Η Ελλάδα έχει εφαρμόσει σημαντικά μέτρα λιτότητας, και η γερμανική κυβέρνηση οφείλει να διαψεύσει την εντύπωση ότι θα βοηθούσε άλλες χώρες «ακόμα κι αν δεν έκαναν τίποτα», δηλώνει ο Πέτερ Μπόφινγκερ, καθηγητής Οικονομίας και μέλος της επιτροπής σοφών που συμβουλεύει το Βερολίνο.
«Η Ισπανία, η Ιταλία, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα ιδιαίτερα έχουν εφαρμόσει σημαντικά μέτρα λιτότητας» αναφέρει ο Μπόφινγκερ σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Rheinische Post.
Σχολιάζοντας το γεγονός ότι τα ελλείμματα δεν έχουν υποχωρήσει αρκετά, ο καθηγητής αποδίδει το πρόβλημα στην στην ύφεση που προκάλεσαν τα μέτρα λιτότητας.
Ασκεί, μάλιστα, κριτική στην κυβέρνηση της χώρας του, η οποία, όπως λέει, «δημιουργεί στους πολίτες την εντύπωση ότι θα βοηθούσαμε τις άλλες χώρες, ακόμη και αν αυτές δεν έκαναν τίποτα». Ο ίδιος θεωρεί ότι το Βερολίνο πρέπει να εξηγήσει τι σημαίνουν τα μέτρα λιτότητας και οι προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις.
Αναφερόμενος στη λεγόμενη «κοινοτικοποίηση» των ευθυνών στην Ευρώπη, ο Γερμανός καθηγητής επισημαίνει ότι οι ευθύνες αυτές έχουν ήδη αναληφθεί με τη βοήθεια προς την Ελλάδα και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF).
Προσθέτει ότι «είναι αφελής όποιος θεωρεί ότι η συστημική κρίση της Ευρωζώνης μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς την ανάληψη κανενός είδους ευθύνης για τις άλλες χώρες».
Ερωτώμενος για τα όρια αυτής της ανάληψης ευθύνης, ο Μπόφινγκερ αναφέρεται στην εναλλακτική λύση της εξαγοράς δανείων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. «Εάν κάποιος δεν επιθυμεί ούτε αυτό, τότε απομένει μόνον η διάλυση της Ευρωζώνης. Είμαι, όμως, πεπεισμένος ότι οι κίνδυνοι που συνεπάγεται μια τέτοια εξέλιξη για τη Γερμανία είναι κατά πολύ μεγαλύτεροι από τους κινδύνους που εμπεριέχει η περιορισμένη, από κοινού, ανάληψη ευθυνών», τονίζει.
Αναφορικά, τέλος, με τις προσφυγές στο Συνταγματικό Δικαστήριο κατά του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης και του Δημοσιονομικού Συμφώνου, ο Πέτερ Μπόφινγκερ, ευθυγραμμιζόμενος με τον υπουργό Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, προειδοποιεί για τους κινδύνους στην Ευρωζώνη, από την καθυστέρηση στην έκδοση απόφασης ή από το ενδεχόμενο έκδοσης αρνητικής απόφασης.