Τριετές σχέδιο Σαμαρά: Επιθετικές αποκρατικοποιήσεις, πωλήσεις 80.000 ακινήτων, στο 15% ο φόρος στα κέρδη, στο 30% ο ανώτατος συντελεστής για τα εισοδήματα
Πουλάμε, αλλά… δεν ξεπουλάμε δημόσια περιουσία, είναι η φράση του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, την περασμένη εβδομάδα, και αποτυπώνει την κεντρική στρατηγική της Κυβέρνησης στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων. Μια φράση με την οποία τίθενται «κόκκινες γραμμές» σε κερδοσκοπικά και επιχειρηματικά παιχνίδια από ξένα κέντρα που επιθυμούν με όχημα την τρόικα να αγοράσουν αντί πινακίου φακής δημόσιες επιχειρήσεις και ακίνητα.
Την ίδια ώρα, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σχεδιάζει επιθετικότερη πολιτική στον τομέα της αξιοποίησης των ακινήτων αλλά και των υποδομών όπως αεροδρόμια, λιμάνια κ.ά., αίροντας όλα τα γραφειοκρατικά και διοικητικά εμπόδια προκειμένου να αξιοποιηθούν με διαδικασίες εξπρές.
Υψηλά ιστάμενο κυβερνητικό στέλεχος, δίνοντας το στίγμα των πολιτικών επιλογών και των προθέσεων για το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων έλεγε χαρακτηριστικά ότι «οι κινήσεις πρέπει να είναι προσεκτικές στη συγκεκριμένη οικονομική συγκυρία όπου οι αποτιμήσεις βρίσκονται στο ναδίρ. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να δοθεί το μήνυμα ότι υπό τη δημοσιονομική πίεση και των επιταγών της τρόικας, η Ελλάδα βάζει άρον άρον πωλητήριο σε όλη τη δημόσια περιουσία».
Η γραμμή πλεύσης συνοψίζεται στο δόγμα «πουλάμε χωρίς βιασύνες, την κατάλληλη στιγμή και με το μέγιστο όφελος για το Δημόσιο και την οικονομία» και με τίμημα που δεν θα είναι χαμηλότερο της αξίας ή στη χρηματιστηριακή τιμή που σήμερα έχει πέσει στα Τάρταρα. Κυβερνητικές πηγές τόνιζαν με νόημα ότι το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων δεν θα γίνει έρμαιο κερδοσκοπικών συμφερόντων που «μυρίστηκαν ψητό» και επιχειρούν εκμεταλλευόμενα την αρνητική συγκυρία για τη χώρα και τις πιέσεις της τρόικας να αποκτήσουν «αντί πινακίου φακής» δημόσιες επιχειρήσεις.
Οι άξονες
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, βρίσκεται σε εξέλιξη επιχείρηση εξαγοράς σε εξευτελιστικές τιμές επιχειρήσεων του Δημοσίου από ξένα επιχειρηματικά κέντρα που έχοντας πρόσβαση στην τρόικα τη χρησιμοποιούν σαν ιμάντα μεταβίβασης των οικονομικών τους πλάνων και επιδιώξεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχέδιο της κυβέρνησης διαχωρίζεται σε τρεις βασικούς άξονες: τις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες, τις μη εισηγμένες εταιρείες και φορείς του Δημοσίου και τα ακίνητα με τις υποδομές.
Ειδικότερα, για τις εισηγμένες, η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με τη δυσπιστία των αγορών ως προς τις δυνατότητες τις οποίες έχει να προετοιμάσει έγκαιρα εταιρείες που αντιμετωπίζουν σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα και να τις ιδιωτικοποιήσει με ικανοποιητικό αντάλλαγμα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα δημοσίων επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας οι οποίες έχουν συσσωρεύσει απαιτήσεις από καταναλωτές που αδυνατούν να καλύψουν ακόμα και τις βασικές τους ανάγκες. Στη μεν ΕΥΔΑΠ έχουν συσσωρευτεί υποχρεώσεις δήμων οι οποίοι είτε δεν εισπράττουν από τους τελικούς χρήστες το αντίτιμο είτε δεν το αποδίδουν λόγω στενότητας.
