Έρχεται νέο κύμα ακρίβειας
Οι αυξήσεις σε βασικά αγαθά θα έχουν περάσει στα ράφια των καταστημάτων τροφίμων μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου.
Με αμείωτη ένταση συνεχίζονται οι ανατιμήσεις σε δεκάδες βασικά αγαθά, όπως είναι τα τρόφιμα, οι οποίες έρχονται να προστεθούν σε αυτές που πραγματοποιούνται από τις αρχές του νέου έτους. Παρά τη μεγάλη μείωση στις τιμές τoυ φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος, οι ανατιμήσεις στα προϊόντα είναι σημαντικές, ξεπερνώντας σε πολλές περιπτώσεις το 10%. Η τιμή του φυσικού αερίου και της χονδρικής τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος στο ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας βρίσκεται σε επίπεδα πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον περασμένο Φεβρουάριο. Ουσιαστικά, με τις μειωμένες τιμές στο φυσικό αέριο, στο ηλεκτρικό ρεύμα αλλά και στο πετρέλαιο μπρεντ, φαίνεται ότι έχει αποκλιμακωθεί σε μεγάλο βαθμό η ενεργειακή κρίση που ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 2012. Πλέον οι καταναλωτές προβληματίζονται έντονα από το ερώτημα αν οι ανατιμήσεις των τελευταίων μηνών οφείλονται στην ενεργειακή κρίση ή εάν κάποιες επιχειρήσεις βρήκαν την… ευκαιρία να αυξήσουν σημαντικά τις τιμές των προϊόντων τους με πρόσχημα την ενεργειακή κρίση και τη γενικευμένη ακρίβεια. Η δυσαρέσκεια των καταναλωτών γίνεται ακόμη πιο έντονη εξαιτίας και των ανατιμήσεων που θα πραγματοποιηθούν τις επόμενες εβδομάδες.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Realnews, τις αμέσως επόμενες ημέρες και μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, ανάλογα με τα αποθέματα που έχουν στις αποθήκες τους οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ, θα ανατιμηθούν μεσοσταθμικά 11% οι τιμές σε 400 προϊόντα από 30 διαφορετικές προϊοντικές κατηγορίες. Πρόκειται, ωστόσο, για αυξήσεις που γίνονται από μεμονωμένες βιομηχανίες τροφίμων και εμπορικές επιχειρήσεις και όχι από το σύνολο των εταιρειών του κλάδου τροφίμων. Ειδικότερα, τα προϊόντα που θα ανατιμηθούν το επόμενο διάστημα είναι τα εξής: Παγωτά έως 21%, δημητριακά έως 20%, ζάχαρη σε φακελάκια έως 20%, καθαριστικά σπιτιού και απορρυπαντικά έως 20%, σαμπουάν έως 20%, ζωοτροφές έως 20%, χυμοί έως 18%, τυριά έως 18%, εμφιαλωμένο και ανθρακούχο νερό έως 16%, ψωμί έως 15%, γαλακτοκομικά έως 15%, μαρμελάδες έως 15%, λαγάνα 12%, κρουασάν κουλούρια, βουτήματα και πατατάκια έως 12%, αλουμινόχαρτο έως 12%, ελαιόλαδο έως 11%, παιδικές κρέμες έως 10%, σοκολατοειδή έως 10%, μπισκότα έως 8%, κρασί έως 15%, μπίρα και μηλίτης έως 15%, ξίδι έως 7,5%, κατεψυγμένα λαχανικά και κατεψυγμένες ζύμες 7%, καφές εσπρέσο 6%, ασπράδι αυγού 6%, παγωμένο τσάι 4% και φρέσκο γάλα 3%. Οι συγκεκριμένες ανατιμήσεις έρχονται να προστεθούν σε αυτές που πραγματοποιούνται εντός Ιανουαρίου και αφορούν 500 βασικά αγαθά, σε ποσοστό που κατά μέσο όρο φτάνει το 10%, όπως είχε αποκαλύψει η «R» με δημοσίευμά της τον Δεκέμβριο. Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι οι βιομηχανίες και οι εμπορικές επιχειρήσεις θα συνεχίσουν και το επόμενο διάστημα να αποστέλλουν ανατιμημένα τιμολόγια στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Οι αυξήσεις, όπως εκτιμάται, θα κινούνται σε χαμηλότερα ποσοστά λόγω της αποκλιμάκωσης της ενεργειακής κρίσης αλλά και του γεγονότος ότι πλέον οι καταναλωτές γυρίζουν την πλάτη σε εκείνα τα προϊόντα όπου καταγράφεται σημαντική άνοδος τιμών. Ωστόσο, είναι απορίας άξιο πώς γίνεται από τις αρχές του χρόνου ορισμένες εταιρείες να ανακοινώνουν ανατιμήσεις στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ για προϊόντα όπως τα παγωτά, ένα εποχιακό προϊόν, ή για τη λαγάνα, που αγοράζεται από τους καταναλωτές την Καθαρά Δευτέρα, η οποία φέτος θα εορταστεί στις 27 Φεβρουαρίου.
Επίσημα στοιχεία
Η ακρίβεια στα τρόφιμα αποτυπώνεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο και στα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), σύμφωνα με την οποία ο πληθωρισμός τον Δεκέμβριο υποχώρησε στο 7,2%, από 8,5% τον Νοέμβριο. Ωστόσο, ο τιμάριθμος στην κατηγορία των τροφίμων εκτοξεύθηκε στο 15,5%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σε διάστημα ενός έτους ανατιμήθηκαν τα εξής προϊόντα: Γαλακτοκομικά και αυγά 25,6%, έλαια και λίπη 21,7%, ψωμί και δημητριακά 18,1%, κρέατα 17,8%, λαχανικά 13,1%, ζάχαρη, σοκολάτες, γλυκά και παγωτά 8,7%, καφές 13,2%, ενώ το μεταλλικό νερό, τα αναψυκτικά και οι χυμοί φρούτων ακρίβυναν μέσα σε έναν χρόνο κατά 10,4%.
