Στις βασικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία το 2023 αναφέρθηκε ο πρόεδρος της Lyktos Group Μιχάλης Σάλλας μιλώντας στο Fortune Greece CEO Initiative, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν ορατές προϋποθέσεις να είμαστε σε καλύτερη θέση από άλλες χώρες, παρά τις σημαντικές προκλήσεις.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας σε αυτή τη φάση δεν είναι άλλο από την περίπτωση πολιτικής αβεβαιότητας που θα οδηγήσει σε αναστολή της επενδυτικής δραστηριότητας. Παρατεταμένη μάλιστα πολιτική αβεβαιότητα μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο σε επιβράδυνση της οικονομίας αλλά και σε σημαντική πτώση στις αξίες περιουσιακών στοιχείων. Ο δεύτερος μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο πληθωρισμός, αλλά η εκτίμησή μου είναι πως αυτός θα υποχωρήσει. Σημαντικός κίνδυνος είναι εξωγενής, αφορά τις ευρωπαϊκές αποφάσεις και πολιτικές και θα επαναλάβω ως κίνδυνο ότι οι καθυστερήσεις και η ολιγωρία των Ευρωπαϊκών οργάνων μπορεί να οδηγήσει σε κρίση το σύστημα, ανέφερε ο κ. Σάλλας.
Ερωτηθείς για την άνοδο των τιμών και τελικά ποιοι ευνοούνται και ποιοι πλήττονται περισσότερο ο κ. Σάλλας ανέφερε ότι η άνοδος των τιμών βραχυπρόθεσμα ευνοεί το κράτος αφού οι αυξημένες τιμές δημιουργούν σημαντικές εισροές ΦΠΑ στα ταμεία του. Βεβαίως, σημαντικό κομμάτι αυτών των αυξημένων εσόδων, το κράτος τα χρησιμοποιεί για κοινωνική πολιτική που σε άλλη περίπτωση θα δυσκολευόταν να εφαρμόσει απέναντι σε αυτούς που πλήττονται περισσότερο. Επιπλέον, η χώρα μας με ρυθμισμένο για μακρά περίοδο το δημόσιο χρέος σε χαμηλά επιτόκια, ουσιαστικά ο πληθωρισμός μειώνει το ύψος του χρέους ως προς το Εθνικό Προϊόν, πρόσθεσε. Επίσης ευνοούνται κάποια ολιγοπώλια που μπορούν και μετακυλήσουν χωρίς πρόβλημα τα αυξημένα κόστη προς τους εμπόρους και τους καταναλωτές επιβαρύνοντας το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως μεγέθους, οι οποίες δεν έχουν τρόπο να αντιδράσουν.
Κληθείς να σχολιάσει την πολιτική της ΕΚΤ απέναντι στο θέμα ανέφερε: H πολιτική Τρισέ, εφαρμόζοντας ουσιαστικά περιοριστική νομισματική πολιτική, καθ’ υπόδειξη των μεγάλων χωρών, οδήγησε σε κρίση τις μικρότερες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, με στόχο τη συγκράτηση της δημοσιονομικής χαλάρωσης. Η πολιτική της ΕΚΤ με εξαίρεση την περίοδο Ντράγκι απέχει από το να έχει αντιληφθεί τα σύγχρονα προβλήματα των ευρωπαϊκών οικονομιών. Σήμερα η ΕΚΤ ακολουθεί την πολιτική της FED, μόνον που οι ΗΠΑ δεν έχουν ανεργία. Στις ΗΠΑ ουσιαστικά υπάρχει πλήρης απασχόληση, επομένως μια άνοδος των επιτοκίων αποθερμαίνει ελαφρώς την κατανάλωση, χωρίς να δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα στους παραγωγικούς τομείς, λόγω των πολλών εναλλακτικών τρόπων που υπάρχουν εκεί, για την άντληση κεφαλαίων από τις επιχειρήσεις. Η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα πρέπει να σταματήσει είπε ο κ.Σάλλας.
Ερωτηθείς για τις εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι αρχικοί χειρισμοί της κρίσης από την Ευρώπη ήταν άτολμοι, με αποτέλεσμα να ενταθεί το φαινόμενο. Στη συνέχεια τα κίνητρα περιορισμού της κατανάλωσης ενέργειας σε πολλές χώρες, οδήγησαν στην πτώση του σχετικού δείκτη ενέργειας αλλά και του πληθωρισμού. Στη χώρα μας ο δείκτης που αφορά στην ενέργεια υποχώρησε από 55% στο 20%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υποχώρηση του πληθωρισμού κάτω του 10% τον Οκτώβριο από 12%. Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός παραμένει σε υψηλό επίπεδο γεννώντας ανησυχίες. Η μεγάλη καθυστέρηση ανάπτυξης των κατάλληλων πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και οι αποφάσεις της ΕΚΤ να αυξήσει απότομα και υπερβολικά τα βασικά επιτόκια, επιβαρύνουν το παραγωγικό κόστος και εν τέλει μπορεί να λειτουργήσουν αντίθετα του επιθυμητού αποτελέσματος.
Ερωτηθείς εάν η κρίση γεννάει νέες επενδυτικές ευκαιρίες τόνισε ότι δεν υπάρχει τομέας της οικονομικής δραστηριότητας που να μην μπορεί κάποιος να εντοπίσει ευκαιρίες. Στην Ελλάδα σε πρώτο πλάνο βρίσκεται ο τουρισμός και η αναβάθμισή των υπηρεσιών του, αλλά ευκαιρίες υπάρχουν και στον ενεργειακό χώρο, στην ανάπτυξη ακινήτων και κυρίως στον αγροτοδιατροφικό τομέα που στη χώρα μας λόγω γεωγραφίας και εύκρατου κλίματος υπάρχουν σημαντικά πλεονεκτήματα.