Την προσήλωση στη μεταρρυθμιστική ατζέντα σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ και μετά τις εκλογές θέτει ως προϋπόθεση η Scope Ratings ώστε η Ελλάδα να παραμείνει στον δρόμο για την επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα.
Όπως σημειώνει στην ετήσια έκθεσή της, αν συμβεί αυτό η χώρα μας θα έχει την υποστήριξη από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς με την υπόθεση ωστόσο ότι η ΕΕ θα συνεχίσει τη δημοσιονομική της πολιτική της εποχής της πανδημίας και για μελλοντικές κρίσεις, αν απαιτηθεί.
Έτσι, όπως τονίζει ο οίκος αξιολόγησης, η ΕΚΤ είναι πιθανό να στηρίξει τις ελληνικές αγορές στο μέλλον υπό δυσμενή σενάρια αγοράς.
Σχετικά με την ανάπτυξη της ελληνικής Οικονομίας αναφέρει ότι θεωρείται ότι θα επιβραδυνθεί 1,1% το επόμενο έτος ενώ θα καταγράψει ανάκαμψη 1,5% έως το 2024 και 1,4% για την περίοδο 2025-27.
Η πορεία αυτή έρχεται μετά από μια ισχυρή οικονομική ανάκαμψη από την άνοιξη του 2020 (αύξηση 8,3% το 2021 και περαιτέρω αύξηση 6% εκτιμάται για το 2022) σημειώνει η έκθεση.
Στο πεδίο του πληθωρισμού αναφέρει ότι ενώ παραμένει υψηλότερος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα – ενισχύοντας μια κρίση κόστους ζωής, “βλέπουμε τον πληθωρισμό από 9,5% σε ετήσια βάση το 2022 και σε ένα ακόμα υψηλό 5,8% το 2023”.
Τονίζει ότι οι προοπτικές για την Ελλάδα ενισχύονται από την πτώση του χρέους ενώ σημειώνει ότι η επιστροφή στα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα μέχρι το επόμενο έτος φαίνεται πιθανή.
Επί του παρόντος, η βασική ανάλυση βιωσιμότητας χρέους προβλέπει το χρέος προς το ΑΕΠ να φτάσει το 169,3% φέτος (σχεδόν αμετάβλητο από 172% στις προβλέψεις του Ιουλίου), 160% το 2023 (157%) και 147% έως το 2027 (148%).
Ωστόσο, η προοπτική αξιολόγησης της Ελλάδας για το επόμενο έτος περιορίζεται από διάφορους παράγοντες, όπως το αυξημένο κρατικό χρέος, οι αδυναμίες του τραπεζικού συστήματος αν και τα κόκκινα δάνεια έχουν μειωθεί, οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες καθώς και οι αβεβαιότητες γύρω στο 2023 με τις εκλογές και τις πολιτικές μετεκλογικά να αυξάνουν τον οικονομικό κίνδυνο.