Επιπλέον, ανάλογα φαινόμενα σε μεγαλύτερα κλίμακα έχουν δημιουργηθεί στη ΔΕΗ όπου λόγου του τέλους ακινήτων έχουν συσσωρευτεί υποχρεώσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων σε μια περίοδο που η ΔΕΗ λόγω και των πολιτικών αποφάσεων δεν μπορεί να προχωρήσει σε διακοπές ηλεκτροδότησης. Επιπρόσθετα οι υποχρεώσεις για τη ΔΕΗ που απορρέουν από το μνημονίου Φεβρουαρίου δεν έχουν καλυφθεί στο σύνολό τους.
Ειδικότερα είχε αναληφθεί η υποχρέωση από 1η Ιουλίου να εφαρμοζόταν το νέο τιμολόγιο για τους καταναλωτές (μη προστατευόμενους καταναλωτές) έπειτα από σχετική μελέτη, αλλά λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων η σχετική προετοιμασία δεν έχει ολοκληρωθεί.
Την άρση των εμποδίων και την κάλυψη των ρυθμιστικών κενών για την επιτάχυνση της αποκρατικοποίησης της ΔΕΗ και της ΕΥΔΑΠ εξήγγειλε ο πρωθυπουργός κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης.
Ρήτρες
Όπως είπε, η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας δεν θα γίνει αποσπασματικά αλλά οργανωμένα με επιτελικό σχεδιασμό και με ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου και με περιβαλλοντικές ρήτρες αντίστοιχες με ό,τι ισχύει στις άλλες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για την ΕΥΔΑΠ ανέφερε ότι θα είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με την προγραμματισμένη αποκρατικοποίηση των εταιρειών υδάτων, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ανάγκη να ενισχυθεί ο ρυθμιστικός έλεγχος του κράτους πάνω στη διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι ο χρόνος που θα απαιτηθεί για να ολοκληρωθούν οι απαιτούμενες θεσμικές παρεμβάσεις, εκ των πραγμάτων θα οδηγήσουν σε νέο εκτροχιασμό του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Επιπλέον των δυσκολιών που προκύπτουν από την ελλιπή προετοιμασία δημιουργείται ένα γενικότερο θέμα από την κατάσταση που βρίσκονται οι διεθνείς αγορές κεφαλαίου αυτή την περίοδο. Η αστάθεια που επικρατεί, σε συνδυασμό με τον υψηλό κίνδυνο χώρας καθιστούν δυσχερέστατη τη συμμετοχή αξιόπιστων διεθνών επενδυτών στις ελληνικές ιδιωτικοποιήσεις.
Εξαίρεση βεβαίως αποτελούν ορισμένες επιχειρήσεις οι οποίες έχουν αποδείξει ότι αποτελούν μηχανές κοπής χρήματος όπως τα λαχεία και ο ΟΠΑΠ. Η ροπή των Ελλήνων στα παίγνια καθώς και η ευρωστία των συγκεκριμένων επιχειρήσεων τις καθιστούν εξαιρετικά ελκυστικές στους ξένους επενδυτές.
Σε ό,τι αφορά τις μη εισηγμένες επιχειρήσεις η κατάσταση είναι σύνθετη, αφού στις μεν κερδοφόρες της ενέργειας (ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ) οι προοπτικές είναι καλύτερες, όμως για τις πιο ζημιογόνες (ΕΑΣ, ΕΛΒΟ) το κλίμα είναι αρνητικό. Στις δυο πρώτες έχει ολοκληρωθεί η προεπιλογή των ενδιαφερομένων επενδυτών, αλλά αναμένεται να πιστοποιηθεί εάν το αρχικό ενδιαφέρον θα εκφραστεί σε ικανοποιητικές προσφορές. Στις δε αμυντικές βιομηχανίες είναι προφανές ότι εάν δεν υπάρξει προοπτική νέων συμβάσεων με το ελληνικό δημόσιο, τότε δεν αναμένεται κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον.