Μέτρα στήριξης
Η εξεύρεση λύσης για τη δραστική αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων αποτελεί ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης το οποίο προσπαθεί, με στοχευμένα μέτρα στήριξης και ελέγχους, να περιορίσει τις επιπτώσεις της γενικευμένης ακρίβειας στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Προς αυτή την κατεύθυνση, βρίσκεται σε ισχύ για 12η εβδομάδα το «καλάθι του νοικοκυριού», με το οποίο μέχρι στιγμής συγκρατούνται οι τιμές σε ορισμένα βασικά αγαθά. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα για το «καλάθι του νοικοκυριού», σε σύνολο 833 προϊόντων, οι τιμές σε 735 έμειναν σταθερές, σε 43 αγαθά οι τιμές μειώθηκαν και σε 54 μειώθηκαν. Παράλληλα, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων συνεχίζουν τους ελέγχους με αμείωτη ένταση, ενώ το επόμενο διάστημα, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, θα εστιάσουν τους ελέγχους στα προϊόντα των οποίων οι τιμές έχουν αυξηθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, αλλά και σε τρόφιμα όπου οι ποσότητες των προϊόντων μειώθηκαν και οι τιμές αυξήθηκαν.
Προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας
Οι αλλεπάλληλες ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά έχουν οδηγήσει πολλούς καταναλωτές στην αγορά προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία στην πλειονότητά τους είναι φθηνότερα σε σχέση με τα επώνυμα. Η στροφή όλο και περισσότερων καταναλωτών κάθε μήνα προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αποτυπώνεται στις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας IRI, στο ενδεκάμηνο του 2022 (Ιανουάριος- Νοέμβριος) το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας διαμορφώθηκε στο 16,2%. Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο που καταγράφεται μετά το 2017, όταν και είχε διαμορφωθεί στο 16,3%, ενώ το ρεκόρ για την ελληνική αγορά ήταν το 2014, όταν, εν μέσω οικονομικής κρίσης, το μερίδιό τους «σκαρφάλωσε» στο 19%. Αξίζει να σημειωθεί και ο υψηλός ρυθμός των ανατιμήσεων που καταγράφεται και στην κατηγορία των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας. Σύμφωνα με την ΙRI, εξετάζοντας ένα «καλάθι» 60 βασικών προϊόντων τον Δεκέμβριο του 2022, η αύξηση φτάνει το 7,7% σε ετήσια βάση. Στον διαχωρισμό που κάνει, όμως, ένα «καλάθι» μόνο με επώνυμα προϊόντα έχει ανατιμηθεί κατά 7,6%, ενώ ένα αντίστοιχο μόνο με ιδιωτικής ετικέτας κατά 11%.Το «καλάθι» των 60 προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, ωστόσο, παραμένει φθηνότερο, παρά τον υψηλότερο ρυθμό ανατιμήσεων. Συγκεκριμένα, ενώ το «μεικτό καλάθι» (επώνυμα – ιδιωτικής ετικέτας) κόστιζε τον Δεκέμβριο 187,93 ευρώ, το αντίστοιχο «καλάθι» με 60 επώνυμα προϊόντα κόστιζε 197,80 ευρώ και ένα αποτελούμενο μόνο από προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας 137,52 ευρώ.
Αύξηση πωλήσεων λόγω ακρίβειας
Η ακρίβεια αποτυπώνεται και στις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με την έρευνα της NielsenIQ, τo 2022 οι πωλήσεις των αλυσίδων σούπερ μάρκετ σημείωσαν αύξηση 6,3%, η οποία οφείλεται αποκλειστικά στις έντονες πληθωριστικές πιέσεις που επικράτησαν στην αγορά, ενώ ο όγκος πωλήσεων κατέγραψε οριακή μείωση 0,6%. Μάλιστα, από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι οι πληθωριστικές πιέσεις έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αύξηση των πωλήσεων στο τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους, κατά το οποίο η κατηγορία των ταχυκίνητων προϊόντων σημείωσε αύξηση των πωλήσεων κατά 10,9%, από 1,6% το πρώτο τρίμηνο του 2022. Σε επίπεδο κατηγοριών, στα τρόφιμα και ποτά, ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, καθαρά λόγω ανατιμήσεων, παρουσίασαν -μεταξύ άλλων- τα σπορέλαια κατά 30,6% και τα ελαιόλαδα κατά 16,4%. Μάλιστα, σύμφωνα πάντα με την έρευνα, στο τρίτο τρίμηνο του 2022 ο τουρισμός φαίνεται να έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατανάλωση, καθώς, παρά τον διπλασιασμό σχεδόν του επιπέδου της μέσης τιμής σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο, η ζήτηση παρουσίασε θετικό πρόσημο, στο 1,1%. Αντίστοιχα, όσον αφορά τις επιμέρους κατηγορίες των ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων, οι πωλήσεις στα τρόφιμα και στα ποτά αυξήθηκαν κατά 7,1%, με τη ζήτηση να παραμένει σχεδόν σταθερή (+0,5%). Την ίδια στιγμή, οι κατηγορίες που αφορούν τα προϊόντα προσωπικής περιποίησης και οικιακής χρήσης σημείωσαν επίσης αύξηση στις πωλήσεις τους σε αξία, κατά 2,3% και 3,4% αντίστοιχα, με τις τεμαχιακές πωλήσεις ωστόσο να υποχωρούν σημαντικά κατά 5,4% και 6% αντίστοιχα.