Οι μηχανισμοί διευκόλυνσης της καινοτομίας βοηθούν στην ανάπτυξη των αναγκαίων δυνατοτήτων σημείωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος
Η εξέλιξη της ψηφιακής χρηματοδότησης είναι συνεχής και ραγδαία και η παρακολούθηση της ενέχει τέσσερις προκλήσεις, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Μιλώντας στο 7ο Ετήσιο Συνέδριο Κεντρικών Τραπεζών Μεσογειακών Χωρών που διεξάγεται στην Κωνσταντινούπολη.
Οι προκλήσεις αυτές αφορούν: Πρώτον, την κατανόηση των βασικών αρχών της ψηφιακής χρηματοδότησης. Προκειμένου οι Κεντρικές Τράπεζες να διαμορφώσουν την πολιτική τους και να εκπληρώσουν τις εποπτικές και ρυθμιστικές μας αρμοδιότητες, πρέπει να κατανοήσουν πλήρως και σε βάθος την ψηφιακή χρηματοδότηση και πώς αυτή επηρεάζει τα επιχειρηματικά μοντέλα και τα προφίλ κινδύνου.
Αυτό απαιτεί γνώση, εμπειρία και ταλέντο. Οι μηχανισμοί διευκόλυνσης της καινοτομίας, όπως οι κόμβοι καινοτομίας και τα προστατευμένα κανονιστικά περιβάλλοντα (regulatory sandboxes), βοηθούν στην ανάπτυξη των αναγκαίων δυνατοτήτων. Είναι σημαντικό υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ να προωθηθεί η συνεργασία μεταξύ αυτών των μηχανισμών προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Μηχανισμών Διευκόλυνσης της Καινοτομίας (European Forum for Innovation Facilitators – EFIF) και το Παγκόσμιο Δίκτυο Χρηματοοικονομικής Καινοτομίας (Global Financial Innovation Network – GFIN), τα οποία συμβάλλουν στην αμοιβαία πληροφόρηση σχετικά με τη ρυθμιστική αντιμετώπιση των καινοτομιών ψηφιακής χρηματοδότησης και έχουν δημιουργήσει πλαίσια για την πραγματοποίηση διασυνοριακών δοκιμών των συναφών υπηρεσιών.
Δεύτερον, πρέπει να καλύψουμε τα ρυθμιστικά κενά. Τα κρυπτοστοιχεία και η αποκεντρωμένη χρηματοδότηση, η τεχνητή νοημοσύνη, καθώς και οι κυβερνοαπειλές, έχουν αναδείξει τους περιορισμούς του υπάρχοντος ρυθμιστικού πλαισίου.
Σε ορισμένες περιπτώσεις η νομοθεσία είναι κατακερματισμένη. Σε άλλες περιπτώσεις πρόκειται κυριολεκτικά για ρυθμιστικά κενά. Για παράδειγμα, τα σταθερά κρυπτονομίσματα, τα οποία θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην οικονομία στο μέλλον, είναι δυνατόν να αποδειχθούν κάθε άλλο παρά «σταθερά», εφόσον δεν υπάρξει κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση. Για να ξεπεράσουμε τις παραπάνω προκλήσεις, πρέπει να προσαρμόσουμε την εποπτική και ρυθμιστική μας προσέγγιση. Οι πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την πρόταση Κανονισμού για την Ψηφιακή Επιχειρησιακή Ανθεκτικότητα του Χρηματοοικονομικού Τομέα (DORA) και Κανονισμού για τις Αγορές Κρυπτοστοιχείων (MICA) είναι αντιπροσωπευτικά παραδείγματα μεταρρύθμισης του θεσμικού πλαισίου με στόχο την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος. Παρόμοιες πρωτοβουλίες έχουν αναληφθεί και σε άλλες επικράτειες. Η εποπτεία των διασυνοριακών οντοτήτων θα απαιτήσει ενισχυμένη παρακολούθηση και συνεργασία σε διεθνές επίπεδο. Η διάθεση πόρων σε αυτή την προσπάθεια είναι ζωτικής σημασίας.
Τρίτον, πρέπει να αμβλυνθούν τα εμπόδια στην ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών αγορών.. Η διευκόλυνση της δημιουργίας οικοσυστημάτων FinTech σε εθνικό και διεθνές επίπεδο είναι καίριας σημασίας. Κάποιες αρχές επιδιώκουν ήδη αυτόν τον στόχο, ιδίως στην Ασία. Αυτό θα δημιουργήσει αποτελέσματα δικτύου και θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις και τις επιτυχημένες συνεργασίες. Η άρση των εμποδίων στις διασυνοριακές πληρωμές, όπως τονίστηκε από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB), η προώθηση στοχευμένων δράσεων από πλευράς εθνικών κυβερνήσεων και η προώθηση της μετάβασης σε «πράσινες» ψηφιακές υπηρεσίες θα συμβάλουν αποφασιστικά στην αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης.
Τέλος, πρέπει να αυξηθεί το τεχνολογικό αποτύπωμα των Κεντρικών τραπεζών και να ενισχυθούν οι υποδομές τους . Τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικής τράπεζας (CBDC) δυνητικά θα επιτρέψουν την πραγματοποίηση ασφαλών πληρωμών χονδρικής και λιανικής, επηρεάζοντας έτσι τους πολίτες εντός και εκτός συνόρων.. Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε σε πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), οι γέφυρες ρευστότητας για διασυνοριακές πληρωμές μεταξύ των κεντρικών τραπεζών μπορούν να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του παγκόσμιου αποθέματος ρευστότητας των τραπεζικών ομίλων που δραστηριοποιούνται σε διάφορα νομίσματα και να μειώσουν το κόστος που σχετίζεται με τη διατήρηση αποθεμάτων ρευστότητας σε πολλαπλά νομίσματα.
Η αναβάθμιση των υποδομών της αγοράς τις οποίες διαχειρίζονται οι κεντρικές τράπεζες, ενδεχομένως με τη μορφή διαλειτουργικότητας με λύσεις κατανεμημένου καθολικού, μπορεί επίσης να ενισχύσει την υιοθέτηση της ψηφιακής χρηματοδότησης σε ρυθμιζόμενες υπηρεσίες κρυπτοστοιχείων. Η υιοθέτηση εποπτικής τεχνολογίας (SupTech) θα μας βοηθήσει να εκσυγχρονίσουμε την αλληλεπίδρασή μας με τις εποπτευόμενες οντότητες και να αλλάξουμε ριζικά τις δυνατότητες ελέγχου, επιτόπιου ή μη.