Στον τρίτο πυλώνα της κυβερνητικής στρατηγικής, δηλαδή στην αξιοποίηση ακινήτων, η Ελλάδα διαθέτει ακίνητα με ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική όπως είναι το σύμπλεγμα του Ελληνικού, τα ακίνητα στα Αφάντου της Ρόδου καθώς και η Κασσιόπη στην Κέρκυρα. Ειδικά γι’ αυτά τα τρία ακίνητα έχουν ξεκινήσει σχετικές διαδικασίες, με αβέβαια όμως αποτελέσματα.
Η μάχη
Ο κίνδυνος χώρας δυσχεραίνει τις κινήσεις των επενδυτών, οι οποίοι εξετάζουν σε βάθος τις επενδυτικές ευκαιρίες, στα συγκεκριμένα ακίνητα όμως η τελική προσφορά τους θα επηρεαστεί από τις μακροοικονομικές εξελίξεις.
Η Κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει μάχη για να ανατρέψει το κλίμα στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων. Οι καθυστερήσεις ετών από την κυβέρνηση Παπανδρέου έχουν δημιουργήσει καχυποψία. Η ατμόσφαιρα κωλυσιεργίας περί αλλαγών στην ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ δημιουργεί πρόσθετες αβεβαιότητες. Τα νέα στελέχη πρέπει να σηματοδοτούν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να προχωρήσει σε αυτόν τον τομέα. Ουσιαστικά, η νέα ηγεσία του Ταμείου θα πρέπει να δημιουργήσει την αγορά για το ελληνικό χαρτοφυλάκιο.
Ειδική διεύθυνση υπό τον Γ. Μουρμούρα – Αποκρατικοποιήσεις μέσω του Μαξίμου
Ειδική διεύθυνση αποκρατικοποιήσεων, που θα υπάγεται απευθείας στον πρωθυπουργό και θα στεγάζεται στο Μέγαρο Μαξίμου, είναι αποφασισμένος να συστήσει ο Αντώνης Σαμαράς θέλοντας -και με αυτόν τον τρόπο να δείξει- το ενδιαφέρον του για τον κρίσιμο αυτόν τομέα. Σύμφωνα με πληροφορίες, επικεφαλής της διεύθυνσης αυτής θα τοποθετηθεί ο σύμβουλος του πρωθυπουργού Γ. Μουρμούρας, ο οποίος και θα αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των υποψήφιων επενδυτών, των υπουργών και του κ. Σαμαρά.
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα σύστημα διακυβέρνησης που εφαρμόστηκε από τον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει θεσμοθετήσει θέση υφυπουργού, αρμόδιου για τις αποκρατικοποιήσεις, που υπάγεται απευθείας στον πρωθυπουργό.
Στόχος του κ. Σαμαρά είναι να έχει ο ίδιος απόλυτη εικόνα για την πρόοδο των επενδύσεων – ιδιωτικοποιήσεων και να δίνει λύσεις οσάκις ανακάμπτουν προβλήματα γραφειοκρατίας. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, όταν ερωτάται για τη σκοπιμότητα της δημιουργίας αυτής της διεύθυνσης, παραπέμπει στις κινήσεις που έκανε ο προκάτοχός του στη ΝΔ, Κ. Καραμανλής, ο οποίος ανέλαβε και έλυσε τελικά τα χρονίζοντα προβλήματα που υπήρχαν σε ό,τι αφορά την επένδυση για τη δημιουργία του πολυτελούς ξενοδοχείου «Κόστα Ναβαρίνο», στη Μεσσηνία.
Ο κ. Μουρμούρας είναι πρόσωπο της απόλυτου εμπιστοσύνης του κ. Σαμαρά και εκτιμάται ότι μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην υπέρβαση των προβλημάτων που προκύπτουν είτε από το θολό τοπίο των συναρμοδιοτήτων, είτε από τη γραφειοκρατία του ελληνικού Δημοσίου γενικότερα.