Τις δραματικές συνέπειες που θα είχε για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης μια ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ επισημαίνει ο νέος διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (International Labour Office- ILO) Γκι Ριντέρ, σε συνέντευξή του στο δελτίο πληροφόρησης για ευρωπαϊκά θέματα «Agence Europe».
«Με βάση τις προβολές που έχουν γίνει από τη Γραμματεία του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, είναι σαφές ότι εάν η Ελλάδα έπρεπε να φύγει από την ευρωζώνη, αυτό θα είχε σημαντική αρνητική επίπτωση στην απασχόληση, όχι μόνο για την ίδια τη χώρα, αλλά για ολόκληρη την ευρωζώνη», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ριντέρ.
Παράλληλα τονίζει πως η ανεργία, σε αυτή την περίπτωση, θα ανέβαινε από τα σημερινά επίπεδα σε πάνω από 17% σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Αυτό όμως που είναι πιο εντυπωσιακό, συμπληρώνει ο κ. Ριντέρ, είναι ότι χώρες σαν τη Γερμανία θα επηρεάζονταν επίσης. «Θα είχαμε ως επίπτωση την άνοδο της ανεργίας στη Γερμανία κατά 26% από σήμερα έως το 2014. Αυτή είναι η καλύτερη δυνατή απεικόνιση του κοινού συμφέροντος που υφίσταται στην ΕΕ», υπογραμμίζει.
«Στην προσπάθεια να βρούμε λύσεις για την κρίση στην ευρωζώνη, κανείς δεν πρέπει να νομίζει ότι η έξοδος της Ελλάδας ή κάποιας άλλης χώρας θα έρθει χωρίς κόστος», συμπληρώνει, τονίζοντας ότι «όσοι βλέπουν μόνο το κόστος στη βοήθεια που δίνουν στην Ελλάδα, πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι το πραγματικό κόστος θα προέλθει από την αποτυχία της χώρας να μείνει στο ευρώ».
Ο διευθυντής του ILO εκφράζει επίσης την αντίθεσή του σε σειρά μεταρρυθμίσεων που προωθούνται στην Ελλάδα, όπως η εισαγωγή μεγαλύτερης ευελιξίας στις εργασιακές διαπραγματεύσεις και στο σύστημα κατώτατων αμοιβών ή η μείωση μισθών προκειμένου να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα.
«Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί βάσιμα, ότι το σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα χρειαζόταν αναθεώρηση όπως και το αποτέλεσμά του αναφορικά με το κόστος εργασίας. Πολλοί άνθρωποι θα συμφωνούσαν με αυτό. Φοβάμαι όμως, και ελπίζω ότι αυτό γίνεται χωρίς πρόθεση, ότι οι συνέπειες των αλλαγών που έχουν γίνει απλά θα θέσουν στο περιθώριο τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα, συνολικά. Εάν φθάσουμε σε αυτό, θα είναι εξαιρετικά βλαπτικό», προειδοποιεί.
Όπως εκτιμά επίσης, «συναφές με την δύσκολη κατάσταση είναι το γεγονός ότι έχουμε μία διάσπαση του κοινωνικού διαλόγου», καθώς «η κυβέρνηση δεν συνομιλεί με τα σωματεία και τις ενώσεις και κανείς δεν μιλά με κανέναν».