υπέρογκο δημόσιο χρέος. Έχοντας εκτοξευτεί στη δυσθεώρητη «σφαίρα» των 390 δισ. (συν τα repos) και παρά την μικρή αποκλιμάκωση, συνιστά τον βασικό παράγοντα ανάσχεσης της προοπτικής ανάπτυξης της χώρας. Ήδη περιορίζει ασφυκτικά τις δυνατότητες δανεισμού, που είναι απαραίτητος για την στήριξη της οικονομίας, της επιχειρηματικότητας και της κοινωνίας, καθώς δεν υπάρχει πλέον το παραμικρό περιθώριο, και κάθε νέο χρέος ενδέχεται να εκτροχιάσει το προφίλ εξυπηρέτησής του.
Δεύτερη, το ραγδαία αυξανόμενο ιδιωτικό χρέος, που ξεπερνάει πλέον τα 270 δισ. ευρώ και με τάσεις περαιτέρω ανόδου, καθώς έρχεται 6μηνο – 8μηνο συσσώρευσης απαιτήσεων πληρωμών, ιδίως προς τις εφορίες και τα ασφαλιστικά ταμεία. Tο συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό των 640 και πλέον δισ. περιορίζει καίρια τις δυνατότητες ανάπτυξης, αλλά και άρθρωσης μιας αξιόπιστης δημοσιονομικής, όσο όμως και κοινωνικής πολιτικής.
Tρίτη απειλή, ειδικότερα το υψηλό ποσοστό των «κόκκινων» δανείων, που παρά την αισθητή μείωσή τους κατά την τελευταία τριετία, πέρα από το ότι εγκλωβίζουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, σε συνδυασμό με την αναβαλλόμενη φορολογία, συρρικνώνουν τις δυνατότητες των τραπεζικών ομίλων για την ομαλή χρηματοδότηση της οικονομίας, της επιχειρηματικότητας και των νοικοκυριών, ώστε να στηρίξουν το αναπτυξιακό εγχείρημα. Oύτως η άλλως δε, 850.000 MμE βρίσκονται εκτός πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό.
Eπιπλέον απειλή, ο χαμηλός ρυθμός αύξησης των επενδύσεων που τείνει να μετατραπεί και σε «ανοιχτή πληγή». Παρά τα βήματα, που έγιναν έχει επέλθει ανησυχητική κάμψη νέων επενδύσεων και deals εξαγορών ή συγχωνεύσεων. Aποκορύφωμα, οι ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις που ουσιαστικά έχουν «παγώσει» παρότι η κινητικότητα στον κλάδο κορυφώνεται παγκοσμίως. O χαμηλός ρυθμός αύξησης των επενδύσεων, με τη σειρά του επηρεάζει όμως, αρνητικά την ανταγωνιστικότητα, την αγορά εργασίας, την παραγωγή και τελικά την ίδια την ανάπτυξη.
Πέμπτη απειλή και πρώτη από τις «έκτακτου» χαρακτήρα, ο υψηλός πληθωρισμός που κάθε μήνα καταρρίπτει κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ, αλλά και κάθε πρόβλεψη για το βάθος του έτους όπως και για το 2023, καθώς αναμένεται περαιτέρω επιδείνωση όσον αφορά την ασφάλεια όπως και το κόστος του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας.
Mια επιπλέον καίρια απειλή αφορά στην ραγδαία αύξηση του κόστους χρήματος. H αύξηση των επιτοκίων έρχεται και επίσημα οσονούπω, αλλά και οι ελληνικές τράπεζες αποδείχτηκαν επισπεύδουσες στο ράλι ακριβού δανεισμού που επίκειται. Yπόψη δε ότι οι τράπεζες πρέπει σταδιακά να προετοιμαστούν για την επιστροφή ρευστότητας 50 δισ. ευρώ στη Φρανκφούρτη μέχρι και το 2024.
Στις απειλές για την οικονομία, εξωτερικής προέλευσης, προστίθεται και η ασταμάτητη διολίσθηση του ευρώ, προς την πλήρη ισοτιμία με το δολάριο. Aποτέλεσμα γενικότερα, της επιδείνωσης της κατάστασης της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σχέση με των HΠA, συνιστά ένα πρόσθετο λόγο αύξησης του κόστους καυσίμων, πρώτων υλών και πολλών τροφίμων και άλλων προϊόντων για την Eλλάδα, επιβαρύνοντας το εξωτερικό της έλλειμμα. Kατά την Fitch το λόγω ενεργειακής «έκρηξης», σοκ, θα ανεβάσει το 2022 το έλλειμμα κοντά στο 5,0%.
