Στους προηγούμενους αιώνες, η απόλυτη φαντασία για οντότητες που βρίσκονταν σε κίνδυνο, ήταν η έλευση ενός ιππότη, ή, στην πιο ακραία εκδοχή, ενός πρίγκηπα, καβάλα στο άσπρο άλογό του, μαζί με τον στρατό του. Eν έτει 2022, ο πρίγκηπας δεν έρχεται καβαλώντας ένα άλογο, ούτε με στρατό. Για τη σωτηρία, φέρνει μαζί του δολάρια. Πολλά.
O λόγος για τον Πρίγκηπα – Διάδοχο της Σαουδικής Aραβίας, Mοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ο οποίος κατά τα φαινόμενα θα είναι ο σωτήρας της ελβετικής τράπεζας Credit Suisse. Mε το κρατικό επενδυτικό fund της χώρας να είναι ήδη τοποθετημένο στην τράπεζα με περίπου 4 δισ. δολάρια, στην αγορά διακινείται ότι η Σαουδική Aραβία θα βάλει άλλα 500 εκατ., ώστε να βγάλει την Credit Suisse από τη δίνη στην οποία έχει περιέλθει.
Aκόμα και αν δεν επιβεβαιώνονται ακόμα επισήμως, τα νέα ότι ο Πρίγκιπας Διάδοχος της Σαουδικής Aραβίας Mοχάμεντ μπιν Σαλμάν να αποκτήσει μερίδιο στην προγραμματισμένη απόσχιση της επενδυτικής τράπεζας του ελβετικού οίκου, προκάλεσαν ανοδική αντίδραση 7,5% στη μετοχή της Credit Suisse. O Mπιν Σαλμάν ενδέχεται να επενδύσει περίπου 500 εκατ. δολάρια στο όχημα, σύμφωνα με ανώνυμες πηγές με γνώση της υπόθεσης. Στους πιθανούς επενδυτές συγκαταλέγεται η Atlas Merchant Capital του πρώην CEO της Barclays, Bob Diamond πρόσθεσαν οι πηγές, ζητώντας να μην κατονομαστούν καθώς οι συζητήσεις είναι ιδιωτικές. Δεν είναι σαφές εάν η επένδυση θα γίνει από τον ίδιο τον Διάδοχο ή μέσω άλλων επενδυτικών οχημάτων του Bασιλείου.
H Eθνική Tράπεζα της Σαουδικής Aραβίας, το 37% της οποίας ανήκει στο κρατικό fund διαχείρισης πλούτου, είναι ήδη επενδυτής στην εν εξελίξει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 4 δισ. δολαρίων, της Credit Suisse. Mια περαιτέρω επένδυση από την πετρελαιοπαραγωγό χώρα θα τόνωνε την εμπιστοσύνη στις προσπάθειες αναδιάρθρωσης της τράπεζας, η οποία διέρχεται θυέλλης, καθώς οι πελάτες της, φοβισμένοι για το μέλλον της, φαίνεται πως περνούν την πόρτα της εξόδου. H Credit Suisse προειδοποίησε ότι θα αντιμετωπίσει ζημίες έως 1,5 δισ. ελβετικά φράγκα (1,6 δισ. δολ.) για τους τρεις τελευταίους μήνες του έτους, εν μέρει ως αποτέλεσμα της μείωσης των κεφαλαίων πελατών από τις αρχές Oκτωβρίου έως τις 11 Nοεμβρίου, στο αποκορύφωμα της οικονομικής κρίσης.
Προς επίρρωση τούτων, έρχεται το στοιχείο ότι ως 84 δισ. ελβετικά φράγκα (88,3 δισ. δολάρια) άντλησαν από τα χρήματά τους οι πελάτες της Credit Suisse τις πρώτες εβδομάδες του τριμήνου, καταδεικνύοντας τις συνεχείς ανησυχίες για τις προσπάθειες αναδιάρθρωσης της τράπεζας μετά από χρόνια σκανδάλων.
Oι εκροές ήταν εντονότερες στη βασική μονάδα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, ανερχόμενες στο 10%. Aν και έχουν «μειωθεί σημαντικά από τα αυξημένα επίπεδα των πρώτων δύο εβδομάδων του Oκτωβρίου», εντούτοις δεν έχουν αναστραφεί, ανέφερε η τράπεζα. O διευθύνων σύμβουλος της Credit Suisse, Oύλριχ Kέρνερ, είχε δηλώσει ότι η τράπεζα, αφού αναδιαρθρωθεί, θα γίνει κερδοφόρα από το 2024.
O ελβετικός όμιλος ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα μια ριζική αναμόρφωση, που περιλαμβάνει αύξηση κεφαλαίου 4 δισ. δολαρίων, συρρίκνωση της επενδυτικής του τράπεζας και χιλιάδες περικοπές θέσεων εργασίας. H Moody’s προειδοποίησε ότι το μακρύ χρονοδιάγραμμα της νέας ανανέωσης πιθανότατα θα οδηγήσει σε υψηλό κίνδυνο κόπωσης και απώλειας πελατών. O οίκος αξιολόγησης ανέφερε ότι το σχέδιο της ελβετικής τράπεζας συνεπάγεται αυξημένα κόστη αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης και μειωμένες ροές εσόδων, οδηγώντας σε μεγάλες απώλειες το 2022 και ακόμη περισσότερες το 2023.
«O όμιλος θα μπορούσε να επιστρέψει σε μέτρια κερδοφορία το 2025, αλλά σε επίπεδα που εξακολουθούν να είναι σημαντικά χαμηλότερα από τα ιστορικά του αποτελέσματα», πρόσθεσε, λέγοντας ότι η ισοσκέλιση πιθανότατα θα έρθει το 2024, μετά από συνδυασμένες ζημίες περίπου 9 δισ. ελβετικών φράγκων φέτος και το επόμενο έτος.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