Μια πιθανή απαγόρευση των ρωσικών προμηθειών από το Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου (LME) θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό γεγονός για τη βιομηχανία μετάλλων, αποκόπτοντας ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου από την κύρια παγκόσμια αγορά, αναφέρει το πρακτορείο Bloomberg.
Το χρηματιστήριο δεν έχει ακόμη λάβει κάποια απόφαση, αλλά την Πέμπτη ξεκίνησε μια επίσημη διαδικασία συζήτησης διάρκειας τριών εβδομάδων σχετικά με το ενδεχόμενο απαγόρευσης ρωσικών μετάλλων, ενδεχομένως ήδη από τον επόμενο μήνα.
Στην πράξη, μια απαγόρευση θα σήμαινε απλώς ότι τα μέταλλα από τη Ρωσία -η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 9% της παγκόσμιας παραγωγής νικελίου, το 5% του αλουμινίου και το 4% του χαλκού- δεν θα μπορούσε πλέον να παραδοθούν σε καμία αποθήκη ανά τον κόσμο στο δίκτυο του LME.
Η συντριπτική πλειονότητα του παγκόσμιου μετάλλου πωλείται από τους παραγωγούς στους εμπόρους και τους καταναλωτές χωρίς να δει ποτέ το εσωτερικό μιας αποθήκης του LME. Και οι μεγάλοι παραγωγοί, συμπεριλαμβανομένων των κορυφαίων ρωσικών ομίλων United Co. Rusal International PJSC και MMC Norilsk Nickel PJSC, σχεδόν ποτέ δεν πωλούν το μέταλλό τους απευθείας στο LME. Αλλά το χρηματιστήριο παίζει παρ’ όλα αυτά αρκετούς ζωτικούς ρόλους.
Πρώτον, αποτελεί ένα έσχατο καταφύγιο για τη βιομηχανία φυσικών μετάλλων: τα αποθέματα μετάλλων στο παγκόσμιο δίκτυο αποθηκών της LME μπορούν να αντληθούν σε στιγμές έλλειψης, και σε περιόδους πληθωρισμού τα πλεονάζοντα αποθέματα μπορούν να παραδοθούν στο LME.
Τους τελευταίους μήνες, οι traders έχουν προετοιμαστεί για μια υπεραφθονία, ιδίως στο αλουμίνιο, εν μέσω ανησυχιών για την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας. Καθώς ορισμένοι αγοραστές αποφεύγουν τα ρωσικά μέταλλα, οι έμποροι ανέμεναν ότι το αλουμίνιο από τη Rusal θα ήταν μεταξύ των πρώτων που θα παραδίδονταν στο LME, με ορισμένους να αναμένουν εισροές εκατοντάδων χιλιάδων τόνων. Η Rusal έχει αρνηθεί ότι σχεδιάζει να παραδώσει “μεγάλες ποσότητες” στο LME. Εάν απαγορεύσει τις νέες παραδόσεις ρωσικού αλουμινίου, αυτό θα αφαιρέσει το πιθανό πλεόνασμα αποθεμάτων.
Βέβαια, το LME εξετάζει αυτό το δραστικό βήμα επειδή ανησυχεί για ένα εξίσου ανατρεπτικό ενδεχόμενο αν δεν λάβει μέτρα: ότι τα ρωσικά μέταλλα που πολλοί καταναλωτές αρνούνται να αγγίξουν θα το κατακλύσουν και θα προκαλέσει την παύση της χρησιμότητας των τιμών του ως παγκόσμιου σημείου αναφοράς.
Στην πραγματικότητα, ένας από τους λόγους για τους οποίους εξετάζει το ενδεχόμενο να προχωρήσει γρήγορα σε μια ενδεχόμενη απαγόρευση είναι ότι μια τέτοια απόφαση θα μπορούσε να προκαλέσει μια βιασύνη από τους κατόχους ρωσικών μετάλλων να το παραδώσουν στο Χρηματιστήριο πριν τεθούν σε ισχύ οι περιορισμοί.
Οποιαδήποτε κίνηση του LME θα είχε επίσης επιπτώσεις πέραν των ροών στις αποθήκες. Για παράδειγμα, ορισμένα συμβόλαια μεταξύ παραγωγών, traders και καταναλωτών ορίζουν ότι το μέταλλο πρέπει να είναι “παραδοτέο από το LME” (LME deliverable), πράγμα που σημαίνει ότι μια απαγόρευση από το LME θα μπορούσε να οδηγήσει σε αθέτηση των συμβολαίων.
Οι τράπεζες συχνά επιμένουν ότι τα μέταλλα που χρηματοδοτούν θα πρέπει να είναι “LME deliverable”, επειδή θέλουν να είναι σίγουρες ότι, σε περίπτωση οποιουδήποτε προβλήματος, θα μπορούσε να πωληθεί εύκολα στο χρηματιστήριο.
Ως αποτέλεσμα, οποιαδήποτε κίνηση από το LME θα μπορούσε να δημιουργήσει πονοκεφάλους για τη Rusal και τη Nornickel, καθώς και για τους μεγαλύτερους πελάτες τους. Η Glencore Plc ειδικότερα έχει ένα τεράστιο πολυετές συμβόλαιο για την αγορά αλουμινίου από τη Rusal.
Αυτό σημαίνει ότι μια απαγόρευση από το LME θα μπορούσε να οδηγήσει τις ρωσικές εταιρείες να αναγκαστούν να αποδεχθούν χαμηλότερες τιμές.
Η Nornickel ζυγίζει ήδη επιλογές για την ανακατεύθυνση ορισμένων πωλήσεων προς τα ανατολικά, εάν οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν της επέτρεπαν να διατηρήσει την τρέχουσα δομή των πωλήσεών της, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Βλαντίμιρ σε πλαιότερη συνέντευξή του στην τηλεόραση RBC.