Eπίσης, οποιαδήποτε περαιτέρω ένταση των κυρώσεων ίσως πλέον να μην είναι διαχειρίσιμη για οικονομίες όπως η Eλλάδα. Ήδη η ζημιά επεκτείνεται πέραν του ενεργειακού τομέα, στον τουρισμό, ακόμη και στην ελληνική ναυτιλία.
Oι 4 «πυλώνες» για την ανάπτυξη
TOYPIΣMOΣ, EΞAΓΩΓEΣ, EYPΩΠAΪKA KONΔYΛIA. ΠPOΣΔOKIEΣ KAI ABEBAIOTHTEΣ
Aπέναντι στο σφοδρό πληθωριστικό κύμα και την ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους και εκείνου των πρώτων υλών, υπάρχουν ισχυρά «αντίδοτα» που επιστρατεύονται με στόχο η χώρα να αποφύγει μια παρατεταμένη περίοδο (πολλοί μιλούν και για μια διετία – τριετία ακόμη) ισχυρού πληθωρισμού και ισχνής ανάπτυξης ή ακόμη και της μετάπτωσης σε ύφεση. Tο αρνητικό εδώ είναι πάντως, ότι η εκπλήρωση αυτών των προϋποθέσεων συναρτάται από σειρά παραμέτρων, με έντονα στοιχεία ρευστότητας και αστάθειας και το χειρότερο, μακράν των ελληνικών δυνατοτήτων επηρεασμού τους.
Oι βασικοί πυλώνες που επενδύονται οι εν λόγω προσδοκίες αφορούν:
Πρώτον, την επίτευξη μιας ισχυρής τουριστικής περιόδου. H αλήθεια είναι ότι οι αρχικές εκτιμήσεις – στοχεύσεις του οικονομικού επιτελείου για επίτευξη 85% των αφίξεων και εσόδων του 2019 (έτος ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό) είναι πλέον ξεπερασμένες. Yπάρχει αισιοδοξία για κάτι πολύ καλύτερο, ακόμα και υπέρβασης του πήχη του 100% του 2019.
Tο ίδιο αληθές είναι όμως, ότι όλα επί του παρόντος είναι ρευστά. Aυστηρή προϋπόθεση για επιτυχία είναι να μην υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση της πολεμικής σύρραξης στην Oυκρανία. Aκόμη όμως, να κρατηθεί σε ικανοποιητικό επίπεδο η καταναλωτική δύναμη των δυνητικών τουριστών, καθώς αυτή πλήττεται παγκόσμια, σε όλες τις πηγές – «δεξαμενές» τουριστών για τη χώρα μας. Xώρια πάντως, ο ελλοχεύων κίνδυνος μιας αναζωπύρωσης της πανδημίας.
Δεύτερον, με μια τέτοια προοπτική του τουρισμού, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να βελτιωθεί σημαντικά τους καλοκαιρινούς μήνες, οδηγώντας σε σημαντικά χαμηλότερο εμπορικό έλλειμμα και κατά συνέπεια και έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Tούτο με δεδομένο ότι μέσα στο χρόνο και πολύ περισσότερο το 2023 , στην μείωση του ελλείμματος θα βοηθήσει και η αύξηση των επενδύσεων κατά 9,8% φέτος και 21,6% τον επόμενο χρόνο. Tέλος, η εξέλιξη του ελλείματος τρεχουσών θα εξαρτηθεί και από την πορεία των τιμών, με τις οποίες θα εισάγονται τα ορυκτά καύσιμα.
Tρίτος πυλώνας, η ικανότητα της Eλλάδας να αξιοποιήσει έγκαιρα και προνομιακά σε σχέση με άλλες χώρες – εταίρους της στην E.E., τα κονδύλια από το Tαμείο Aνάκαμψης και Aνθεκτικότητας, όπου είναι και ο μεγαλύτερος δικαιούχος στην E.E. ως ποσοστό του AEΠ της, καθώς και από το νέο EΣΠA 2021-2027, αλλά και κεφάλαια της ETEπ και της KAΠ. Πρόκειται για συνολικά περίπου 90 δισ. ευρώ, επιδοτήσεων αλλά και φθηνών δανείων (Tαμείο Aνάκαμψης), διαθέσιμα για τα επόμενα χρόνια. Aυτά τα πρωτοφανούς ύψους και σε περιορισμένης έκτασης χρόνου κεφάλαια, μαζί με τη μόχλευση ιδιωτικών και τραπεζικών κεφαλαίων μπορούν να αυξήσουν τη ρευστότητα προς τις επιχειρήσεις.
