Την κατά γράμμα εφαρμογή του νέου οικονομικού προγράμματος προκειμένου να διασφαλιστεί η επιτυχία του ζητά η Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2011-2012.
Η έκθεση της ΤτΕ, η οποία υποβλήθηκε σήμερα στον Πρόεδρο της Βουλής και το Υπουργικό Συμβούλιο, «βλέπει» ύφεση και το 2012, με μέση ετήσια μείωση του ΑΕΠ της τάξεως του 4,5%, αλλά και μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας που θα υπερβεί το 19%.
«Για να βελτιωθούν οι προσδοκίες και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας, χρειάζεται προσαρμογή στα νέα δεδομένα, κατά γράμμα εφαρμογή όσων έχουν συμφωνηθεί και διόρθωση των ανισορροπιών του παρελθόντος ώστε να τεθούν οι βάσεις μιας νέας πορείας», αναφέρει η ΤτΕ στην έκθεσή της.
Παράλληλα, κάνει λόγο για ιστορική ευθύνη της χώρας να διαμορφώσει και κυρίως να εφαρμόσει μια νέα στρατηγική «που θα πείθει ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να ανασυγκροτηθεί με τρόπο που θα την επαναφέρει σε αναπτυξιακή τροχιά».
Σύμφωνα με την ΤτΕ, η επιτυχία του προγράμματος προϋποθέτει συνέχεια, συνέπεια και αποφασιστικότητα της ελληνικής πλευράς. Ειδικότερα, απαιτεί:
– Συνέχεια, η οποία πρέπει πάση θυσία να εξασφαλιστεί. Στο παρελθόν υπήρξαν προγράμματα που θα μπορούσαν να επιτύχουν, αν είχαν συνεχιστεί, αλλά διακόπηκαν ή νοθεύθηκαν υπό την πίεση του πολιτικού κόστους. Αυτή τη φορά δεν υπάρχουν ανάλογα περιθώρια. Το πρόγραμμα πρέπει να εφαρμοστεί απαρέγκλιτα σε όλη τη διάρκεια της ισχύος του, μέχρι το 2015, αλλά και μετά, επισημαίνει η ΤτΕ.
– Διοικητική αποτελεσματικότητα. Η εφαρμογή των πολιτικών εξαρτάται αποκλειστικά σχεδόν από την ικανότητα των μηχανισμών που θα κληθούν να τις υλοποιήσουν, δηλαδή του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Είναι πλέον πανθομολογούμενο ότι στον τομέα αυτό οι κρατικιστικές αντιλήψεις και οι πελατειακές σχέσεις έχουν δημιουργήσει στρεβλώσεις και αγκυλώσεις και έχουν εκθρέψει κεκτημένα συμφέροντα και συντεχνιακές επιδιώξεις που αποτελούν σήμερα τα κύρια εμπόδια στην εφαρμογή των αναγκαίων πολιτικών.
– Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Η εμπιστοσύνη που έχει κλονιστεί μπορεί να αποκατασταθεί με ένα μόνο τρόπο: την εφαρμογή όλων των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τη δανειακή σύμβαση, αυστηρά μέσα στις προθεσμίες που έχουν τεθεί και χωρίς «εκπτώσεις» ως προς το περιεχόμενό τους. Και μάλιστα, όπου υπάρχει δυνατότητα, θα πρέπει να επιδιώκονται πιο φιλόδοξοι ποσοτικοί στόχοι ή/και αυτοί να επιτυγχάνονται νωρίτερα, λέει η ΤτΕ.
Κλειδί η επιστροφή στην ανάπτυξη
Στην έκθεση της ΤτΕ επισημαίνεται ότι κλειδί για την τελική επίτευξη των στόχων είναι η επαναφορά της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς μεταβολής του ΑΕΠ.
«Η ανάκαμψη και η δημιουργία των προϋποθέσεων για βιώσιμη ανάπτυξη είναι όντως ο δρόμος που θα οδηγήσει στην ταχύτερη αποκλιμάκωση του χρέους και του ελλείμματος και θα βελτιώσει τις προσδοκίες. Ταυτόχρονα όμως, η δημοσιονομική προσαρμογή είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη», υποστηρίζει η ΤτΕ. Σημειώνει δε πως πρέπει να εφαρμόζονται «ταυτόχρονα και αποτελεσματικά» τόσο τα δημοσιονομικά όσο και τα διαρθρωτικά μέτρα του προγράμματος, ώστε να αποφεύγονται οι αρνητικές παρενέργειες.
