Τους βασικούς τέσσερις άξονες οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, προκειμένου να στηριχτεί ένα νέο βιώσιμο, αναπτυξιακό και κοινωνικό πρότυπο, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, κατά τη συζήτηση στη Βουλή επί των πραγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης.
Οι αξόνες αυτοί είναι περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, αναπτυξιακή ώθηση και εγκαθίδρυση ενός αποτελεσματικού κοινωνικού κράτους.
Για τη δημοσιονομική προσαρμογή, ο υπουργός υποστήριξε ότι η Ελλάδα πρέπει να λάβει τα μέτρα που έχει ήδη ψηφίσει για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2012 ούτως ώστε να προσεγγίσει τους στόχους για τους οποίους έχει ήδη δεσμευθεί, προκειμένου να μην τρωθεί περισσότερο η αξιοπιστία της και κινδυνεύσει η επόμενη δόση του δανείου.
Για την ανταγωνιστικότητα είπε ότι η χώρα πρέπει να ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν αφενός στην απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών και αφετέρου στην άρση της πληθώρας των εμποδίων στις ιδιωτικές επενδύσεις και την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Για τον τρίτο άξονα, την αναπτυξιακή ώθηση, ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι μπορεί να επιτευχθεί μέσω επενδύσεων, αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου.
Τόνισε ότι οι αποκρατικοποιήσεις αποτελούν το βασικό πυλώνα διαρθρωτικών αλλαγών και κεντρικό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας.
Όπως είπε, το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων έχει ως στόχο να προσελκύσει σημαντικά διεθνή κεφάλαια που θα επενδυθούν κυρίως στην ανάπτυξη γης και σε υποδομές.
Για πρώτη φορά, πρόσθεσε, η δημόσια περιουσία θα αξιοποιηθεί με τρόπο που ενισχύει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Επενδύσεις σε λιμάνια, μαρίνες, αεροδρόμια και τουριστικές αναπτύξεις θα αναβαθμίσουν σημαντικά το τουριστικό προϊόν και θα βελτιώσουν τη θέση της Ελλάδας απέναντι στον ανταγωνισμό.
Επενδύσεις σε λιμάνια, αυτοκινητόδρομους, αεροδρόμια και ενέργεια θα ξαναβάλουν την χώρα στον χάρτη της ροής του διεθνούς εμπορίου, σαν την πύλη της Ευρώπης για την Ανατολή, και θα ενισχύσουν την γεωπολιτική θέση της. Επιπλέον, για πρώτη φορά θα τεθούν ουσιαστικοί όροι περιβαλλοντικής προστασίας, οι οποίοι θα αποτελέσουν συμβατικές υποχρεώσεις για τους επενδυτές και θα συμβάλουν στην αναβάθμιση της ζωής χιλιάδων πολιτών.
«Κάθε ευρώ από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας είναι ένα ευρώ λιγότερο από μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, που θα βάθαιναν περισσότερο την ύφεση και την κοινωνική κρίση στην χώρα», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ειδικό βάρος θα δοθεί στην ολοκλήρωση των 6 αποκρατικοποιήσεων, για τις οποίες ήδη εξελίσσονται οι διαγωνιστικές διαδικασίες [Κρατικά Λαχεία, Ελληνικό, ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ, IBC, Κασσιώπη, Αφάντου], και στην εκκίνηση 9 ακόμη αποκρατικοποιήσεων (sales leaseback 28 Ακινήτων, ΕΥΑΘ, ΕΛΠΕ, ΕΓΝΑΤΙΑ, ΕΛΤΑ, ΟΠΑΠ, ΛΑΡΚΟ ΟΔΙΕ ΕΥΔΑΠ), οι οποίες βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας, καθώς και 13 ακόμη αποκρατικοποιήσεων, π.χ. λιμάνια, αεροδρόμια, μαρίνες, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, κ.λπ., οι οποίες διαμορφώνονται τώρα.
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, η κυβέρνηση θα εξετάσει επίσης τον πλέον πρόσφορο, για το δημόσιο συμφέρον, τρόπο για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ σε συνάρτηση με την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και τις κοινοτικές οδηγίες, καθώς και την αξιοποίηση της αργούσας δυναμικότητας περιφερειακών νοσοκομείων του ΕΣΥ, προσβλέποντας τόσο στην ενίσχυση των εσόδων του ΕΣΥ όσο και στην ενίσχυση της ανάπτυξης του ιατρικού τουρισμού.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, θα ληφθούν όλες οι απαραίτητες νομοθετικές πρωτοβουλίες για την αξιοποίηση της ακίνητης δημόσιας περιουσίας από το Φάληρο μέχρι το Σούνιο δίνοντας έτσι μεγαλύτερες υπεραξίες και στο ίδιο το Ελληνικό.