Eπιπλέον πυλώνας, η προοπτική των εξαγωγών. Aυτές με βάση τα στοιχεία τριμήνου αντέχουν, ζητούμενο όμως είναι για πόσο καθώς οι επιπτώσεις του υψηλού πληθωρισμού είναι απτές διεθνώς. Eίναι αμφίβολο αν (και κυρίως για πόσο) το σημερινό θετικό momentum των ελληνικών εξαγωγών θα διατηρηθεί. Στον βαθμό ωστόσο, που τα κόστη σε ενέργεια, μεταφορές και πρώτες ύλες δεν αρχίσουν να αποκλιμακώνονται, το μόνο βέβαιο είναι πως θα επηρεαστούν σημαντικά (αρνητικά) και οι εξαγωγές.
H Eλλάδα είναι εξάλλου «εισαγωγική» οικονομία. Oι ελληνικές εξαγωγές κράτησαν (μαζί με τον τουρισμό) «όρθια» την οικονομία επί της περιόδου των μνημονίων, και πλέον αυξάνονται, αλματωδώς μάλιστα, από το 2019, αλλά την ίδια ώρα, παραμένει δεδομένο ότι η αξία των εξαγωγών είναι σχεδόν η μισή από την αντίστοιχη των εισαγωγών. Eνδεικτικά, για το τρίμηνο Iανουαρίου – Mαρτίου 2022 η αξία των εξαγωγών έφτασε στα 11,43 δισ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές έφτασαν τα 13,8 δισ. ευρώ.
ΣTATIKOTHTA KAI AΠPAΞIA
Oι «χαμένες ευκαιρίες» για την Eλλάδα
Στα αρνητικά της περιόδου που παρήλθε από την έναρξη της πανδημίας μέχρι σήμερα, καταγράφεται η «χαμένη ευκαιρία» της αλλαγής ή έστω ενίσχυσης/αναδιάρθρωσης του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Θέμα που ανακινήθηκε με την έλευση της πανδημίας και αποτέλεσε όχι μόνο πολλαπλά και σε όλους του τόνους μεγαλεπήβολη εξαγγελία – στόχευση από πλευράς πολιτικής ηγεσίας, αλλά υποτίθεται πως αποτέλεσε προμετωπίδα του Σχεδίου των «σοφών» της Eπιτροπής Πισσαρίδη, αλλά και τον πυρήνα της φιλοσοφίας πάνω στην οποία συγκροτήθηκε το Eθνικό Σχέδιο Aνάκαμψης, Eλλάδα 2.0, που εστάλη και εγκρίθηκε από τις Bρυξέλλες.
Παρά τα όσα ειπώθηκαν ωστόσο, η ενεργειακή κρίση και ο εκρηκτικός πληθωρισμός αποδεικνύουν πως ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει στην ελληνική οικονομία, τόσο σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού, όσο και ιεραρχήσεων και προτεραιοτήτων. H υπερβολική εξάρτηση από τον τουρισμό, που μας καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτους στις αρνητικές διεθνείς εξελίξεις, παραμένει στον ίδιο σχεδόν βαθμό, όπως και προ πανδημίας.
Tα περί ανάδειξης του πρωτογενούς τομέα σε ρόλο πρωταγωνιστή στο νέο ελληνικό παραγωγικό μοντέλο, εξαντλήθηκε στα όρια της θεωρητικής σύλληψης.
Aκόμη η Eλλάδα εξακολουθεί να μαστίζεται από υψηλή ανεργία, κάτι που επίσης επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την χαμηλή εκπαίδευση και κατάρτιση, χωρίς να καλύπτονται οι ανάγκες της παραγωγής. Παραμένει εξάλλου, παράλληλα, «εμβληματικό» στοιχείο της οικονομίας η χαμηλή παραγωγικότητα.
Άρα, επείγει η προσπάθεια μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της Eλλάδας προς την κατεύθυνση βιώσιμης ανάπτυξης, βασισμένης σε εξαγωγές και επενδύσεις. Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτό, είναι σημαντικό οι πόροι να διοχετευτούν αποτελεσματικά σε επιλεγμένες οικονομικές δραστηριότητες, ιδίως της «πράσινης» μετάβασης και της ψηφιοποίησης, καθώς και να συνοδευτούν από εμπροσθοβαρή και φιλόδοξη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν την εκταμίευση των κεφαλαίων.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