Σύμφωνα με την έκθεση, για να είναι διατηρήσιμη η μείωση των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους, απαιτούνται πρόσθετα μέτρα που θα ελαχιστοποιούν, κατά το δυνατόν, τις συσταλτικές επιδράσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής στην οικονομική δραστηριότητα και θα ενισχύουν το ρυθμό ανάπτυξης μακροχρόνια.
Τα μέτρα αυτού του είδους αφορούν κατ’ αρχάς την ίδια τη σύνθεση της δημοσιονομικής προσαρμογής ως προς τις δαπάνες και τα έσοδα, αλλά και ως προς τις επιμέρους κατηγορίες δαπανών και εσόδων. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η μείωση των δαπανών είναι πολύ πιο αποτελεσματική από την αύξηση των εσόδων, ενώ στην πλευρά των δαπανών είναι σκόπιμο να μη θίγονται ―κατά το δυνατόν― οι επενδυτικές δαπάνες και στην πλευρά των εσόδων είναι σκόπιμο να μην επιβάλλονται φορολογικές ρυθμίσεις που αποθαρρύνουν την αποταμίευση ή επιδρούν αρνητικά στην προσφορά κ.ο.κ.
Παράλληλα πρέπει να επιταχυνθεί η εφαρμογή μέτρων ―κατ’ ουσίαν μηδενικού δημοσιονομικού κόστους― που ενισχύουν τη ζήτηση και την οικονομική δραστηριότητα. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται τόσο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις «άμεσης απόδοσης», όπως είναι η μείωση της γραφειοκρατίας και του διοικητικού βάρους, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και πληροφόρησης σε επιχειρήσεις, όσο και άλλα μέτρα για την ενίσχυση των δημόσιων και των ιδιωτικών επενδύσεων και τη στήριξη της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα.
Εκτιμήσεις
Όπως αναφέρεται στην Έκθεση, η ύφεση προβλέπεται να συνεχιστεί το 2012 και, σύμφωνα με προσωρινές προβλέψεις, η μέση ετήσια μείωση του ΑΕΠ θα είναι της τάξεως του 4,5%, η συνολική απασχόληση θα μειωθεί κατά 3% περίπου και το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας θα υπερβεί το 19%.
Στη διάρκεια του 2013 όμως, εκτιμάται ότι είναι δυνατόν να αρχίσει η οικονομική ανάκαμψη (αν και ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα είναι ελαφρά αρνητικός, της τάξεως του -0,5%), ενώ τόσο η μείωση της απασχόλησης όσο και η αύξηση του ποσοστού ανεργίας είναι πιθανόν να ανακοπούν.
Παράλληλα, η πτωτική τάση του πληθωρισμού συνεχίζεται το 2012 και ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1% ή και χαμηλότερα, ενώ ο πυρήνας του πληθωρισμού μάλλον θα είναι ελαφρά αρνητικός (μέσο ετήσιο επίπεδο περί το -0,1%). Το 2013, σύμφωνα με ορισμένες υποθέσεις, ο πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω, στο 0,5% περίπου, ενώ ο πυρήνας του πληθωρισμού θα παραμείνει αρνητικός (γύρω στο -0,2%).
Ορόσημο για το τραπεζικό σύστημα το 2012
Όσον αφορά στο τραπεζικό σύστημα, η ΤτΕ σημειώνει πως οι πιέσεις στα θεμελιώδη μεγέθη των ελληνικών τραπεζών συνεχίστηκαν με εντεινόμενο ρυθμό το 2011 αλλά και τους πρώτους μήνες του 2012 και θεωρεί πως αποτελεί επιτακτική ανάγκη ο περαιτέρω εξορθολογισμός του κόστους λειτουργίας ―με δεδομένες τις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί.
Εκτιμά δε ότι το 2012 θα αποτελέσει ορόσημο για τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του τραπεζικού συστήματος στις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί. Οι τράπεζες θα κληθούν να προχωρήσουν σε πλήρη επαναπροσδιορισμό των επιχειρησιακών τους σχεδίων, ώστε να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες προκλήσεις που δημιουργεί η ύφεση και να προβούν σε σημαντικού ύψους ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης, μέχρι το τέλος του γ’ τριμήνου του 2012.