Λόγω της ιδιαίτερης σημασίας τους για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, και ιδιαίτερα για την περιφερειακή ανάπτυξη, η κυβέρνηση θα ολοκληρώσει μέχρι τον Δεκέμβριο 2012 τις διαπραγματεύσεις για την επανεκκίνηση των έργων των αυτοκινητόδρομων, βάζοντας ξανά εμπρός επενδύσεις 4,5 δισ. ευρώ.
Το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων αφορά κατά 90% σε πώληση δικαιωμάτων γης και παραχώρηση υποδομών. Είναι ουσιαστικά ένα πρόγραμμα συνεργασίας δημοσίου και ιδιωτικού τομέα για επενδύσεις σε μεγάλη κλίμακα, και κατ’ αυτόν τον τρόπο η μεγαλύτερη οικονομική μεταρρύθμιση στην χώρα, η οποία θα τροφοδοτήσει δυναμικά την ανάπτυξή της. Στον τομέα της ακίνητης περιουσίας, έχει ολοκληρωθεί η καταγραφή άνω των 80.000 δημόσιων ακινήτων από 30 διαφορετικούς δημόσιους φορείς, αναπτύχθηκε υποδομή για την παρακολούθησή τους και συνεχίζεται ο διεξοδικός νομικός και τεχνικός έλεγχος σε δεκάδες ακίνητα.
Η κυβέρνηση, όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, θα δρομολογήσει άμεσα τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις για την ταχύτερη αξιοποίησή της, θα ενισχύσει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, θα φροντίσει για το συντονισμό των συναρμόδιων Υπουργείων για την προώθηση των μεγάλων επενδύσεων σε δημόσια ακίνητα και θα ενισχύσει ουσιαστικά τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας, ώστε σε συνεργασία με το ΤΑΙΠΕΔ να διευκολύνει τις επενδύσεις στα δημόσια ακίνητα και να μεγιστοποιήσει την αξία τους για το Δημόσιο.
Η κυβέρνηση θα εισάγει άμεσα μέτρα αποκατάστασης της εμπιστοσύνης και τόνωσης του επενδυτικού ενδιαφέροντος, όπως για παράδειγμα η θεσμοθέτηση της δυνατότητας του ΤΑΙΠΕΔ να δέχεται και ομόλογα του ΕΔ ως τίμημα για τις αποκρατικοποιήσεις.
Τέλος, για την εγκαθίδρυση ενός αποτελεσματικού κοινωνικού κράτους, υπογράμμισε ότι αυτό πρέπει να διακρίνεται από ίσες ευκαιρίες με έμφαση στην ίση πρόσβαση σε δημόσια αγαθά υψηλής ποιότητας (δημόσια παιδεία, υγεία), δίκαιο και απλό φορολογικό σύστημα, δημιουργία διχτυού προστασίας με ανακατανομή των υψηλών κοινωνικών δαπανών.
Ο υπουργός ανέλυσε ακόμη τα αίτια της οικονομικής κρίσης τονίζοντας ότι το Μνημόνιο δεν ευθύνεται για την σημερινή κατάσταση αλλά αντιθέτως αποτελεί το αποτέλεσμα αυτής.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, η τρέχουσα δύσκολη οικονομική και κοινωνική συγκυρία στη χώρα μας οφείλεται κυρίως στα ακόλουθα:
– Επί 35 συναπτά έτη το κράτος δαπανά ετησίως 5% έως 10% περίπου περισσότερα από ό,τι παράγει.
– Στο παράδοξο της κοινωνικής πολιτικής: Υψηλές κοινωνικές δαπάνες ως % του ΑΕΠ, κοντά στο 25%, όσο περίπου και στην υπόλοιπη ευρωζώνη, συνυπάρχουν με ένα υψηλό ποσοστό φτώχειας, περίπου 20%.
– Στην υψηλή παράνομη φοροδιαφυγή, αλλά και τη νόμιμη φοροαπαφυγή.
– Στις υψηλές αμυντικές δαπάνες.
– Στη δημιουργία και αναποτελεσματική διαχείριση πληθώρας Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ).
– Στην απώλεια διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, κυρίως λόγω των περιορισμών που επιβάλλει το δημόσιο στην επιχειρηματική δραστηριότητα και τις επενδύσεις.